Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012


Βρέθηκα, χτες (27/10/12), στο έξοχο Βυζαντινό Μουσείο της Βέροιας, για τα εγκαίνια μιας καθηλωτικής έκθεσης ζωγραφικής. Ήταν του Χρήστου Μποκόρου που επανέφερε και εκ νέου εγκαθίδρυσε στη συνείδησή μας πράγματα λησμονημένα. Ιαματική η περιδιάβαση ανάμεσα στα έργα του. Τον ευχαριστώ από καρδιάς. Ελπίζω να καταφέρουμε ώστε να τον δούμε στα “Δημήτρια” του 2014. Παραθέτω εδώ το εισαγωγικό, για τη συγκεκριμένη έκθεση, κείμενο του καλλιτέχνη και στο τέλος παραθέτω το site του ώστε να αποκτήσετε άποψη για το σύνολο του έργου του:

"Πώς ακούγεται σε μια επιθετικά καταναλωτική συνθήκη διαβίωσης το πρόταγμα: Ελευθερία ή θάνατος; Συλλημένο το νόημα, γράμμα κενό στον πολιτισμένο μας κόσμο, απαίτηση ανόητη, όταν δεν προκαλεί αμηχανία. Κι ας δονεί ακόμη κάποιους καταπατημένους ανθρώπους που διαδηλώνουν ήρεμα την αμείλικτη, βουβή τους αντίσταση, εκείνο το κομμάτι της ψυχής τους που δεν εξαγοράζεται από την ανάπηρη ελευθερία της αγοράς. Κι αν σήμερα μοιάζει μάταιο, σώμα νεκρό, από τις Θερμοπύλες και τους Μυλίους ως τα παλληκάρια του Ρήγα, τους κλέφτες και τους κλαρίτες αντάρτες στα βουνά, όλους τους τακτικούς και άτακτους υπέρ πατρίδος πεσόντες, η αυταπάρνηση κι η ανδρεία μ' αυτό το τίμημα οραματίστηκαν ελεύθερα τα γένη και τους τόπους που ακόμη κατοικούμε.

Η ελευθερία της αγοράς, η ελευθερία των επιλογών, η ελευθερία της μετακίνησης τουριστών και μεταναστών, η ελευθερία της άνεσης, η ελευθερία της απρόσκοπτης απόκτησης καταναλωτικών αγαθών και της συσσώρρευσής τους σε αχανείς σκουπιδότοπους, οι πολλές ελευθερίες των δικαιωμάτων, απαιτούν μόνο χρηματικό αντίτιμο, μόνο οικονομικά αποτιμώνται. Έχουν υποκαταστήσει τη δύσκολη ελευθερία των υποχρεώσεων, των κόπων και των θυσιών. Το θάνατο ως ύστατο τίμημα τον εξορίζουμε σε ιδεολογήματα και μυθιστορηματικές φαντασιώσεις, κι όταν δεν είναι «φυσικός», σε βαθιά γεράματα, τον αποδεχόμαστε μόνον ως ατυχή σύμπτωση ασθενειών, δυστυχημάτων, εξαρτήσεων και αδυναμιών.

Η εποχή, ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει, έχει αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την έννοια της αξίας και των κριτηρίων του υψηλού. Πάει καιρός που έπαψε και η σκέψη να αποδίδει στην τέχνη τη λειτουργία τής αισθητής αναπαράστασης του Θείου. Μόνη μου αντίσταση στην επιδεινούμενη αμνησία της εποχής, να θυμάμαι. Στην παντοιοτρόπως διαφημιζόμενη φωτεινή λήθη κρύβεται και η σκοτεινή μας μνήμη. Εκεί, στο σκοτάδι της, ανάβω πότε-πότε ένα κεράκι. Με τον καιρό πληθαίνουν και αυτά.

Επιμένω να ζωγραφίζω και να αντιλαμβάνομαι ακόμη την εικόνα ως εικαστική φανέρωση λειτουργικού ήθους. Ο πολιτισμός μας δεν είναι ακριβώς τα έργα της τέχνης αλλά η συνείδηση της αξίας τους, δεν είναι μόνη η αξία των ίδιων των αντικειμένων αλλά η συλλογική συνείδηση αξιών του υποκειμένου, καθενός δηλαδή από εμάς που τα θεωρούμε. Και εδώ ανακύπτει ή προκαλείται ως ζητούμενη και η δυνατότητα ενός έργου να ανασύρει ή να στηρίξει αυτή τη συνείδηση, υπερβαίνοντας τους ορισμούς και τον εαυτό του και γινόμενο, αυτό το ίδιο, συλλογική συνείδηση.

Ακόμη και στην κόψη της ερημιάς και της μόνωσης οι άνθρωποι και οι κοινότητες αναγνωρίζονται σε σχέση με κάποιους άλλους ανθρώπους και κάποιες άλλες κοινότητες. Κατάγονται και συν-περι-φέρονται. Εκ φύσεως και εξ ανάγκης. Η καθαρή ατομικότητα είναι θεωρητική κατασκευή. Η ατομική μας περιπέτεια δεν μπορεί να είναι άσχετη με την περιπέτεια του κόσμου. Η συλλογική μνήμη είναι το νοητικό μας περιβάλλον. Ο κοινός μας κώδικας. Η μέσα γλώσσα μας. Μου φαίνεται, λοιπόν, αυτονόητο να συναλλάσσομαι μαζί της, να καθορίζομαι απέναντί της. Η συλλογική μνήμη είναι που κοινωνεί την προσωπική έκφραση καθενός με τον ενδεχόμενο θεατή, ακροατή ή συνομιλητή του. Και αν στις μέρες μας οι σημαίες δηλώνουν εθνικισμούς και μισαλλοδοξίες, η συλλογικότητα θα βρίσκει πάντα τρόπους και σύμβολα για να σώζει τη φιλαλληλία και την κοινότητα στην ιστορία των τόπων. Κι αν τα έθνη μπερδεύονται και τα σύμβολά τους τιμούν μόνον τους ανθρώπους που τα τίμησαν, ας μην παραχωρήσουμε, σε απρόσωπες εταιρείες, την άσκηση της υπέρτατης ελευθερίας του ανθρώπου να οραματίζεται και να τεκμηριώνει το υψηλό και το άξιο, να διαμορφώνει το κριτήριο της ζωής του και το κατάδικό του πρόσωπο. Η αιωνιότητα είναι παρούσα στη δική μας στιγμή"

www.bokoros.gr

H 28η Οκτωβρίου, παρά τον εκ μέρους των νεοελλήνων υποβιβασμό της, αποτελεί ένα ες αεί μνημείο εθνικής αξιοπρέπειας και ομοψυχίας. Για να υπομνήσω (έστω ελάχιστα), αυτό το γεγονός, αναρτώ το παρά κάτω απόσπασμα από το "Άξιον Εστί", του Οδυσσέα Ελύτη. Παραθέτω επίσης, στο τέλος, και το ηχητικό του ντοκουμέντο με τη φωνή του Μάνου Κατράκη

Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ

Ξημερώνοντας τ' Αγιαννιού, με την αύριο των φώτων, λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι μπροστά, για τα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες. Έπρεπε, λέει, να πιάσουμε τις γραμμές που κρατούσανε ως τότε οι Αρτινοί, από Χειμάρρα ως Τεπελένι. Λόγω που εκείνοι πολεμούσανε απ' την πρώτη μέρα, συνέχεια, και είχαν μείνει σκεδόν οι μισοί και δεν αντέχανε άλλο.

Δώδεκα μέρες κιόλας είχαμε μεις πιο πίσω, στα χωριά. Κι απάνω που συνήθιζε τ' αυτί μας πάλι στα γλυκά τριξίματα της γης, και δειλά συλλαβίζαμε το γάβγισμα του σκύλου ή τον αχό της μακρινής καμπάνας, να που ήταν ανάγκη, λέει, να γυρίσουμε στο μόνο αχολόι που ξέραμε: στο αργό και στο βαρύ των κανονιών, στο ξερό και στο γρήγορο των πολυβόλων.

Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ' τον άλλο, ίδια τυφλοί. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φορές, εκατοβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας. Και τις λίγες φορές όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε, μήτε που αλλάζαμε κουβέντα, μονάχοι σοβαροί κι αμίλητοι, φέγγοντας μ' ένα μικρό δαδί, μια-μια εμοιραζόμασταν τη σταφίδα. Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές, όσο να τρέξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανεβεί η ψείρα ως το λαιμό, κι ήταν αυτό πιο κι απ' την κούραση ανυπόφερτο. Τέλος, κάποτε, ακουγότανε στα σκοτεινά η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε, και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε μπροστά να κερδίσουμε δρόμο, πρίχου ξημερώσει και μας βάλουνε στόχο τ' αεροπλάνα. Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια, κι όπως το 'χε συνήθιό του, στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως.

Τότες, χωμένοι μες στις ρεματιές, γέρναμε το κεφάλι από το μέρος το βαρύ, όπου δε βγαίνουνε όνειρα. Και τα πουλιά μάς θύμωναν, που δε δίναμε τάχα σημασία στα λόγια τους - ίσως και που ασκημίζαμε χωρίς αιτία την πλάση. Άλλης λογής εμείς χωριάτες, μ' άλλω λογιώ ξινάρια και σιδερικά στα χέρια μας, που ξορκισμένα να 'ναι.

Δώδεκα μέρες κιόλας, είχαμε μεις πιο πίσω στα χωριά κοιτάξει σε καθρέφτη, ώρες πολλές, το γύρο του προσώπου μας. Κι απάνω που συνήθιζε ξανά το μάτι τα γνώριμα παλιά σημάδια, και δειλά συλλαβίζαμε το χείλο το γυμνό ή το χορτάτο από τον ύπνο μάγουλο, να που τη δεύτερη τη νύχτα σάμπως πάλι αλλάζαμε, την τρίτη ακόμη πιο πολύ, την ύστερη, την τέταρτη, πια φανερό, δεν είμασταν οι ίδιοι. Μόνε σα να πηγαίναμε μπουλούκι ανάκατο, θαρρούσες, απ' όλες τις γενιές και τις χρονιές, άλλοι των τωρινών καιρών κι άλλοι πολλά παλιών, πού 'χαν λευκάνει απ' τα περίσσια γένια. Καπεταναίοι αγέλαστοι με το κεφαλοπάνι, και παπάδες θεριά, λοχίες του 97 ή του 12, μπαλτατζήδες βλοσυροί πάνου απ' τον ώμο σειώντας το πελέκι, απελάτες και σκουταροφόροι με το αίμα επάνω τους ακόμη Βουργάρων και Τουρκών. Όλοι μαζί, δίχως μιλιά, χρόνους αμέτρητους αγκομαχώντας πλάι-πλάι, διαβαίναμε τις ράχες, τα φαράγγια, δίχως να λογαριάζουμε άλλο τίποτε. Γιατί καθώς όταν βαρούν απανωτές αναποδιές τους ίδιους τους ανθρώπους πάντα, συνήθαν στο Κακό, τέλος του αλλάζουν όνομα, το λεν Γραμμένο ή Μοίρα - έτσι κι εμείς επροχωρούσαμε ίσια πάνου σ' αυτό που λέγαμε Κατάρα, όπως θα λέγαμε Αντάρα ή Σύννεφο. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη όπου πολλές φορές εκατοβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά, ψιχάλιζε στους δρόμους έξω καθώς μες στην ψυχή μας.

Κι ότι ήμασταν σιμά πολύ στα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες, μήτε αρρώστους και γερούς, μήτε φτωχούς και πλουσίους, το καταλαβαίναμε. Γιατί κι ο βρόντος πέρα, κάτι σαν πίσω απ' τα βουνά, δυνάμωνε ολοένα, τόσο που καθαρά στο τέλος να διαβάζουμε το αργό και το βαρύ των κανονιών, το ξερό και το γρήγορο των πολυβόλων. Ύστερα και γιατί ολοένα πιο συχνά, τύχαινε τώρα ν' απαντούμε, απ' τ' άλλο μέρος vα 'ρχονται, οι αργές οι συνοδείες με τους λαβωμένους. Όπου απιθώνανε χάμου τα φορεία οι νοσοκόμοι, με τον κόκκινο σταυρό στο περιβραχιώνιο, φτύνοντας μέσα στις παλάμες, και το μάτι τους άγριο για τσιγάρο. Κι όπου σαν ακούγανε για που τραβούσαμε, κουνούσαν το κεφάλι, αρχινώντας ιστορίες για σημεία και τέρατα. Όμως εμείς το μόνο που προσέχαμε ήταν εκείνες οι φωνές μέσα στα σκοτεινά, που ανέβαιναν, καυτές ακόμη από την πίσσα του βυθού ή το θειάφι. "Όι, όι μάνα μου"," όι, όι μάνα μου", και κάποτε, πιο σπάνια, ένα πνιχτό μουσούνισμα, ίδιο ροχαλητό, που 'λεγαν, όσοι ξέρανε, είναι αυτός ο ρόγχος του θανάτου.

