Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2014

Ο Θεόδωρος Ζιάκας αποτελεί έναν "ποιητικό", προφητικό, σοφό αναλυτή των προσιόντων ("...Θεοί μεν γαρ μελλόντων, άνθρωποι δε γιγνομένων, σοφοί δε  προσιόντων  αισθάνονται..." κατά πως στιχουργεί ο Καβάφης).  Σε παλαιότερη ανάλησή του (1988 αν δεν με απατά η μνήμη) είχε προείπει καταστάσεις που μόλις βιώνουμε και συνειδητοποιούμε. Το συγκεκριμένο άρθρο, παρά το ότι πρωτοδημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 1999, διατηρεί, ακόμη και σήμερα, την τραγική του επικαιρότητα. Θεωρώ πως η ανάγνωσή του θα ενισχύσει τον αγώνα μας για συνειδητοποίηση του "κακού που μας βρήκε"....


Το ΠΑΣΟΚ και ο ελληνικός ατομισμός του Θεόδωρου Ι. Ζιάκα

Επαναδημοσίευση: Αντίφωνο, Τετάρτη, 03 Σεπτέμβριος 2014

Το ΠΑΣΟΚ διαχειρίστηκε μια κρίσιμη «φάση μετάβασης». Είχε στη διάθεσή του κάποια δεδομένα μέσα και η διαχείρισή του οδήγησε σε ορισμένα αποτελέσματα. Ο απολογισμός της παρουσίας του στη ζωή της χώρας είναι χρήσιμος στο μέτρο που απαντά στα τρία αυτά ζητήματα: Ποιο ήταν το περιεχόμενο της «μετάβασης» που διαχειρίστηκε (μετάβαση από τι και σε τι), ποια ήταν τα μέσα που είχε στη διάθεσή του και τέλος πώς αξιολογούνται τα αποτελέσματα της διαχείρισής του.
Στο κείμενο που ακολουθεί θα αναφερθώ στα τρία αυτά ζητήματα και θα κλείσω με το φαινόμενο του γενικού εκπασοκισμού. Το ΠΑΣΟΚ πέτυχε, σ’ αυτό το διάστημα, να εκπασοκίσει ακόμα και τους φανατικότερους αντιπάλους του. Ο Κ. Καραμανλής (ο ανηψιός), για παράδειγμα είναι οφθαλμοφανώς «πασοκικότερος» του Σημίτη. Φαίνεται, λοιπόν, να υπάρχει μια κοινή «πασοκική ουσία», στην οποία μετέχουν οι πάντες. Θα κοιτάξω να δω πώς αποκρυσταλλώνεται κοινωνικά η «ουσία» αυτή.

1. Ο χαρακτήρας της μετάβασης

Στο διάστημα που συζητάμε τελειώνουν τρεις «εποχές»: μια στην κλίμακα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και δυο στην κλίμακα της παγκόσμιας ιστορίας. Στη δική μας κλίμακα είναι η κατάρρευση της παραδοσιακής εμφυλιοπολεμικής πόλωσης. Στη διεθνή κλίμακα είναι η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και η μετάβαση του δυτικού (νεωτερικού) πολιτισμού στο στάδιο του «μεταμοντερνισμού».

Η διαχείριση των τριών αυτών «μεταβάσεων», όπου η πρώτη εντάσσεται στη δεύτερη και η δεύτερη στην τρίτη, απαιτούσε και το αντίστοιχο «τριπλό πρόγραμμα» (που να βγάζει τη χώρα από την εμφυλιοπολεμική πόλωση, να απαντά στις προκλήσεις της μεταδιπολικής διεθνούς κατάστασης και να προετοιμάζει τον Ελληνισμό για τη μετανεωτερική εποχή). Προφανώς το ΠΑΣΟΚ είχε σχέδιο για τον πρώτο μετασχηματισμό. Ας το ονομάσουμε «πρόγραμμα της Μεταπολίτευσης». Για τον δεύτερο όμως μετασχηματισμό δεν είχε τίποτα. Νόμιζε ότι ο διπολισμός είναι μόνιμη σταθερά του παγκόσμιου συστήματος. Κι ο σοσιαλισμός η μοναδική και αξεπέραστη απάντηση στο κοινωνικό πρόβλημα. Για τον τρίτο μετασχηματισμό, που αποτελεί και τη βαθύτερη ουσία του δεύτερου, ούτε λόγος. Το ΠΑΣΟΚ, όπως και ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, τον αγνοεί.