Ήταν φορές που εσέρνανε μαζί τους κι αιχμαλώτους, μόλις πιασμένους λίγες ώρες πριν, στα ξαφνικά γιουρούσια που κάναν τα περίπολα. Βρωμούσανε κρασί τα χνώτα τους, κι οι τσέπες γιομάτες κονσέρβα ή σοκολάτες. Όμως εμείς δεν είχαμε, ότι κομμένα τα γιοφύρια πίσω μας, και τα λίγα μουλάρια μας κι εκείνα ανήμπορα μέσα στο χιόνι και στη γλιστράδα της λασπουριάς.

Τέλος κάποια φορά, φανήκανε μακριά οι καπνοί που ανέβαιναν μεριές-μεριές, κι οι πρώτες στον ορίζοντα κόκκινες, λαμπερές φωτοβολίδες...


http://www.youtube.com/watch?v=f2fkHIse_vs



Μια άγνωστη επιστολή, που είχε στείλει ο τραγουδοποιός Μανώλης Ρασούλης, λίγο πριν το θάνατό του στη φίλη του και δημοσιογράφο Ζωή Νιομανάκη έφερε στο φως της δημοσιότητας η εφημερίδα "Το Ποντίκι".
 Όπως αναφέρει η δημοσιογράφος του κρατικού ραδιοτηλεοπτικού καναλιού WDR (West Deutscher Rundfunk), ένα χρόνο μετά το θάνατο, του μεγάλου καλλιτέχνη και παρατηρώντας την Αθήνα του σήμερα, επιλέγει να τη μοιραστεί με όλους μας, θεωρώντας ότι οι τελευταίες του δημόσιες κουβέντες, αξίζουν να φτάσουν σε όλους τους Έλληνες.
Ακολουθεί η επιστολή του Μανώλη Ρασούλη προς τη Ζωή Νιομανάκη.

Νοέμβριος 2010

«Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν: ''Άκουσον μεν, πάταξον δε''.
Ο σκοπός της επιστολής μου είναι να στείλω δύο μηνύματα:
1. Εγώ προσωπικά δεν δέχομαι τους τίτλους pigs - οκνηρός - άσωτος κ.λπ. που μας φόρτωσαν γενικεύοντας κάποιοι απ' τα βόρεια.
2. Υπάρχει μια Ελλάδα μες στην Ελλάδα, όπως υπήρχε και μια Γερμανία μέσα στη Γερμανία από το 1933 έως το 1945.
Η αλήθεια είναι ότι εδώ και 25 χρόνια, ζώντας με τους συμπατριώτες μου, βιώνοντας μια διαρκώς γενικευόμενη, αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, έλεγα ότι αυτό το στυλ θα καταστρέψει την Ελλάδα, μπορεί και την ανθρωπότητα. Έκανα το οτιδήποτε να εκφράσω το αντίδοτο. Μάλλον απ' ό,τι φαίνεται ηττήθηκα.
Στην Ελλάδα σφυρηλατήθηκε και εγκαθιδρύθηκε ένας μέσος πολίτης, μικροαστός, νεόπλουτος, αρχοντοχωριάτης. Επικυριάρχησε στο κοινωνικό, πολιτικό, ιστορικό, ψυχολογικό, αισθητικό προσκήνιο, καταστρέφοντας τον ρυθμό και το στυλ της χώρας.
Επίσης, καταστρέφοντας τη λαϊκή κουλτούρα, δηλαδή το αυθεντικό τραγούδι, που είναι το θεμελιώδες στοιχείο της ταυτότητάς μας, απαξιώνοντας την λόγια ποίηση, εγκαθιδρύοντας, διά πυρρός και σιδήρου, τα πολιτιστικά κέντρα της χαράς και της αισιοδοξίας, όπως τα ονόμασαν, κάτι χαζοκαμπαρέ, τα λεγόμενα σκυλάδικα.
Διαμόρφωσαν έναν χαζοκαμπαρετζίδικο τρόπο σκέψης, καθιστώντας την Ελλάδα ένα νομιμοποιημένο πορνοστάσιο.
Ο πολιτισμός, καθώς και ο τουρισμός, δέχτηκαν σκληρά πλήγματα. Από τους περιηγητές του '60 φτάσαμε στα ξενοδοχεία των 5.000 ανθρώπων που, με τα βραχιολάκια στο χέρι, βίωναν τις διακοπές τους και έφευγαν σχεδόν χωρίς να ξέρουν σε ποια χώρα τους φέραν. Η εποποιία του Ζορμπά, των παιδιών του Πειραιά, παρήλθε ανεπιστρεπτί.
Πωλήθηκαν κατά κόρον και ο μύθος και η παρθενικότητα της χώρας, αλλά και το συμπαθές ναΐφ του μέσου ρωμιού αντικαταστάθηκε από την κουτοπονηριά, από το απρόσωπο, από τον μέσο όρο των super market και των τραπεζών και τώρα το σλόγκαν του Υπουργείου Τουρισμού "Έλα στην Ελλάδα να ζήσεις τον μύθο σου" ακούγεται γελοίο και κούφιο.
Υπάρχει μια άλλη Ελλάδα μες στην Ελλάδα, εξόριστη και καταδικασμένη από τα ποικίλα golden boys και τους εγχώριους κερδοσκόπους που δεν αναγνωρίζουν πατρίδα ή πολιτισμό, αλλά ορκίζονται στη money-land. Ανίκανοι και άπληστοι.
Δεν συμμετείχα στους ολυμπιακούς αγώνες γιατί ήμουν σίγουρος ότι μετά την φαμφάρα θα ακολουθούσε η ξεφτίλα, όπως και έγινε. Η Αθήνα είναι πρωτοφανές φαινόμενο πρωτεύουσας που έχει τον μισό πληθυσμό της χώρας στην επικράτειά της. Αλαζονική πόλη, αφού λανσάρεται ως μητέρα της δημοκρατίας και του μέτρου. Τώρα είναι αμετροεπής μητρόπολη, βρώμικη μητέρα απίστευτης εγκληματικότητας. Δημοκρατία δεν υπάρχει, πολιτικό σύστημα δεν υπάρχει.
Όλα ελέγχονται από το ΔΝΤ, την Ευρώπη, τους Γεωργιανούς και Ρουμανόγυφτους εγκληματίες. Παλιότερα σκεφτόμουν μήπως φέρναμε 100 Γερμανούς (βλέπε Ρεχάγκελ), να αναλάβουν για 100 χρόνια τη χώρα, μπας και ισορροπήσει. Θα με κατηγορούσαν για ανθέλληνα. Τώρα τους έφεραν ή ήρθαν λόγω ανωτέρας βίας και την πληρώνουν αυτοί που δεν έφταιξαν. Χιλιάδες χάνουν τις δουλειές τους, άλλοι αυτοκτονούν και άλλοι αγοράζουν ακριβά σπίτια στο κέντρο του Λονδίνου.
Κατά τα άλλα, τα εκλεκτά στελέχη του ελληνικού status πουλούν φούμαρα ότι είναι απόγονοι του Αριστοτέλη, του Σωκράτη και του Ηράκλειτου. Και αυτά χωρίς εσωτερική λογική, και έτσι ξανακαταλήξαμε σε μια νέα Greek salad, σε μια δραματική φαρσοκωμωδία. Εγώ προσπάθησα να καταλάβω τι συμβαίνει και να αντιπροτείνω κάποιες λύσεις. Ως εκ τούτου υπέστην ποικίλα πογκρόμ.
Ηττήθηκε η αντίληψή μας, γι' αυτό φτάσαμε στο παρόν χάλι. Αντιλαμβάνομαι ότι όλα αυτά είναι μέρος μιας παγκόσμιας κρίσης. Το ανθρώπινο είδος βρίσκεται στο απόλυτο αδιέξοδο. Ο πλανήτης έχει καταστραφεί. Δεν μπορούμε πια να αναπτύξουμε τους ρυθμούς της βιομηχανίας όπως παλιά και ταυτόχρονα να σώσουμε το περιβάλλον.
Τι μέλλει γενέσθαι; Κάθε κρίση γεννά πόλεμο. Το απεύχομαι και κάνω κάθε τι για να μην μας συμβεί. Γεννήθηκα σαράντα μέρες μετά τη βόμβα στη Χιροσίμα. Ως εκ τούτου προσπαθώ στη Μέση Ανατολή, εδώ και οχτώ χρόνια, να δημιουργηθεί ένας κοινός παρονομαστής για τους δυο λαούς, γιατί από αυτό το άλυτο πρόβλημα μπορεί να ξεκινήσει ένας παγκόσμιος πόλεμος.
Ονειρευόμουνα να γίνει η Ελλάδα μια πολιτισμική Ελβετία και μητέρα που θα κυοφορήσει ένα όραμα για την παγκόσμια ειρήνη. Τώρα είμαστε στο στόχαστρο όλου του δυτικού κόσμου και παράδειγμα προς αποφυγή. Να μην ξεχάσω να πω ότι πριν από χρόνια έστειλα μια επιστολή στην Süddeutsche Zeitung περί όλων αυτών, αλλά δεν ενδιαφέρθηκαν για το θέμα.
Πέρυσι και φέτος ο Γερμανός ανταποκριτής της ίδιας εφημερίδας στην Κωνσταντινούπολη ήρθε στην Ελλάδα, μου πήρε δύο συνεντεύξεις και πάλι η διεύθυνση της εφημερίδας αδιαφόρησε. Πάντως εγώ προσπάθησα.
Επίσης, ως προς το θέμα που ετέθη να πουλήσει η Ελλάδα τα νησιά της και την Ακρόπολη, έχω να πω: (α) Η Ακρόπολη δεν είναι ιδιοκτησία μας. Ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα και (β) Μεγάλες εκτάσεις της Ελλάδας, και όχι μόνο, έχουν αγοραστεί από Γερμανούς. Πρόσφατα συμμετείχα σε ένα φεστιβάλ ποίησης στη Μαγιόρκα, όπου ο κυβερνήτης της μας έλεγε με αγωνία ότι οι Γερμανοί έχουν αγοράσει το 80% του νησιού και θέλουν να το προσαρτήσουν στη Γερμανία. Αν αυτό αποτελεί ένα σχέδιο επεκτατισμού στον νότο εκ μέρους της Γερμανίας, δεν γνωρίζω. Αν, λόγω της κρίσης, οι νεοέλληνες ξαναχαθούμε στη διασπορά, θα ήθελα να έρθουν στην Ελλάδα ποιητές, διανοούμενοι, επιστήμονες από όλο τον κόσμο, και από εδώ να ξεκινήσει μια προσπάθεια διαιώνισης της ζωής πάνω στον πλανήτη σε ένα ανώτερο επίπεδο.
Αυτά προς το παρόν. Σας χαιρετώ όλους και τον καθένα χωριστά.
Εμμανουήλ Ρασούλης, Έλλην τραγουδοποιός"

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Μια έξοχη ανθολογία ντοκουμέντων λογοτεχνικών και πολιτιστικών της Εθνικής Τράπεζας. Ίσως ό,τι καλύτερο στο χώρο του. Απολαύστε το:

http://www.os3.gr/arhive_afieromata/gr_afieromata.html

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Η άφατη δυναμική και γοητεία της Ελληνικής γλώσσας


Ο πρώην πρωθυπουργός και καθηγητής κ. Ξενοφών Ζολώτας είχε εκφωνήσει δύο λόγους στην Ουάσιγκτον (στις 26 Σεπτεμβρίου 1957 και στις 2 Οκτωβρίου 1959), οι οποίοι έμειναν μνημειώδεις. Αιτία ως προς αυτό δεν ήταν μόνο το περιεχόμενό τους αλλά και η γλώσσα τους. Υποτίθεται ότι η γλώσσα των λόγων ήταν η αγγλική. Κατ' ουσίαν όμως, με την αφαίρεση λίγων συνδέσμων, άρθρων και προθέσεων η γλώσσα είναι η Ελληνική. Το ακροατήριό του αποτελούσαν οι σύνεδροι της Διεθνούς Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και δεν αντιμετώπισαν τότε κανένα πρόβλημα στην κατανόηση τού προφορικού κειμένου που ανέγνωσε ο Έλληνας καθηγητής. Εκείνο τον καιρό, κατείχε την θέση τού διευθυντή Τραπέζης Ελλάδος και διαχειριστή του ελληνικού Δημοσίου Χρέους. Ακολουθεί ο λόγος της 26/9/1957:

"I always wished to address this Assembly in Greek, but realized that it would have been indeed "Greek" to all present in this room. I found out, however, that I could make my address in Greek which would still be English to everybody. With your permission, Mr. Chairman, l shall do it now, using with the exception of articles and prepositions, only Greek words.