Έτσι ενώ πετύχαινε τους βραχυπρόθεσμους στόχους του, το ΠΑΣΟΚ προετοίμαζε τη χώρα για ένα μέλλον τελείως διαφορετικό απ’ αυτό που πράγματι ερχόταν.

2. Το πρόγραμμα της Μεταπολίτευσης

Εμπνευστής του προγράμματος της Μεταπολίτευσης ήταν ο Κ. Καραμανλής και εκτελεστής του ο Α. Παπανδρέου. Οι στόχοι του θα μπορούσαν να συνοψιστούν σε τρία σημεία: Άρση του εμφυλιοπολεμικού διχασμού, αποκατάσταση της δημοκρατίας, ένταξη στην ΕΟΚ (Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα). Ειδικότερα:

Άρση της εμφυλιοπολεμικής πόλωσης: Άνοιγμα του κράτους στην αποκλεισμένη πλειονότητα του πληθυσμού. Κοινωνικές παροχές, για την ανακούφιση των κατώτερων στρωμάτων. Διαχείριση της αποβιομηχάνισης (κρατικοποίηση των προβληματικών). Αντιμετώπιση της απασχόλησης με προσφυγή στον κρατισμό.1

Αποκατάσταση της δημοκρατίας: Αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης. Εγκαθίδρυση πολιτικού συστήματος, βασισμένου στην πελατειακή διαχείριση των πολιτικών σχέσεων. Το κοινοβούλιο, τα συνδικάτα και οι συνεταιρισμοί, θεωρούνται τα «τρία βάθρα» του. Σύστημα αξιοσημείωτα σταθερό: ξεπέρασε με επιτυχία την κρίση του '89 και επιβιώνει των δύο ιδρυτών της. Για πρώτη φορά η νεώτερη Ελλάδα γνωρίζει, επί τόσα συναπτά έτη, συνθήκες πολιτικής ελευθερίας.

Ένταξη στην ΕΟΚ: Μετάθεση της Προστασίας από τις ΗΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιτυχής διαχείριση-εκτόνωση του αντιδυτικισμού και ειδικότερα του αντιαμερικανισμού. Μετάθεση των προβλημάτων Ελλάδας-Τουρκίας στο πεδίο των ευρω-τουρκικών σχέσεων. Καραμανλής: μπήκαμε στην Ε.Ο.Κ. όχι για οικονομικούς αλλά για εθνικούς λόγους. Η «αποτρεπτική στρατηγική» επαφίεται στα «διεθνή ερείσματα» της χώρας και πριν απ’ όλα τα ευρωπαϊκά. Ο στρατιωτικός συσχετισμός δυνάμεων αφήνεται να αλλάξει υπέρ της Τουρκίας.

Τα διαθέσιμα μέσα αυτού του προγράμματος ήταν: α) ο χαρισματικός ηγέτης, β) μια θεωρία-κράμα νεομαρξισμού και σταλινισμού και γ) η μαζική κινητοποίηση των «μη προνομιούχων», στη βάση μιας αλυτρωτικής ιδεολογίας με έντονα αντιμπεριαλιστικά και λαϊκιστικά χαρακτηριστικά.

3. Η υπέρβαση του διπολισμού

Το πρόγραμμα της Μεταπολίτευσης ήταν επιφανειακό, επειδή δεν συνέδεε τον ελληνικό διχασμό με την ειδική θέση της χώρας στα πλαίσια του διπολισμού. 2

Έτσι όταν ήρθε η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και ακυρώθηκαν οι γεωπολιτικές προϋποθέσεις του μακρόχρονου μαρασμού της, καμιά ιδεολογική και πολιτική  προετοιμασία δεν είχε γίνει, ώστε να αξιοποιηθούν οι καινούργιες ευνοϊκές συνθήκες. Απεναντίας νιώσαμε ότι χάνουμε το έδαφος κάτω από τα πόδια μας. Η πολιτική σκέψη του ΠΑΣΟΚ και των άλλων κομμάτων, παρέμεινε εγκλωβισμένη στους νάρθηκες του διπολισμού. Η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού ερμηνεύτηκε ως «ήττα των λαών» και η παγκοσμιοποίηση σαν μονόδρομος προς τον γκρεμό. Αποτέλεσμα: σύγχυση και αδυναμία προσανατολισμού. Απαισιοδοξία και ατελεύτητη θρηνωδία, μηδενισμός και ραγιαδισμός.