"Kyrie, I eulogize the archons of the Panethnic Numismatic Thesaurus and the Ecumenical Trapeza for the orthodoxy of their axioms, methods and policies, although there is an episode of cacophony of the Trapeza with Hellas. With enthusiasm we dialogue and synagonize at the synods of our didymous organizations in which polymorphous economic ideas and dogmas are analyzed and synthesized. Our critical problems such as the numismatic plethora generate some agony and melancholy. This phenomenon is characteristic of our epoch. But, to my thesis, we have the dynamism to program therapeutic practices as a prophylaxis from chaos and catastrophe. In parallel, a Panethnic unhypocritical economic synergy and harmonization in a democratic climate is basic. I apologize for my eccentric monologue. I emphasize my euharistia to you, Kyrie to the eugenic arid generous American Ethnos and to the organizes and protagonists of his Amphictyony and the gastronomic symposia".

Δύο χρόνια αργότερα, το 1959, ο Ξ. Ζολώτας έδωσε μία άλλη ελληνοαγγλική ομιλία, ζητώντας να τον ακούσουν με προσοχή, ακόμα κι αν υπήρχε ο κίνδυνος να κουράσει τους ακροατές του. Ιδού ο λόγος και η ελληνική του "μεταγραφή":

Kyrie, it is Zeus' anathema on our epoch (for the dynamism of our economies) and the heresy of our economic method and policies that we should agonize the Scylla of numismatic plethora and the Charybdis of economic anaemia. It is not my idiosyncracy to be ironic or sarcastic but my diagnosis would be that politicians are rather cryptoplethorists. Although they emphatically stigmatize numismatic plethora, they energize it through their tactics and practices. Our policies should be based more on economic and less on political criteria. Our gnomon has to be a metron between economic, strategic and philanthropic scopes. Political magic has always been anti-economic. In an epoch characterized by monopolies, oligopolies, monopolistic antagonism and polymorphous inelasticities, our policies have to be more orthological, but this should not be metamorphosed into plethorophobia, which is endemic among academic economists. Numismatic symmetry should not antagonize economic acme. A greater harmonization between the practices of the economic and numismatic archons is basic. Parallel to this, we have to synchronize and harmonize more and more our economic and numismatic policies panethnically. These scopes are more practicable now, when the prognostics of the political and economic barometer are halcyonic. The history of our didimus organization on this sphere has been didactic and their gnostic practices will always be a tonic to the polyonymous and idiomorphous ethnical economies. The genesis of the programmed organization will dynamize these policies. Therefore, Ι sympathize, although not without criticism, one or two themes with the apostles and the hierarchy of our organs in their zeal to program orthodox economic and numismatic policies, although I have some logomachy with them. I apologize for having tyrannized you with my Hellenic phraseology. In my epilogue, i emphasize my eulogy to the philoxenous autochthones of this cosmopolitan metropolis and my encomium to you, Kyrie stenographers.


Στο παρελθόν, ο Ξ. Ζολώτας είχε εκφωνήσει και έναν ελληνο-γαλλικό λόγο. Ευκαιρία να μάθουμε και λίγα γαλικούλια!

Le Dédale Synchrone Du Cosmos Politique 

Kyrie, Sans apostropher ma rhétorique dans l emphase et la pléthore, j analyserai elliptiquement, sans nul gallicisme, le dédale synchrone du cosmos politique caractérise par des syndromes de crise paralysant l organisation systématique de notre économie. Nous sommes périodiquement sceptiques et neurasthéniques devant ces paroxysmes périphrastiques, cette boulimie des démagogues, ces hyperboles, ces paradoxes hypocrites et cyniques qui symbolisent une démocratie anachronique et chaotique. Les phénomènes fantastiques qu’on nous prophétise pour l époque astronomique détrôneront les programmes rachitiques, hybrides et sporadiques de notre cycle atomique. Seule une panacée authentique et draconienne métamorphosera cette agonie prodrome de l apocalypse et une genèse homologue du Phénix. Les économistes technocrates seront les stratèges d un théâtre polémique et dynamique et non les prosélytes du marasme. Autochtones helléniques, dans une apologie cathartique, psalmodions les théorèmes de la démocratie thésaurisant et héroïque, soyons allergiques aux parasites allogènes dont les sophismes trop hyalins n ont qu’une pseudo dialectique. En épilogue a ces agapes, mon amphore a l apogée, je prophétise toute euphorie et apothéose a Monsieur Giscard d Estaing, prototype enthousiasmant de la néo-orthodoxie économique et symbole de la palingénésie de son ethnie gallique.

Μάνος Χατζηδάκις:

"Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενυσχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του. 

Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτ
ικής. Κι αποτελεί πολιτική «παράδοση» η πεποίθηση πως τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται, τιθασεύονται....

Ο φασισμός στις μέρες μας φανερώνεται με δυο μορφές. Ή προκλητικός, με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους ή παθητικός μες στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν. Κι έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμότερο αργός και σιωπηλός θάνατος από την αντίδραση του ζωντανού και ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε....

(Kείμενό του Μάνου για το νεοναζισμό και τον εθνικισμό που έγραψε τον Φεβρουάριο του 1993, λίγους μήνες πριν τον θάνατό του. Δημοσιεύθηκε στο πρόγραμμα αντιναζιστικής συναυλίας που είχε δώσει η Ορχήστρα των Χρωμάτων με έργα Βάιλ, Λίστ και Μπάρτοκ.)
Music Paper.gr

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Οι σκέψεις, σημαινόντων πνευματικών ανθρώπων, αποτελούν συνεχείς υποθήκες για όσους αυτοχρίονται ες αεί μαθητές. Η συνεχής ανάγνωση, σε επίπεδο μελέτης, των λόγων τους, αποτελεί σημαντική αφορμή αυτοβελτίωσης. Με αυτές τις σκέψεις παραθέτω τους λόγους των δυο ποιητών μας που τιμήθηκαν με το βραβείο Νομπέλ. Θα χαρώ αν τους ρίξετε μια ματιά.

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012



Οδυσσέας Ελύτης: Η ομιλία του κατά την απονομή του Βραβείου Νομπέλ (Στοκχόλμη, 8/12/1979)


Κύριοι ακαδημαϊκοί, κυρίες και κύριοι

Ας μου επιτραπεί, παρακαλώ, να μιλήσω στο όνομα της φωτεινότητας και της διαφάνειας. Επειδή οι ιδιότητες αυτές είναι που καθορίσανε τον χώρο μέσα στον οποίο μου ετάχθη να μεγαλώσω και να ζήσω. Και αυτές είναι που ένιωσα, σιγά - σιγά, να ταυτίζονται μέσα μου με την ανάγκη να εκφρασθώ. Είναι σωστό να προσκομίζει κανείς στην τέχνη αυτά που του υπαγορεύουν η προσωπική του εμπειρία και οι αρετές της γλώσσας του. Πολύ περισσότερο όταν οι καιροί είναι σκοτεινοί και αυτό που του υπαγορεύουν είναι μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ορατότητα.

Δεν μιλώ για τη φυσική ικανότητα να συλλαμβάνει κανείς τ' αντικείμενα σ' όλες τους τις λεπτομέρειες αλλά για τη μεταφορική, να κρατά την ουσία τους και να τα οδηγεί σε μια καθαρότητα τέτοια που να υποδηλώνει συνάμα την μεταφυσική τους σημασιολογία. 0 τρόπος με τον οποίο μεταχειρίστηκαν την ύλη οι γλύπτες της Κυκλαδικής περιόδου, που έφτασαν ίσια-ίσια να ξεπεράσουν τηv ύλη, το δείχνει καθαρά. Όπως επίσης, ο τρόπος που οι εικονογράφοι του Βυζαντίου επέτυχαν από το καθαρό χρώμα να υποβάλλουν το "θείο".

Μια τέτοια, διεισδυτική και συνάμα μεταμορφωτική επέμβαση μέσα στην πραγματικότητα επεχείρησε πιστεύω ανέκαθεν και κάθε υψηλή ποίηση. Όχι να αρκεστεί στο "νυν έχον" αλλά να επεκταθεί στο "δυνατόν γενέσθαι" . Κάτι που, είναι η αλήθεια, δεν εκτιμήθηκε πάντοτε. Ίσως γιατί οι ομαδικές νευρώσεις δεν το επέτρεψαν. Ίσως γιατί ο ωφελιμισμός δεν άφησε τα μάτια των ανθρώπων ανοιχτά όσο χρειάζεται. Η ομορφιά και το φως συνέβη να εκληφθούν άκαιρα ή ανώδυνα. Και όμως. Η διεργασία που απαιτείται για να φτάσει κανείς στο σχήμα του Αγγέλου είναι, πιστεύω, πολύ πιο επώδυνη από την άλλη που εκμαιεύει όλων των λογιών τους Δαιμόνους.

Βέβαια υπάρχει το αίνιγμα. Βέβαια υπάρχει το μυστήριο. Αλλά το μυστήριο δεν είναι μια σκηνοθεσία που επωφελείται από τα παιχνίδια της σκιάς και του σκότους για να μας εντυπωσιάσει απλώς. Είναι αυτό που εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο και μέσα στο απόλυτο φως. Είναι τότε που προσλαμβάνει την αίγλη εκείνη που ελκύει και που την ονομάζουμε Ομορφιά. Την Ομορφιά που είναι μια οδός - η μόνη ίσως οδός προς το άγνωστο μέρος του εαυτού μας, προς αυτό που μας υπερβαίνει. Επειδή αυτό είναι στο βάθος η ποίηση: η τέχνη να οδηγείσαι και να φτάνεις προς αυτό που σε υπερβαίνει.

Από τα μυριάδες μυστικά σήματα, που μ' αυτά είναι διάσπαρτος ο κόσμος και που αποτελούν άλλες τόσες συλλαβές μιας άγνωστης γλώσσας, να συνθέσεις λέξεις και από τις λέξεις φράσεις που η αποκρυπτογράφησή τους να σε φέρνει πιο κοντά στην βαθύτερη αλήθεια.

Πού λοιπόν βρίσκεται σε έσχατη ανάλυση η αλήθεια; Στην φθορά και στον θάνατο που διαπιστώνουμε κάθε μέρα γύρω μας ή στη ροπή που μας ωθεί να πιστεύουμε ότι αυτός ο κόσμος είναι ακατάλυτος και αιώνιος; Είναι φρόνιμο να αποφεύγουμε τις μεγαλεπήβολες εκφράσεις, το ξέρω. Οι κατά καιρούς κοσμολογικές θεωρίες τις χρησιμοποίησαv, ήρθαν σε σύγκρουση, ακμάσανε, πέρασαν. Η ουσία όμως έμεινε, μένει. Και η Ποίηση, που εγείρεται στο σημείο όπου ο ορθολογισμός καταθέτει τα όπλα του για να τ' αναλάβει εκείνη και να προχωρήσει μέσα στην απαγορευμένη ζώνη, ελέγχεται να είναι ίσια-ίσια εκείνη που προσβάλλεται λιγότερο από τη φθορά. Διασώζει σε καθαρή μορφή τα μόνιμα, τα βιώσιμα στοιχεία που καταντούν δυσδιάκριτα μέσα στο σκότος της συνείδησης όπως τα φύκια μέσα στους βυθούς των Θαλασσών.
Να γιατί μας χρειάζεται η διαφάνεια. Για να διακρίνουμε τους κόμπους στο νήμα που μες από τους αιώνες τεντώνεται και μας βοηθεί να σταθούμε όρθιοι πάνω σ' αυτή τη γη.

Από τον Ηράκλειτο έως τον Πλάτωνα και από τον Πλάτωνα έως τον lησού διακρίνουμε αυτό το "δέσιμο" που φτάνει κάτω από διάφορες μορφές ως τις ημέρες μας και που μας λέει περίπου το ίδιο: ότι εντός του κόσμου τούτου εμπεριέχεται και με τα στοιχεία του κόσμου τούτου ανασυντίθεται ο άλλος κόσμος, ο "πέραν", η δεύτερη πραγματικότητα, η υπερτοποθετημένη επάνω σ' αυτήν όπου παρά φύσιν ζούμε. Είναι μια πραγματικότητα που τη δικαιούμαστε και που από δική μας ανικανότητα δεν αξιωνόμαστε.

Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι σε εποχές υγιείς το Κάλλος ταυτίσθηκε με το Αγαθόν και το Αγαθόν με τον Ήλιο. Κατά το μέτρο που η συνείδηση καθάρεται και πληρούται με φως, τα μελανά σημεία υποχωρούν και σβήνουν αφήνοντας κενά που - όπως ακριβώς στους φυσικούς νόμους - τα αντίθετά τους έρχονται να πληρώσουν τη Θέση τους.
Κι αυτό, με τέτοιον τρόπο που τελικά το δημιουργημένο αποτέλεσμα να στηρίζεται και στις δύο πλευρές, Θέλω να πω στο "εδώ" και στο "επέκεινα". Ο Ηράκλειτος δεν είχε ήδη μιλήσει για μιαν "εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίην"; Εάν είναι ο Απόλλων ή η Αφροδίτη, ο Χριστός ή η Παναγία, που ενσαρκώνουν και προσωποποιούν την ανάγκη να δούμε υλοποιημένο εκείνο που σε ορισμένες στιγμές διαισθανόμαστε, δεν έχει σημασία.  Σημασία έχει η αναπνοή της αθανασίας που μας επιτρέπουν. Η Ποίηση οφείλει, κατά την ταπεινή μου γνώμη, πέραν από συγκεκριμένα δόγματα, να επιτρέπει αυτή την αναπνοή .

Πώς να μην αναφερθώ εδώ στον Φρειδερίκο Χαίλντερλιν, τον μεγάλο ποιητή που με το ίδιο πνεύμα εστράφηκε προς τους Θεούς του Ολύμπου και προς τον Ιησού; Η σταθερότητα που έδωσε σ' ένα είδος οράματος είναι ανεκτίμητη. Και η έκταση που μας αποκάλυψε μεγάλη. Θα έλεγα τρομακτική. Αυτή άλλωστε είναι που τον έκανε, όταν μόλις ακόμη άρχιζε το κακό που σήμερα μας πλήττει, ν' ανακράξει: Wozu Dichter in durftiger Zeit!
Oι καιροί, φευ, εστάθηκαν ανέκαθεν για τον άνθρωπο durftiger. Αλλά και η ποίηση ανέκαθεν λειτουργούσε. Δύο φαινόμενα προορισμένα να συνοδεύουν την επίγεια  μοίρα μας και που το ένα τους αντισταθμίζει το άλλο. Πώς αλλιώς. Αφού και η νύχτα και τ' άστρα μας γίνονται αντιληπτά χάρη στον ήλιο. Με τη διαφορά ότι ο ήλιος, κατά τη ρήση του αρχαίου σοφού, εάν υπερβεί τα μέτρα καταντά "ύβρις". Χρειάζεται να βρισκόμαστε στη σωστή απόσταση από τον ηθικόv ήλιο, όπως ο πλανήτης μας από τον φυσικόν ήλιο, για να γίνεται η ζωή επιτρεπτή. Mας έφταιγε άλλοτε η αμάθεια. Σήμερα μας φταίει η μεγάλη γνώση. Δεν έρχομαι μ' αυτά που λέω να προστεθώ στην μακρά σειρά των επικριτών του τεχνικού μας πολιτισμού. Μια σοφία παλαιή όσο και η χώρα που μ' εξέθρεψε, μ' εδίδαξε να δέχομαι την εξέλιξη, να χωνεύω την πρόοδο μαζί με όλα της τα παρεπόμενα, όσο δυσάρεστα και αν μπορεί να είναι αυτά.

Τότε όμως η Ποίηση; Τι αντιπροσωπεύει μέσα σε μια τέτοια κοινωνία; Απαντώ: τον μόνο χώρο όπου η δύναμη του αριθμού δεν έχει πέραση. Και ακριβώς, η εφετεινή απόφασή σας να τιμήσετε στο πρόσωπό μου την ποίηση μιας μικρής χώρας δείχνει σε πόσο αρμονική ανταπόκριση βρίσκεστε με την χαριστική αντίληψη της τέχνης, την αντίληψη ότι η τέχνη είναι η μόνη εναπομένουσα πολέμιος της ισχύος που κατήντησε να έχει στους καιρούς μας η ποσοτική αποτίμηση των αξιών.

Είναι, το ξέρω, άτοπο ν' αναφέρεται κανείς σε προσωπικές περιπτώσεις. Και ακόμη πιο άτοπο να επαινεί το σπίτι του. Είναι όμως κάποτε απαραίτητο, στον βαθμό που αυτά βοηθούν να δούμε πιο καθαρά μιαν ορισμένη κατάσταση πραγμάτων. Και είναι σήμερα η περίπτωση. Μου εδόθηκε, αγαπητοί φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα που μιλιέται μόνον από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων. Παρ' όλ' αυτά, μια γλώσσα που μιλιέται επί δυόμισι χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και μ' ελάχιστες διαφορές. Η παράλογη αυτή, φαινομενικά, διάσταση, αντιστοιχεί και στη υλικο-πνευματική οντότητα της χώρας μου. Που είναι μικρή σε έκταση χώρου και απέραντη σε έκταση χρόνου. Και το αναφέρω όχι διόλου για να υπερηφανευθώ αλλά για να δείξω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας ποιητής όταν χρησιμοποιεί για τα πιο αγαπημένα πράγματα τις ίδιες λέξεις που χρησιμοποιούσαν μια Σαπφώ ή ένας Πίνδαρος π.χ. - χωρίς ωστόσο να έχει το αντίκρισμα που είχαν εκείνοι επάνω στην έκταση της πολιτισμένης τότε ανθρωπότητας. Εάν η γλώσσα αποτελούσε απλώς ένα μέσον επικοινωνίας, πρόβλημα δεν θα υπήρχε. Συμβαίνει όμως ν' αποτελεί και εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών. Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις. Χωρίς να λησμονεί κανείς ότι στο μάκρος εικοσιπέντε αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω ούτε ένας, που να μην γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα. Nα τι είναι το μεγάλο βάρος παράδοσης που το όργανο αυτό σηκώνει. Το παρουσιάζει ανάγλυφα η νέα ελληνική ποίηση.

Η σφαίρα που σχηματίζει η νέα ελληνική ποίηση έχει, θα μπορούσε να πει κανείς, όπως κάθε σφαίρα δύο πόλους: τον βόρειο και τον νότιο. Στον ένα τοποθετείται ο Διονύσιος Σολωμός που από την άποψη της εκφραστικής επέτυχε - προτού υπάρξει ο Mallarmé στα ευρωπαϊκά γράμματα - να χαράξει με άκρα συνέπεια και αυστηρότητα την αντίληψη της καθαρής ποίησης με όλα της τα παρεπόμενα: να υποτάξει το αίσθημα στη διάνοια, να εξευγενίσει την έκφραση και να δραστηριοποιήσει όλες τις δυνατότητες του γλωσσικού οργάνου προς την κατεύθυνση του Θαύματος. Στον άλλο πόλο, τοποθετείται ο K. Π. Καβάφης, αυτός που παράλληλα με τον T. S. Eliot έφτασε στην άκρα λιτότητα, στη μεγαλύτερη δυνατή εκφραστική ακρίβεια, εξουδετερώνοντας τον πληθωρισμό στην διατύπωση των προσωπικών του βιωμάτων.

Ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους κινήθηκαν οι μεγάλοι μας άλλοι ποιητές, ο Ανδρέας Κάλβος, ο Κωστής Παλαμάς, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Γιώργος Σεφέρης, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο προς το ένα ή το άλλο από τα δύο άκρα. Αυτή είναι μια πρόχειρη και όσο γίνεται πιο σχηματική χαρτογράφηση του νεοελληνικού ποιητικού λόγου. Το πρόβλημα για μας που ακολουθήσαμε, ήτανε να επωμιστούμε τα υψηλά διδάγματα που μας κληροδότησαν και, ο καθένας με τον τρόπο του, να τ' αρμόσουμε πάνω στη σύγχρονη ευαισθησία. Πέραν από τα όρια της τεχνικής, οφείλαμε να φτάσουμε σε μια σύνθεση που από το ένα μέρος ν' αναχωνεύει τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης και από το άλλο να εκφράζει τα κοινωνικά και ψυχολογικά αιτήματα της εποχής μας. Με άλλα λόγια, να φτάσουμε να προβάλλουμε τον τύπο του "Ευρωπαίου - Έλληνα". Δεν μιλώ για επιτυχίες, μιλώ για προσπάθειες. Οι κατευθύνσεις είναι που έχουν σημασία για τον μελετητή της Λογοτεχνίας.

Πώς όμως ν' αναπτυχθούν οι κατευθύνσεις αυτές ελεύθερα όταν οι συνθήκες της ζωής είναι στις ημέρες μας εξοντωτικές για τον δημιουργό; Και πώς να διαμορφωθεί η πνευματική κοινότητα, όταν οι φραγμοί των γλωσσών ορθώνονται αξεπέραστοι; Σας γνωρίζουμε και μας γνωρίζετε από το 20 ή έστω το 30 % που απομένει ύστερα από την μεταγλώττιση. Ειδικά εμείς όλοι, όσοι κρατάμε από μια συγκεκριμένη παράδοση και μένουμε βουβοί, αμετάδοτοι πάσχουμε από την έλλειψη μιας κοινής γλώσσας. Και ο αντίκτυπος απ' αυτή την έλλειψη - αν ανεβούμε την κλίμακα - σημειώνεται ακόμη και στην πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα της κοινής μας πατρίδας, της Ευρώπης.

Λέμε και το διαπιστώνουμε κάθε μέρα, ότι ζούμε σ' ένα χάος ηθικό. Κι αυτό, τη στιγμή που ποτέ άλλοτε η κατανομή των στοιχείων της υλικής μας ύπαρξης δεν έγινε με τόσο σύστημα, τόση στρατιωτική θα έλεγα τάξη, τόσον αδυσώπητο έλεγχο. Η αντίφαση είναι διδακτική. Όταν σε δύο σκέλη το ένα υπερτροφεί, το άλλο ατροφεί. Μια αξιέπαινη ροπή να συνενωθούν σε ενιαία μονάδα οι λαοί της Ευρώπης, προσκόπτει σήμερα στην αδυναμία να συμπέσουν τα ατροφικά και τα υπερτροφικά σκέλη του πολιτισμού μας. Οι αξίες μας ούτε αυτές δεν αποτελούν μια γλώσσα κοινή.

Για τον ποιητή - μπορεί να φαίνεται παράξενο αλλά είναι αληθές - η μόνη κοινή γλώσσα που αισθάνεται να του απομένει είναι οι αισθήσεις. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, ο τρόπος που αγγίζονται δύο σώματα δεν άλλαξε. Μήτε οδήγησε σε καμία σύγκρουση όπως οι εικοσάδες των ιδεολογιών που αιματοκύλισαν τις κοινωνίες μας και μας άφησαν με αδειανά χέρια.

Όμως όταν μιλώ για αισθήσεις δεν εννοώ το προσιτό, πρώτο ή δεύτερο, επίπεδό τους. Εννοώ το απώτατο. Εννοώ τις "αναλογίες των αισθήσεων" στο πνεύμα. Όλες οι τέχνες μιλούν με ανάλογα. Μια οσμή μπορεί να είναι ο βούρκος ή η αγνότητα. Η ευθεία γραμμή ή η καμπύλη, ο οξύς ή ο βαθύς ήχος, αποτελούν μεταφράσεις κάποιας οπτικής ή ακουστικής επαφής. Όλοι μας γράφουμε καλά ή κακά ποιήματα κατά το μέτρο που ζούμε και διανοούμαστε με την καλή ή την κακή σημασία του όρου. Μια εικόνα πελάγους από τον Όμηρο φτάνει άθικτη ως τις ημέρες μας. Ο Rimbaud την αναφέρει σαν mer melee au soleil και την ταυτίζει με την αιωνιότητα. Ένα κορίτσι που κρατάει έναν κλώνο μυρτιάς από τον Αρχίλοχο επιβιώνει σ' έναν πίνακα του Matisse και μας καθιστά πιο απτή την αίσθηση, τη μεσογειακή, της καθαρότητας.

Εδώ αξίζει να σκεφτεί κανείς ότι ακόμη και μια παρθένος της βυζαντινής εικονογραφίας, δεν διαφέρει πολύ. Παρά ένα κάτι ελάχιστο, συχνά, το εγκόσμιο φως γίνεται υπερκόσμιο και τανάπαλιν. Μια αίσθηση που μας δόθηκε από τους Αρχαίους και μια άλλη από τους Μεσαιωνικούς έρχονται να γεννήσουν μια τρίτη που τους μοιάζει όπως το παιδί στους γεννήτορές του.
Μπορεί η ποίηση ν' ακολουθήσει έναν τέτοιο δρόμο; Οι αισθήσεις μες απ' τον αδιάκοπο καθαρμό τους να φτάσουν στην αγιότητα; Τότε η αναλογία τους θα επαναστραφεί επάνω στον υλικό κόσμο και θα τον επηρεάσει.
Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε. Εάν η ποίηση παρέχει μια διαβεβαίωση και δη στους καιρούς τους durftiger είναι ακριβώς αυτή: ότι η μοίρα μας παρ' όλ' αυτά βρίσκεται στα χέρια μας.

-----------------------------------------------------
ΠΗΓΗ: Το κείμενο στα Ελληνικά από τον Τόμο "Ένας αιώνας Νόμπελ. Οι ομιλίες των συγγραφέων που τιμήθηκαν με το Βραβείο Νόμπελ στον 20ό αιώνα",


Γιώργος Σεφέρης: Η ομιλία του κατά την απονομή του βραβείου Νομπέλ. Στοκχόλμη, 10 Δεκεμβρίου 1963


Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να - εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα-πρώτα από τον εαυτό μου.

Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που μας χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο, πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. Ο ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμα πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: "Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα" λέει ο Ηράκλειτος, "ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν".

Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου (εννοεί τον Μακρυγιάννη), των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: "...θα χαθούμε γιατί αδικήσαμε..." Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος· είχε μάθει να γράφει στα τριανταπέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα, και τι θα γινόμασταν αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.

Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία· παρατήρησαν πως ανάμεσα σ' ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό, η διαφορά είναι λίγη. Ναι, η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν' ακούσει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση. Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να βρει καταφύγιο· απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι' αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη να αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία που ένιωσε αυτά τα πράγματα· που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς· που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός: «να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής», για να θυμηθώ τον Σέλεϋ, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νομπέλ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του.

Σ' αυτόν τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν' αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται.

Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Οιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα, κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα.

ΠΗΓΗ: Το κείμενο στα Ελληνικά από τον Τόμο "Ένας αιώνας Νόμπελ. Οι ομιλίες των συγγραφέων που τιμήθηκαν με το Βραβείο Νόμπελ στον 20ό αιώνα",

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Σήμερα είναι η μέρα που ανακαλύπτω συμπτωματικά, παλιά άρθρα, διασωζμένα στα αρχεία μου. Το παρακάτω, που αγνοώ τον συγγραφέα του, περιγράφει την κατάσταση που συνεχώς βιώνουμε αλλά δεν εννοούμε να αλλάξουμε. Διαβάστε το:


Εγκατέλειψα την Ελλάδα προ επταετίας. Τις καλές εποχές δηλαδή. Ολυμπιακοί, ευρωπαϊκό, Eurovision και καφάσια οι άδειες σαμπάνιες στη Μύκονο. «Που πας;;», με ρωτούσαν απορημένοι οι φίλοι μου. «Πουθενά δε θα βρεις καλύτερα!». Τώρα πια η στάση τους έχει αλλάξει. «Μη τυχόν και γυρίσεις! Καλά είσαι εκεί. Δεν παλεύεται εδώ η κατάσταση.».
Όχι, ουδεμία αίσθηση διορατικότητας είχα για τα δεινά που έμελε να ακολουθήσουν. Προφήτης δεν είμαι, πόσο δε μάλλον σοφός. Πολύ απλά δεν είχα «δόντι», κομματικό μέσο, γνωριμίες ή οικογενειακή επιχείρηση. Αλλά ούτε και τη διάθεση να  ανταγωνιστώ αυτούς που τα είχαν. Με λίγα λόγια, καμία τύχη.
Είχα ανάγκη από ένα σύστημα που να προστατεύει τον πολίτη από την ανομία. Ένα σύστημα που να αποδέχεται ως αλήθεια το αυτονόητο, να επιβραβεύει το άριστο και να απορρίπτει τον παραλογισμό. Τα κουβαδάκια μου, δηλαδή, και σε άλλη παραλία! Θα μου πείτε τώρα, δικαίως, «τι δουλειά έχεις εσύ να εκφέρεις άποψη για τα τεκταινόμενα; Τι σε κόφτει; Αφού είσαι αμέτοχος, δεν σε αγγίζουν ούτε το μεσοπρόθεσμο, ούτε οι οριζόντιες μειώσεις μισθών και συντάξεων.» Οι πιο παθιασμένοι θα βιαστούν να με κρίνουν. «Έξω από το χορό πολλά τραγούδια λες. Δεν κάθεσαι στα αυγά σου εκεί στο Λονδίνο και άσε μας εμάς να κάνουμε ό,τι νομίζουμε.» Σωστό, εν μέρει. Αλλά επειδή ακριβώς είμαι αμέτοχος διαθέτω και το εξής πλεονέκτημα. Βλέπω τα πράγματα αποστασιοποιημένος από πάθη και συγκινησιακές φορτίσεις. Με ψυχρή λογική.
Κι έτσι λογικά και ψυχρά επιθυμώ να εκφράσω την ακόλουθη απορία προς άπαντες αγανακτισμένους. Μα, αλήθεια, πραγματικά δεν γνωρίζετε ποιοι τα φάγανε τα λεφτά; Δεν έχετε την παραμικρή ιδέα ποιοι είναι οι κλέφτες, οι ψεύτες κι οι λωποδύτες; Θέλετε να τους ξετρυπώσετε, το γνωρίζω, μα πολύ φοβάμαι πως ψάχνετε σε λάθος κρυψώνες.
Ας σας δώσω εγώ λοιπόν μερικά παραδείγματα (συγχωρέστε μου τις γενικεύσεις, προφανώς και υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις):
Κλέφτες είναι εκείνοι οι χρυσοί ολυμπιονίκες μας που, αφού μας χάρισαν την ψευδαίσθηση εθνικής ανάτασης, τσεπώνοντας ταυτόχρονα τα πλουσιοπάροχα πριμ της πολιτείας, αποδείχτηκαν ντοπέ. Τσάμπα τα κροκοδείλια δάκρυα που έχυσαν μπροστά στις κάμερες. Ο Έλλην φορολογούμενος πλήρωσε
Κλέφτες, όπως αποδεικνύεται, είναι οι πρόεδροι των ομάδων σας τους οποίους αποθεώνετε τις Κυριακές μεσημέρια διότι «στήνουν» παιχνίδια, ξεπλένουν βρώμικο χρήμα και ζημιώνουν τόσο το κράτος (ΟΠΑΠ) όσο και όσους δοκιμάζουν την τύχη τους παίζοντας στοίχημα.
Κλέφτες επίσης οι ιδιοκτήτες καμπόσων νυχτερινών μαγαζιών όπου χρόνια ολόκληρα αφήνατε μηνιάτικα και δώρα (πάλε ποτέ) για μια ζεϊμπεκιά, για το καλό το πρώτο τραπέζι, για φιστίκια, αλκοόλ και γαρούφαλλα. Αποδεδειγμένες οικονομικές ατασθαλίες, εκτεταμένη φοροδιαφυγή, παραβίαση αδειών λειτουργίας κλπ.
Κλέφτες αρκετοί από τους εθνικούς τροβαδούρους μας που ξέχασαν ή αμέλησαν να δηλώσουν τα εισοδήματά τους. Με πρώτο και καλύτερο βέβαια τον τραγουδιστή-αηδόνι, σύζυγο νυν βουλευτού και πρώην υπουργού. Μα, με ψίχουλα θα ασχολούμεθα τώρα κύριε δικαστά;
Κλέφτης ο ταξιτζής που με χρεώνει διπλά και τριπλά για μία κούρσα αεροδρόμιο-Κολωνό κάθε φορά που επισκέπτομαι την Αθήνα. Λόγω κάποιας περίεργης σύμπτωσης μάλιστα το «καπέλο» αποδεικνύεται πάντα υψηλότερο τις φορές που παραδέχομαι πως ζω μόνιμα έξω. Αθάνατη Ελληνική φιλοξενία! Για απόδειξη δε ούτε ερώτημα.
Κλέφτες οι μοναχοί που επιδίδονται σε business εκατομμυρίων με ξιπασμένους πολιτικούς καλώντας σας ταυτόχρονα με προσευχή και νηστεία. Κατά τα άλλα, τα του καίσαρος τω καίσαρι και τα του θεού τω θεώ. Κλέφτες και οι παπάδες που τσεπώνουν αδήλωτα τρακοσάρια «για την εκκλησία» από γάμους και
βαφτίσια. Και ο δίσκος φυσικά να γυρίζει.
Κλέφτης ο καφετζής στην Πλάκα στης Κρήτης που αρνείται πεισματικά να χτυπήσει στην ταμιακή του το φραπεδάκι που παραγγέλνω για την παραλία.
Κλέφτης και ο εφημεριδοπώλης στο διπλανό χωριό της Ελούντας για τον ίδιο λόγο.
Κλέφτες οι εφοριακοί που κάνουν τα στραβά μάτια στους φοροφυγάδες.
Κλέφτες οι αστυνομικοί που χρηματίζονται για να παρέχουν προστασία σε άλλους κλέφτες.
Κλέφτες όσοι παίρνουνε άδεια από την σημαία γιατί πληρώνονται χωρίς να παράγουν.
Κλέφτες όσοι ζητάνε διευκολύνσεις και ρουσφέτια για «το παιδί που ζορίζεται στο στρατόπεδο» και «την θυγατέρα με τα τέσσερα μάστερ που θέλει να δουλέψει στην τοπική ΔΕΚΟ».
Κλέφτες οι δημόσιοι υπάλληλοι που την κοπανάνε από το γραφείο στις 12:30. Κλέφτες και οι συνάδελφοί τους που τους χτυπάνε την κάρτα. Αλλά είπαμε: μεταξύ κατεργάρηδων αλληλεγγύη..
Κλέφτες οι υπάλληλοι δήμων και νομαρχιών που εκδίδουν μεν τιμολόγια αλλά πλαστά.
Κλέφτες οι ιδιοκτήτες αυθαιρέτων γιατί πολύ απλά αυθαιρέτησαν.
Κλέφτες και οι μηχανικοί που παραβαίνουν τους όρους δόμησης για να βγάλουν παραπάνω τετραγωνικά ως υπερυψωμένα υπόγεια και ημιυπαίθριους.
Κλέφτες οι επίορκοι δικαστές και οι φίλοι τους δικηγόροι που εμπλέκονται σε κυκλώματα.
Κλέφτες οι συνδικαλιστές που παραλύουν το κράτος, μας κόβουν το ρεύμα και ζημιώνουν όσους επιθυμούν να δουλέψουν.
Κλέφτες οι εκπαιδευτικοί που λαμβάνουνε μαύρα από ιδιαίτερα.
Κλέφτες οι δημοσιογράφοι που κουβαλούν μετρητό αγνώστου προελεύσεως σε πλαστικές σακούλες απορριμμάτων.
Κλέφτες οι καθηγητές πανεπιστημίου που διορίζουν παιδιά και εγγόνια στις σχολές τους με αδιαφανείς διαδικασίες. Αν δεν κοιτάξεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει.
Κλέφτες αυτοί που πωλούν τενεκέδες λάδι παραγωγής τους χωρίς να δηλώνουν το επιπλέον εισόδημα.
Κλέφτες γιατροί και φαρμακοποιοί που στήνουν εισπρακτικές εταιρίες στην πλάτη των ασθενών γράφοντάς τους αχρείαστα φάρμακα που ασφαλώς κάποιος εν τέλει πρέπει να πληρώσει (τα ασφαλιστικά ταμεία γι' αυτούς που αναρωτιούνται).
Κλέφτες οι νοικοκύρηδες που διατηρούν ανασφάλιστες οικονόμους και στερούν πόρους από τα ταμεία.
Κλέφτες οι αιώνιοι φοιτητές γιατί καταναλώνουν κρατικούς πόρους κωλοβαρώντας.
Κλέφτες, κλέφτες, κλέφτες. Μιάμιση σελίδα κλέφτες (ενδεικτικά). Συμπέρασμα; Κλέφτες υπάρχουν πολλοί. Αλλά εσείς βεβαίως δεν ανήκετε σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες. Ούτε και που πήρε το μάτι σας κάτι ύποπτο, κάτι ανάρμοστο γύρω σας τόσα χρόνια.
Όχι, ασφαλώς ΟΧΟ. Εσείς είστε όλοι τα θύματα μίας μεγάλης πλεκτάνης. Μιας  αμερικανοσιωνικής συνομωσίας ενάντια στο ταλαίπωρο Ελληνικό έθνος που αρνείται να καταναλώσει κουτόχορτο αντιστεκόμενο στα αντιλαϊκά σχέδια των πολυεθνικών. Κούνια που μας κούναγε!
ΚΛΕΦΤΕΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ! ΕΓΩ, ΕΣΥ, Ο ΔΙΠΛΑΝΟΣ ΜΑΣ. ΟΛΟΙ ΜΑΣ!
Την αγανάκτησή σας λοιπόν δεν την συμμερίζομαι. Το αίσθημα αδικίας σας δεν το καταλαβαίνω. Για ένα πράγμα μονάχα εξακολουθώ να αναρωτιέμαι: ΠΟΥ ΠΗΓΕ Η ΠΕΡΗΦΑΝΙΑ ΣΑΣ ΜΩΡΕ EΛΛΗΝΕΣ; Έχουμε καταντήσει οι ψωμοζήτουλες της Ευρώπης εξαρτώντας την επιβίωση μας από λεφτά άλλων. Και όταν αυτοί μας τα δίνουν (ναι, με τόκο βεβαίως - κι εμείς το ίδιο θα κάναμε), εμείς τους ζητάμε και τα ρέστα. Απαιτούμε. Εκβιάζουμε. Θεωρούμε πως μας έχουν ανάγκη. Πως μας οφείλουν χρέος μεγάλο επειδή κάπου κάποιοι κάποτε σε αυτόν τον τόπο παρήγαγαν πολιτισμό. Επειδή τότε εκείνοι κοιμόντουσαν ακόμα στις σπηλιές με τα αγρίμια. Οι εποχές άλλαξαν Έλληνες και εμείς αμελήσαμε να επιβιβαστούμε στο τρένο του χρόνου.
Ας πάρουμε μερικά μαθήματα από το παράδειγμα άλλων πραγματικά υπερήφανων λαών, όπως οι Ιάπωνες λόγου χάρη.
Ξεφυλλίζω μία εκ των μεγαλύτερης κυκλοφορίας εφημερίδων στη Μ. Βρετανία λίγες εβδομάδες μετά την ανυπολόγιστη τραγωδία που χτύπησε το νησί τους. Ολοσέλιδη καταχώρηση υπογεγραμμένη από τον ίδιο τον Ιάπωνα πρωθυπουργό. Αναφέρεται στην οικονομική βοήθεια που προσέφερε ο Βρετανός φορολογούμενος στο δοκιμαζόμενο έθνος του.
«Από τα βάθη της καρδιάς μας σας ευχαριστούμε για την αμέριστη συμπαράσταση σας τούτες τις δύσκολες ώρες. Ο Ιαπωνικός λαός δεν ξεχνά. Θα ορθοποδήσουμε. Θα ανταποδώσουμε. Ευχαριστούμε.»
Ευχαριστούμε. Έτσι απλά. Αντρίκια. Λακωνικά. Εμείς εξακολουθούμε να θεωρούμε πως τα λεφτά που μας δανείζουν οι ξένοι ξεφυτρώνουν ως μάννα εξ' ουρανού. Δίχως κόπο. Δίχως ιδρώτα. Δίχως δουλειά. Έχουμε καταντήσει τόσο εγωπαθείς που αδυνατούμε να αντιληφθούμε πως τα λεφτά δεν ανήκουν σε αόρατους αιμοδιψείς τραπεζίτες, πως δεν είναι παρά οι οικονομίες νοικοκυριών και συνταξιούχων, οι καταθέσεις τους, τα αποθεματικά των ασφαλιστικών τους ταμείων, οι φόροι που έχουν πληρώσει στο κράτος τους. Και κάτι ακόμα: αρνούμαστε να δεχθούμε πως έχουν κάθε δικαίωμα να επιλέξουν τι θα τα κάνουν. Ακόμη και να τα κάψουν, που λέει ο λόγος, έχουν δικαίωμα παρά να τα δανείσουν σε εξυπνάκηδες κομπιναδόρους αρχοντοχωριάτες που πλαστογραφούνε στατιστικές προκειμένου να κοροϊδέψουν τους αγαθούς και τους αδαείς. Τους εαυτούς μας κοροϊδεύουμε Έλληνες.
Κανέναν άλλον.
Ξεχάσαμε το ευχαριστώ.
Απαξιώσαμε το φιλότιμο.
Γίναμε αγνώμονες.
Αχάριστοι.
Την λύση φίλοι μου δεν θα τη βρείτε στους δρόμους και στις αγανακτισμένες πορείες.
Η λύση είναι (ακόμα) στα χέρια σας. Μπροστά στα μάτια σας. Αντισταθείτε στην ανομία. Καταδικάστε την παρανομία ακόμη κι αν αυτή είναι μέσα στο σπίτι σας. Καταγγείλτε τον κλέφτη ακόμα κι αν αυτός είναι ο αδερφός σας. Περιθωριοποιείστε τον καταχραστή ακόμη κι αν τυγχάνει να είναι συνάδελφός σας (που μάλλον θα είναι εδώ που τα λέμε). Τιμωρήστε τον φοροφυγά. Μην ψωνίζετε το παραμικρό από όσους δεν εκδίδουν αποδείξεις. Επιβραβεύστε τον τίμιο, τον σωστό, τον νομοταγή επαγγελματία. Μα, πάνω απ' όλα ΑΛΛΑΞΤΕ! Τους γύρω σας και τον εαυτό σας. Διαφορετικά κάντε την αγανάκτησή σας κορνίζα πάνω από το τζάκι να την βλέπουνε τα παιδιά μας και να την φτύνουν.

Κάποιες παλιές, αλλά συνεχώς ισχύουσες, επισημάνσεις: 

Αφού κανείς από τους επίσημους φορείς δεν βγαίνει να πει επιτέλους την πολυπόθητη αλήθεια στον Ελληνικό λαό αποφάσισα να το κάνω εγώ.
Ξέρετε η αλήθεια στα οικονομικά δεν είναι ούτε θέσφατο, ούτε κρυφή γνώση, φυλαγμένη για τους εκλεκτούς, ούτε όλες αυτές οι βλακείες που ακούγονται
τριγύρω από τα πιο επίσημα – δυστυχώς - χείλη της χώρας. Απλά ανοίγεις τον Προϋπολογισμό - είναι στο ίντερνετ - και βλέπεις τα νουμεράκια.

Πάμε λοιπόν:

Αλήθεια Νο 1:
Εισπράττουμε περί τα 40 δις το χρόνο και ξοδεύουμε περί τα 60
Κατ' αναλογία είναι σαν να βγάζω 1.000 ευρώ το μήνα και να χαλάω 1.500.

Αλήθεια Νο 2
Χρωστάμε περί τα 360 δις ευρώ με έσοδα 40 δις όπως προείπα.
Κατ' αναλογία είναι σαν να βγάζω 12.000 ευρώ το χρόνο και να χρωστάω 108.000.

Αλήθεια Νο 3
Μόνο οι ετήσιοι τόκοι για τα δάνεια που έχουμε ήδη πάρει (και φάει εννοείται) είναι χοντρικά 20 δις.
Κατ' αναλογία είναι σαν να βγάζω 1.000 ευρώ το μήνα και για τόκους στεγαστικού δανείου (χωρίς το κεφάλαιο) να δίνω περί τα 500 ευρώ.

Αλήθεια Νο 4
Για να λειτουργούμε κανονικά σαν χώρα, πρέπει κάθε χρόνο να βρίσκουμε τα κάτωθι ποσά:
1. 20 δις που είναι τα -παραπάνω- έξοδα μας (έλλειμμα)
2. 20 δις που είναι οι τόκοι των δανείων.
3. 40 δις που είναι χοντρικά και το κεφάλαιο των δανείων.
Σύνολο 80 δις.
Αναλογικά είναι σαν να βγάζω 12.000 ευρώ το χρόνο και για να διατηρούμαι στη ζωή (και εκτός φυλακής) να πρέπει να βρίσκω ακόμη 24.000 κάθε χρόνο.

Ανακεφαλαίωση:
1. Είμαι ένας εργαζόμενος που βγάζω 1.000 ευρώ το μήνα.
2. Οι προσωπικές μου ανάγκες είναι περίπου 1.500 ευρώ το μήνα.
3. Τα δάνεια μου ανέρχονται σε 1.500 ευρώ το μήνα.
4. Μου λείπουν δηλαδή 2.000 ευρώ κάθε μήνα και χρωστάω ακόμη 108.000.
5. Με βλέπετε να κρατάω το σπίτι μου για πολύ καιρό ακόμα;

Με έσοδα 1.000 και έξοδα 3.000 το μήνα η μόνη επιλογή μου ήταν να καλύπτω το διχίλιαρο με νέο δανεισμό. Μέχρι τώρα οι τράπεζες με κάλυπταν.
Από δω και πέρα σταματάει η χρηματοδότηση οπότε ας εξετάσουμε τις επιλογές που έχω ως εργαζόμενος, οι οποίες είναι βασικά τέσσερις:

Επιλογή Νο 1: Να βρω 2η και 3η δουλειά αυξάνοντας τα έσοδα του. (ανάπτυξη).
Επιλογή Νο 2: Να περικόψω τις ανάγκες μου και να μειώσω τα έξοδα μου. (περικοπές).
Επιλογή Νο 3: Να διαπραγματευτώ με την τράπεζα το δάνειο μου με επέκταση και μείωση των δόσεων. (αναδιάρθρωση).
Επιλογή Νο 4: Να πουλήσω κομμάτι της περιουσίας μου για να ξεχρεώσω μέρος του δανείου. (ιδιωτικοποιήσεις).

Βασικά μπορώ να χρησιμοποιήσω από μια έως και τέσσερις επιλογές, όσο περισσότερες τόσο πιο γρήγορα θα ξεμπλέξω απ' όλα αυτά.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να δούμε τις συμβουλές των κομμάτων (όπως στην εκπομπή ''Για λογαριασμό σας'') στον εργαζόμενο της ιστορίας μας:
ΠΑΣΟΚ: Ο εργαζόμενος δεν χρειάζεται να βρει δεύτερη δουλειά, πρέπει να  περικόψει 100 ευρώ από τα έξοδα του και να αναδιαρθρώσει το χρέος του.
Δυστυχώς μάλλον θα αναγκαστεί να πουλήσει και κάτι.
ΝΔ: Ο εργαζόμενος χρειάζεται και 2η δουλειά ως ημιαπασχόληση, αναδιάρθρωση χρέους και πώληση περιουσίας χωρίς καμιά περικοπή εξόδων.
ΑΡΙΣΤΕΡΑ: Ο εργαζόμενος πρέπει να δουλεύει λιγότερο στην 1η δουλειά που έχει, να αυξήσει τα έξοδα του, να μην πουλήσει τίποτα και να πιστολιάσει την τράπεζα.

Τα συμπεράσματα δικά σας αλλά τουλάχιστον ας πούμε την αλήθεια μέσα από τα Blogs... Μια που έρχονται εκλογές, πολύ σύντομα μάλλον, ας απαντήσουμε
μερικές ερωτήσεις που όλοι έχουν και θα κληθούν να απαντήσουν σύντομα στις κάλπες. Εξάλλου είναι πράγματα που θα ακούμε όλη μέρα στα κανάλια.

Πάμε:
Ερώτηση Νο 1: Τι είναι επιτέλους αυτό το ΑΕΠ και γιατί παίζει τόσο σημαντικό ρόλο; Έχει καμία σχέση με τα έσοδα;
Απάντηση: Το ΑΕΠείναι στην ουσία ο τζίρος που κάνει η οικονομία σε ένα χρόνο. Τα έσοδα είναι τα καθαρά κέρδη που μένουν από τον τζίρο αυτό.
Σύμφωνα με την ΕΕ η Ελλάδα μαζεύει λιγότερα έσοδα σε ποσοστό 6% του ΑΕΠ σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, δηλαδή περίπου 14 δισ.
Γι' αυτό μιλάνε όλοι για διαλυμένο φοροεισπρακτικό μηχανισμό, γι' αυτό τα έχουν πάρει οι ξένοι μαζί μας.
Ερώτηση Νο 2: Θα πέσουν οι φόροι αν στην κυβέρνηση βγει ο Σαμαράς ή κάποια άλλη συγκυβέρνηση;
Απάντηση: Όχι, κυρίως γιατί θα το απαιτήσουν οι ξένοι. Θα πουν μαζέψτε πρώτα τα 14 δισ. που είπαμε παραπάνω και μετά το συζητάμε.
Στην καλύτερη θα υπογραφεί ένα μνημόνιο που μακροπρόθεσμα και υπό προϋποθέσεις θα ρίχνει το ΦΠΑ και τους υπόλοιπους φόρους (σε 2-3 χρόνια και
αν μαζευτούν τα έσοδα).
Ερώτηση Νο 3: Υπάρχει περίπτωση με οποιαδήποτε κυβέρνηση να βγούμε από το μνημόνιο;
Απάντηση:  Όχι, ούτε κυβέρνηση ΚΚΕ δεν θα μας έβγαζε απ' αυτό γιατί μνημόνιο πέρα από μέτρα σημαίνει και δάνειο. Χωρίς μνημόνιο δεν έχει λεφτά
από πουθενά αλλού και πάμε στην δραχμή. Και κανένας πολιτικός σήμερα δεν έχει τα κότσια να πάει στη δραχμή.
Ερώτηση Νο 4: Πρέπει να πιστέψω κάποιον πολιτικό που θα μου υποσχεθεί αυξήσεις (συντάξεων κλπ) πριν τις εκλογές;
Απάντηση:  Όχι, συνεχίζουμε να τρώμε 20 δισ περισσότερα από αυτά που βγάζουμε κάθε χρόνο, η επόμενη αύξηση γενικώς θα έρθει όταν το ποσό αυτό
μηδενιστεί και γίνουμε ανεξάρτητοι (υπολογίστε σε τουλάχιστον 6 με 8 χρόνια).
Ερώτηση Νο 5: Τι πρέπει να κάνουμε για να σωθούμε;
Απάντηση: Έχει απαντηθεί στο δεύτερο μέρος. Το σημαντικότερο είναι να διαλυθεί ο κομματισμός και αυτό είναι το δυσκολότερο.
Κυρίως γιατί δεν το θέλει ο απλός πολίτης. Οι περισσότεροι είναι ταγμένοι σε κόμματα και αυτό δύσκολα αλλάζει.
Ερώτηση Νο 6: Θα σωθούμε τελικά;
Απάντηση: Μάλλον όχι, κυρίως γιατί δεν θέλουμε. Τον κομματισμό, την διαπλοκή και όλα τα κακά της μοίρας μας δεν μπορούν να τα αλλάξουν οι Ευρωπαίοι,
πρέπει να τα αλλάξει ο ίδιος ο λαός και δεν δείχνει να έχει διάθεση γι' αυτό.
Ερώτηση Νο 7: Δηλαδή τι θα γίνει με εμάς;
Απάντηση: Θα γίνουμε οι περιθωριακοί της Ευρώπης, κάτι σαν την τσιγγάνικη συνοικία έξω από την πόλη. Η ζωή αυτών που ''προνόησαν'' τα τελευταία
30 χρόνια θα σωθεί, οι υπόλοιποι θα αργοπεθαίνουν. Μεγάλο μέρος κυρίως των νέων θα φύγει από την χώρα. Μαζί τους και η πολιτική τάξη που μας
έφερε εδώ, εξαιτίας της οργής των ανθρώπων, που κατά τα άλλα την στήριξαν 35 χρόνια.

Επίλογος:
Φωνή λαού οργή θεού. Οι πολίτες επέλεξαν την διαπλοκή και την διαφθορά που έστησε ο αείμνηστος Ανδρέας, βασίστηκε στα δανεικά και τελικά κατέρρευσε.
Και λέω την επέλεξε πρακτικά, στις κάλπες δηλαδή, τα μετέπειτα κλάματα, οι πορείες, οι απεργίες κλπ δεν έχουν καμία σημασία.
Η μελλοντική πολιτική τάξη, για να επιβιώσει, δεν θα έχει καμία σχέση με την σημερινή. Και αυτή με έναν φωτισμένο ηγέτη πρέπει να πείσει την Ευρώπη από την αρχή ότι είμαστε άξιοι να γίνουμε μέλη της ξανά. Τότε θα αρχίσει ο επόμενος ανοδικός κύκλος της χώρας. 


Σημείωση: Το κείμενο δεν είναι δικό μου, αγνοώ ωστόσο τον συγγραφέα.

Πριν κάποια χρόνια, ο αδερφικός φίλος τότε (και νυν) Ευρωβουλευτής, Γιάννης Τσουκαλάς έγραψε κάποιο σχόλιο σχετικό με την κατάσταση στα ΑΕΙ (υπήρξε καθηγητής, πρόεδρος τμήματος και συγκλητικός) όπου, με λόγο εύστοχο, περιγράφει τα τότε τεκταινόμενα και νυν συνεχιζόμενα. Σας παραθέτω το κείμενο μια και, διαβάζοντάς το εσχάτως, διαπιστώνω τη διαχρονικότητά του:



Άκουγα χθες τον Πρωθυπουργό να μιλάει για τα Πανεπιστήμια, και δεν πίστευα στα αυτιά μου. Έβλεπα κι άκουγα ένα άνθρωπο να περιγράφει με βδελυγμία, παντελώς αμέτοχος και με «παρθένο» μάτι, ό,τι και ο ίδιος δημιούργησε, συμμετέχοντας στο κόμμα που διαμόρφωσε τις συνθήκες που διέλυσαν την εκπαίδευση στο σύνολο της, και μάλιστα και ως υπεύθυνος Υπουργός Παιδείας ,το 1993-95 αν θυμάμαι καλά.


Και καλά θυμάμαι ότι εκείνη την περίοδο είχε καλέσει ο ίδιος επιτροπή του ΟΟΣΑ, που με μεγάλη λεπτομέρεια από τότε περιέγραφε τις παθογένειες  του Ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Δεν τις θυμάται;
Εξάλλου ήταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1982, που,  με τον περιλάλητο νόμο 1268 εισήγαγε τον τρόπο διοίκησης των Πανεπιστημίων, που ισχύει μέχρι σήμερα, το λεγόμενο συμμετοχικό μοντέλο διοίκησης, που οδήγησε στον πλήρη κομματικό έλεγχο των Πανεπιστημίων, προς μεγάλη τέρψη του συνόλου του πολιτικού συστήματος που, παρά τις  συχνές φωνές διαμαρτυρίας, επέμενε σε αυτό. Την εσωτερική ζωή της Πανεπιστημιακής Κοινότητας διέλυσε ένα σύστημα εσωτερικής κατοχής και από τις τρεις συνιστώσες της, πάλαι ποτέ, λεγομένης Ακαδημαϊκής Κοινότητος, και από χρόνια τώρα απόμεινε κάτι που ορθότερο θα ήταν να αποκαλούνταν απλώς Κυνότητα.
Σε αυτή την περίοδο, βιώσαμε όλοι πράξεις πολιτικής, κομματικής, επιστημονικής αλλά δυστυχώς και σωματικής βίας. Στο Πανεπιστήμιο δηλαδή, που από τον ορισμό του είναι ο χώρος  όπου σε ένα ήρεμο τόπο, με ήμερους ανθρώπους, με εργαλείο τον ορθό λόγο και την Επιστήμη, με συντεταγμένο διάλογο, επιχειρείται η λύση των μεγάλων ερωτημάτων της ανθρώπινης ύπαρξης για την φύση ή την κοινωνία, αλλά και η λύση των προβλημάτων της κοινωνίας, της ανάπτυξής της και της λειτουργίας της, η συνύπαρξη επιστήμης και βίας (σωματικής, διανοητικής ή ψυχολογικής) είναι γεγονός α-νόητο.
Την καταπράσινη βία της δεκαετίας του 1980, την διαδέχτηκε, από τα μέσα του 1980 και σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, η έξαλλη βία μιας απροσδιόριστης αριστεράς, με προφάσεις αναρχισμού της εποχής Κροπότκιν και Ντουρούτι του Ισπανικού 1930 ενώ την ανομία, που κρυβόταν πίσω από το δήθεν φιλελεύθερο σύστημα του «Ασύλου» και τα εξόφθαλμα ποινικά αδικήματα που διαπράττονταν μέσα στους Πανεπιστημιακούς χώρους, η Πολιτεία τα αντιμετώπιζε με απαθή ακινησία. Το έχω παρατηρήσει: όποτε προτάσσεται δημοκρατικό, ηθικό, περιβαλλοντικό ή άλλου τύπου ηθικό πρόταγμα, μεγάλη συνήθως από πίσω του κρύβεται παλιανθρωπιά. Το είδα να επαληθεύεται «δι’ όλου» του σχοινοτενούς βίου μου.
Την βιώσαμε την έννοια του «δημοκρατικού Ασύλου» με διακίνηση παράνομων CD, κλεψίτυπων βιβλίων, ναρκωτικών, πορνεία και στην περίπτωση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου δύο ή τρείς μέχρι  σήμερα δολοφονίες, κλοπές εργαστηρίων, κλοπές φυσικών προσώπων καθώς και κάψιμο δύο αστυνομικών μέσα στο αυτοκίνητο τους, μπροστά από το τότε Κεντρικό, τώρα Νοσοκομείο Γεννηματά, από μολότωφ αναρχικών.
Ενδιαφέρον έχει ότι ανάμεσα στο κοινό που αγόραζε τα κλεψίτυπα (CD και βιβλία), ήταν και αρκετό από το διδακτικό προσωπικό που, εξασκημένο να αντιγράφει ξένη πνευματική ιδιοκτησία και να αποκτά έτσι τίτλους «κάλπικους» και να εξελίσσεται, στις ακαδημαϊκές βαθμίδες, δεν είχε ενταγμένες, στους κώδικές του, σχετικές απαγορεύσεις.
Διάσημες υπήρξαν αντίστοιχες επώνυμες συμπεριφορές που ποτέ δεν υπέστησαν την τιμωρία που τους άξιζε: Αναπληρωτής Καθηγητής κάποιου Τμήματος, κάποιου Πανεπιστημίου, για παράδειγμα,  πλαστογράφησε, 27 εν συνόλω εργασίες, υποκαθιστώντας τα επί μέρους ονόματα ερευνητικών ομάδων ξένων Πανεπιστημίων με τα ονόματα δικών του ερευνητών. Με την πράξη καταγραμμένη παραπέμφθηκε  στο Ανώτατο Πειθαρχικό, που τον τιμώρησε με εξάμηνη αργία. Σε δύο χρόνια επανήλθε με αίτηση προαγωγής του. Αυτή τη φορά αντέγραψε 12 μόνο. Ξαναπιάστηκε και αυτή τη φορά τιμωρήθηκε με τρεις μήνες. Θα πίστευε κανείς ότι το Ανώτατο Πειθαρχικό εκτιμούσε την ποινή με το κομμάτι ή βοήθησε ότι ο εκπρόσωπος του Πανεπιστημίου του στο Συμβούλιο αυτό, ήταν ο Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών υποθέσεων που κατά τύχη, συμμετείχε κι ο ίδιος σε τρεις από τις κλεψίτυπες εργασίες .
Πρέπει κανείς να έχει μεγάλη αμνησία για να μην αισθάνεται ντροπή, τώρα που επιτέλους κατάλαβε τι έγινε στα Ελληνικά Πανεπιστήμια, όταν μάλιστα διετέλεσε και Υπουργός Παιδείας, να τολμά να την «κράζει» όταν αυτός ο ίδιος την υπηρέτησε και την θεμελίωσε. Η στάση του αυτή δικαιολογείται γιατί από παντού φαίνεται ότι αισθάνεται τον εαυτό του ως μέτοικο μάλλον, παρά πολίτη αυτής της χώρας. Όπως κι ο πατέρας του άλλωστε, ο τελευταίος, όπως λέει φίλος μου, «Σουλτάνος της Χώρας».
Ο Νόμος που τότε λεγόταν ότι είχε συντάκτες τους κυρίους Πανούση, Πανάρετο και Γεώργιο Λιάνη είχε αυστηρές προβλέψεις για την εκλογή Καθηγητικού Προσωπικού. Αυτό ωστόσο αναλάβαμε να το τακτοποιήσουμε εμείς οι Πανεπιστημιακοί.
Γιατί βλέπετε η γενιά των βοηθών, όσων υπηρετούσαμε πριν την εφαρμογή του νόμου, είχαμε στο νου μας ένα καλύτερο Πανεπιστήμιο με …εμάς βέβαια καθηγητές. Και τα καταφέραμε. «Εμείς το εμφυσήσαμε το Νέφος» όπως τραγουδάει ο Σαββόπουλος. Η γενιά του ΕΔΠ (Επιστημονικό Διδακτικό Προσωπικό) που αγωνιστήκαμε να μην περάσει ο νόμος 815 του Ι. Βαρβιτσιώτη, με  απεργίες «των εκατό ημερών» το 1978, στρογγυλοκαθισμένοι, αναλάβαμε να γίνουμε όλοι Καθηγητές. Και γίναμε. Γνωρίζω Τμήματα, σε όλη τη χώρα, που δεν απόμεινε ούτε ένα μέλος του προσωπικού που να μην είναι ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ. Γνωρίζω Τμήματα που Καθηγητές έγιναν με αιτιολογία - γραμμένη στα πρακτικά - «για την μεγάλη τους συνδικαλιστική δράση». Ε, ρε Κάντ και Φίχτε και λοιποί, που νομίσατε ότι το Πανεπιστήμιο είναι ο ναός του Ορθού Λόγου. Όχι στην Ελλάδα πάντως.
Την τυραννία του Τακτικού καθηγητή αντικαταστήσαμε με την τυραννία των συλλογικών οργάνων (Γενικών Συνελεύσεων Τομέων, Τμημάτων, Σχολών και της Συγκλήτου) όπου η σαρωτικά επιβεβλημένη σε αυτά αντίληψη, θεωρούσε - κι επέβαλε - την παραδοχή ότι η αυτοτέλεια των Πανεπιστημίων λειτουργεί, εφόσον τα συλλογικά όργανα ήταν νόμιμα εκλεγμένα, χωρίς σε παρά πολλές φορές να ακολουθείται η Νομιμότητα του Ελληνικού Κράτους. Δηλαδή νόμιμα εκλεγμένο όργανο, κάνει περίπου ότι του καπνίσει. Και του κάπνιζε σύμφωνα με τα κομματικά συμφέροντα στην αρχή, τα φιλικά μετά και τα οικονομικά στο τέλος. Η Καθηγητική ατομική αυθαιρεσία απλωνόταν ως διαδίκτυο ακαδημαϊκής διαπλοκής. Αυτά τα οικονομικά συμφέροντα άρχισαν, στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και σε όλη την δεκαετία του 2000, να είναι ευδιάκριτα, μετρήσιμα και πάρα πολλές φορές ομολογημένα σε εκλογές αιρετών οργάνων, σε εκλογές καθηγητών, διευθυντών εργαστηρίων και, τέλος, στα περίφημα, περιλάλητα, δυσώνυμα «Ερευνητικά Προγράμματα» - η για τον κοσμάκη  απλώς «Προγράμματα» ή «κανένα προγραμματάκι» - που απετέλεσαν πηγή πλουτισμού εκατοντάδων πανεπιστημιακών, με έρευνες που ή ποτέ δεν έγιναν ή τα κοστολογούμενα έξοδα μπορούσαν να χτίσουν Πυραμίδες - αν όχι του Χέοπα, του Μυκερίνου σίγουρα. Εκεί έπεσε και το τελευταίο οχυρό του Ακαδημαϊκού ήθους, για να φανεί ότι είχαμε γίνει όχι Πατροκοσμάδες Αιτωλοί,  όπως απαιτούσε το λειτούργημα και η κοινωνία, αλλά ηθικά λεπροί έχοντας κολλήσει - και όχι θεραπεύσει - τις αρρώστιες της Κοινωνίας.
Κι εκεί κατάλαβα ότι είχα κάνει λάθος να μην ακολουθήσω τη συμβουλή του πατέρα μου να γίνω μορφωμένος έμπορος, αφού τα ποσοστά και τα τιμολόγια που ήταν το αντικείμενο του εμπορίου τα μισούσα, για να τα βρω  παράνομα και βρώμικα μέσα εκεί που νόμιζα ότι υπήρχε μόνο επιστήμη κι αρετή. 
Τα εργαλεία για την εξαχρείωση  έδιναν, η απουσία επαρκών ελεγκτικών μηχανισμών του ΑΕΙ ή του Κράτους και η ύποπτη ανοχή ή συνέργεια των Ευρωπαίων υπαλλήλων που διενεργούσαν ελέγχους - οι ίδιοι με τους ίδιους ελεγχόμενους, για σειρά ετών, σε δι-ευρωπαϊκή διαπλοκή.
Και τα ευρωπαϊκά κονδύλια για την Ανάπτυξη γινόταν ιδιωτικός πλούτος  και η εξαχρείωση εξαπλωνόταν από τα Πανεπιστήμια στα Υπουργεία και τανάπαλι με τελική κατάληξη την αποκέντρωση της διαφθοράς μέσω της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σε τοπικό πια επίπεδο. Κι έτσι βρεθήκαμε, ως πολίτες, με δύο τυραννίες: την Κεντρική και την αποκεντρωμένη.
Στα περισσότερα ΑΕΙ οι Επιτροπές Ερευνών λειτουργούσαν σαν παντοπωλεία με τεφτέρια με βερεσέδια, και όσες προσπάθειες γίνονταν για μηχανοργάνωση έβρισκαν πείσμονα αντίδραση και απίστευτη βραδυπορία. Από όσο γνωρίζω σε ένα μόνο τα καταφέραμε, στο ΑΠΘ.
Και θυμάμαι τι έπαθε η Καθηγήτρια Φαρμακολογίας που μου πρότεινε ένα είδος  ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, την δεκαετία του '90, και τι έπαθε η πρόταση που συντάξαμε από τους αξιολογητές.
Οι καημένοι κάτοικοι αυτής της χώρας, που αδιάβαστοι συνεργούσαν σε όλα τα καλούδια που έπαιρναν από επιδόματα και διάφορες παροχές ήταν ανειδοποίητοι για το τσουνάμι που φούσκωνε, όπως και τα γουρούνια στα γουρουνοσταλιά που τρώνε βρωμιές παχαίνοντας, δεν ξέρουν ότι περίπου κάθε Δεκέμβριο τους περιμένει το μαχαίρι του χασάπη, που έρχεται κάθε χρόνο με μεγάλη ακρίβεια.
Όμως θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς και τότε πώς υπάρχουν Πανεπιστήμια, με τέτοιες περιγραφές. Η απάντηση είναι απλή: όπως σε όλη την χώρα είναι οι εξαιρέσεις από τον κανόνα που «κρατάνε τα κεραμίδια ξεκάρφωτα».
Σε όλα τα Πανεπιστήμια της χώρας ένα ποσοστό - διδάσκοντες, διδασκόμενοι, εργαζόμενοι - που κυμαίνεται από 3-10%  δίνουν την αίσθηση του Πανεπιστημίου ή αλλιώς την πρόφαση του. Αυτές όμως οι ομάδες αφενός μεν δεν μπορούν να προκαλέσουν την άνοδο  του Πανεπιστημιακού μέσου όρου, αφετέρου, όπως διδάσκει και η κλασσική Βιολογία, γίνονται βορά στις επιθέσεις της λοιπής αγέλης από την οποία διαφέρουν.
Στην περίπτωση των φοιτητικών εξαιρέσεων το πράγμα είναι πιο επώδυνο, επειδή αυτά τα παιδιά βρίσκουν, καθώς είναι προικισμένα, την επιστημονική μετανάστευση εύκολη και διαπρέπουν αλλού, αφήνοντας την χώρα στερημένη από την συμβολή τους. Ποια χώρα μπορεί να συγκροτήσει αξιόλογο «επιστημονικό κι ερευνητικό δυναμικό» με τέτοιαν αφαίμαξη;
Κι εδώ πάλι, επειδή η φύση κι οι ενδιαφερόμενοι σιχαίνονται το κενό, είχαμε την κληρονομική διαδοχή σε πολλές Σχολές και Πανεπιστήμια με πρωτοστάτες τις Ιατρικές και Νομικές Σχολές, αλλά και σε άλλες πολλές επίσης. Έτσι ο μέγας Νομικός Μαριδάκις του «εν Αθήνησι Καποδιστριακού» (που με τον ξυλοδαρμό του Πρύτανη του καλά θα ήταν να μετονομαζόταν σε Μαυρομιχαλέικο) στις αρχές του αιώνα ρωτούσε ποιο είναι το προικώο αγαθό που δεν επιστρέφεται με την λύση του γάμου, για να καταλήξει στην απάντηση «η πανεπιστημιακή έδρα». Καταπώς τώρα οι εκλογές Καθηγητών γίνονται με πιο δημοκρατικό τρόπο, μου φαίνεται ότι διακρίνω μια πρόοδο, παρόμοια με αυτή της αιρετής ή εκλεγμένης διαδοχής των 2,5 δυναστειών που με την ψήφο μας μάς κυβερνούν, όλα τα χρόνια που έχω έλλογη ζωή και μνήμη.
Δεν είναι μικρές και οι παρενέργειες στο πολιτικό μας σύστημα. Εξέθρεψε το σύστημα, το υπάρχον σήμερα, στην πλειονότητα του, νεότερο πολιτικό προσωπικό, που υποδύεται τους Υπουργούς, ενώ δεν ήταν παρά τα πανεπιστημιακά κομματικά μαντρόσκυλα, συνήθως αγράμματοι, με σπουδές δεκαετίας ή δεκαετιών, που τους αντάμειψε το σύστημα με πρόσκληση στην Κεντρική πολιτική σκηνή για να μάς διοικήσουν.
Μικρό είναι το ποσοστό των φοιτητών που συμμετείχαν στα κομματικά δρώμενα. Το πρόβλημα με τους φοιτητές είναι πως έρχονται από τα σχολεία τους, αλλά κυρίως από την υπερπροστατευτική οικογένειά τους, διανοητικά και ατομικά, εν όλω ή τμηματικά, ευνουχισμένοι.
Το σχολείο από χρόνια πολλά καμωμένο να ανταποκρίνεται στο κοινωνικό και όχι εργασιακό ή επιστημονικό όνειρο των παιδιών και των οικογενειών τους, είχε μετατραπεί σε φροντιστήριο για εισαγωγή στην Τριτοβάθμια. Οι φροντίδες και οι πιέσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος εξέθρεψε, κατά την αξιολόγηση των μαθητικών επιδόσεων, έναν υπερβολικό αριθμό αριστούχων, τεχνητών αριστούχων ικανών να αντιμετωπίσουν το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά όχι και τις απαιτήσεις των σπουδών.  Άλλη πηγή διαφθοράς.
Βάλτε δίπλα σ' αυτήν και τις απίστευτες ιστορίες που σχετίζονται με τις μετεγγραφές, με απίστευτες στατιστικές καταγραφές εμφάνισης θανατηφόρων νοσημάτων - που θεραπευόταν θαυματουργικά με την μετακίνηση των φοιτητών στον τόπο καταγωγής τους -τις εξωφρενικές καταγγελίες - αλλά και επαληθεύσεις - χρηματισμού επιτροπών μεταγραφών, με κέντρο και έδρα τις Ιατρικές Σχολές, κι έχετε μια μερικά μόνο, ακριβή εικόνα της διαφθοράς που τροποποιούσε πια, και την κάθε ελληνική συνείδηση.
Και οι δάσκαλοι όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, από τα ραβαΐσια της δεκαετίας του 1980, χωρίς δισταγμό  και σε μεγάλη πλειοψηφία μας, ξεφορτωθήκαμε το λειτούργημα για να ασκήσουμε το επάγγελμα, αφήνοντας - όπως κι ο Σεφέρης λέει - τους μαθητές μας  τραγικά αυτοδίδακτους.
Έχοντας την παγκόσμια πρωτοτυπία να αναγνωρίζουμε ότι το σύστημα εισαγωγής ήταν κακό, το διατηρούσαμε γιατί ήταν αδιάβλητο. Ένα σύστημα που έκανε τα παιδιά «απομνημονευτές» σε τέτοιο βαθμό ώστε καθηγητές να σημειώνουν στα γραπτά δοκίμια «Καλέ, αυτός αντιγράφει από το μυαλό του». Παιδιά που στην πλειονότητα τους, υπολογίζω το 80%, προερχόταν από μικροαστικές οικογένειες, που είχαν συνηθίσει να βολεύονται «παίζοντας» μάλλον, παρά ζώντας τη ζωή τους. Το ίδιο κι εμείς. Ήταν πιο εύκολο να «παίζεις» τον καθηγητή, παρά να αγωνίζεσαι να είσαι (Να θυμάστε τις εξαιρέσεις). Κι έτσι, εκτός από άλλες ρυθμίσεις και διακανονισμούς μεταξύ διδασκόντων και διδασκομένων, καθιερώθηκε η συμφωνία μεταξύ τους, άρρητη αλλά υπαρκτή «Δεν θα πεις πόσο ανεπαρκής είμαι, δεν θα πω πόσο αδιάβαστος είσαι».
Το κοινωνικό γεγονός της εισαγωγής στα Πανεπιστήμια, επιβραβευόταν κι επιβραβεύεται με δώρα, από την οικογένεια προς τον επιτυχόντα, ως εάν η τελεσφόρηση μιας προσπάθειας να μην είναι από μόνη της μια επιβράβευση.
Έχω υπόψη μου δύο μελέτες του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου που αποδεικνύουν ότι αυτός ο τρόπος εισαγωγής έχει, πέραν των άλλων και ταξικά, ισχυρά ταξικά χαρακτηριστικά. Είχε καταστήσει, με έτος αναφοράς το 1982, την εισαγωγή στις δύσκολες σχολές, 7 φορές πιο δύσκολη, για όσα παιδιά προέρχονται από  αγροτικές ή εργατικές τάξεις, σε σύγκριση με τα παιδιά των αστών. Κι αυτό γινόταν ορατό τόσο από το ντύσιμο όσο και από τους τρόπους των δύο ομάδων, αλλά επίσης ορατό από τις επιδόσεις τους που ήταν αντιστρόφως ανάλογες με την εμφάνιση και την τάξη προέλευσής τους και που δικαιώνουν, το του Βολτέρου ρηθέν: «Για να προκόψεις σήμερα δεν αρκεί να είσαι βλάξ, χρειάζονται και καλοί τρόποι».
Πολλές οικογένειες μπορούσαν, αν οι γόνοι τους πετύχαιναν σε άλλο εκτός τόπου της οικογενειακής κατοικίας πόλη, να νοικιάζουν ή να αγοράζουν διαμερίσματα για τα παιδιά τους, διατηρώντας τα σε ένα επίπεδο 1000-2000 Ευρώ το μήνα, σε όλη την διάρκεια των σπουδών τους. Φανταστείτε την έκπληξη των νέων πτυχιούχων ότι θα έπρεπε να ζήσουν - αν ήταν τυχεροί να βρουν δουλειά - με 700 και μπλοκάκι. Αλλά εμείς απτόητοι. Οι μισθοί των γονιών και οι συντάξεις των παππούδων  εξοικονομούσαν τη διαφορά. Κι έτσι το κόψιμο μισθών και συντάξεων τερματίζει μάλλον τον οικογενειακό χαρακτήρα, των εντός οικογένειας - κατά τα άλλα - ατομικών αποδοχών. Να όψεται το ΔΝΤ κι αυτός ο Παπακωνσταντίνου.
Κι ενώ οι γενιές των Ελλήνων βελτιώνονταν, το σύστημα εξακολουθούσε - κι εξακολουθεί - να τους κρατάει δέσμιους μιας εκπαίδευσης που επιχειρεί τίποτα λιγότερο από μια σε εθνικό επίπεδο λοβοτομή.
Επειδή «εμείς του 60 οι εκδρομείς», «των συντρόφων μας θύτες», είμαστε στη σειρά για αμνηστία, έχοντας υπηρετήσει ένα σύστημα κι ένα κράτος η χάρτα του οποίου «κρύβει απάτη» ας φάμε τώρα κατά την προφητεία του σύγχρονου Ρωμανού του Μελωδού «πεντακόσια χρόνια Δύσης, εθνικής, από δω και εμπρός». Κράτος ασυστόλων και τα λοιπά.
Μακάρι να πίστευα τον Ρίτσο και τον μελωδό Θεοδωράκη πως τάχα δεν πειράζει με το λουρί κι αν είναι η Ρωμιοσύνη: “να τη πετιέται, να τη πετιέται...”. Ποια, πού, πότε;