Η αγκύλωση στη διπολική σκέψη δεν μας επιτρέπει ειδικότερα να κατανοήσουμε τη νέα δομή του παγκόσμιου συστήματος και τον ρόλο των ΗΠΑ σ΄ αυτήν. Ούτε τον νέο ρόλο των εθνών στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης. Δεν αντιλαμβανόμαστε ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των εθνών για τη βελτίωση της θέσης τους στη διεθνή πυραμίδα της ισχύος είναι η μόνη πραγματικότητα. Ούτε τον πολυώνυμο χαρακτήρα της ισχύος (στρατιωτικό, οικονομικό, πολιτικό, τεχνολογικό, πολιτιστικό, δημογραφικό) καταλαβαίνουμε. Δυστροπούμε στη διαπίστωση ότι, για το προβλεπτό μέλλον, προοπτική έχουν μόνο οι εθνικές στρατηγικές που αξιοποιούν τις γενικές απαιτήσεις του παγκόσμιου συστήματος (την ανταγωνιστικότητα, τη συμπληρωματικότητα, την αναζήτηση της σταθερότητας). Δεν ηχεί καθόλου ευχάριστα στ’ αυτιά μας η ιδέα ότι προϋπόθεση της εθνικής επιβίωσης, στο νέο διεθνές περιβάλλον, είναι η ικανότητα να προσφέρεις λύσεις στα προβλήματα των γύρω σου. Ότι αν μένεις στάσιμος και δεν ανοίγεις δρόμο, σ’ αυτούς που τρέχουν πίσω σου, τότε απλώς θα σε ποδοπατήσουν.

Τα μεγάλα προβλήματα του διπολικού κόσμου -η κοινωνική και η εθνική ανισότητα, το οικολογικό πρόβλημα, η αποσύνθεση της κοινωνικής συνοχής- μεταφέρθηκαν στο μεταδιπολικό σύστημα και επιδεινώνονται. Η αντιμετώπισή τους αποτελεί τώρα βασική ανάγκη των εθνών-κρατών και των όποιων συλλογικών συσσωματώσεών τους. Η εθνική και η συλλογική ισχύς βρίσκονται σε συνάρτηση με την ικανότητα αντιμετώπισης των μεγάλων αυτών προβλημάτων. Αν στον διπολικό κόσμο μπορούσε να έχει απήχηση η άποψη ότι για να λύσουμε το κοινωνικό πρόβλημα, πρέπει να διασπάσουμε και να διαλύσουμε το έθνος, μέσω της μετατροπής της πάλης των τάξεων σε εμφύλιο πόλεμο, τώρα όλοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι κάτι τέτοιο είναι σκέτη παραφροσύνη. Κοντολογίς: Χωρίς εθνική συσπείρωση και χωρίς κοινωνική συνοχή, είναι αδύνατη η εθνική επιβίωση σ' έναν ειρηνικό, αλλά πολύ σκληρά ανταγωνιστικό κόσμο.

Το πρόγραμμα της Μεταπολίτευσης αποκατέστησε την εθνική ενότητα, αλλά δεν προετοίμασε τον λαό και τη χώρα να στηριχθούν στα δικά τους πόδια. Τα δεκανίκια του κρατισμού και της προστασίας κρίθηκαν απολύτως απαραίτητα.

4. Από τον μοντερνισμό στον μεταμοντερνισμό

Πίσω από την κατάρρευση του διπολισμού βρίσκεται η μετάβαση του νεωτερικού πολιτισμού από τον μοντερνισμό στον μεταμοντερνισμό. Στο κέντρο της βρίσκεται η κρίση της νεωτερικής εξατομίκευσης, η αποσάθρωση του μοντέρνου ατόμου και η ανάπτυξη του ανθρωπολογικού μηδενισμού.

Η ιδιάζουσα στην εποχή του μοντερνισμού «απομυθοποίηση» των συλλογικών ταυτοτήτων και η ανακήρυξή τους σε «συμβατικές» και «νοερές», επεκτείνεται τώρα σε μηδενισμό και της ίδιας της ατομικής ταυτότητας. Οι αξίες της προσωπικότητας χάνουν τη σημασία που είχαν πριν, καθώς ο ηδονισμός και ο καταναλωτισμός αναβαθμίζονται σε υπέρτατη υπαρξιακή επιδίωξη. Η κοινωνική συνοχή αποσαθρώνεται όχι μόνο από τα οικονομικά προβλήματα, αλλά κυρίως από την κυριαρχία των μηδενιστικών προτύπων που εισάγει ο μεταμοντερνισμός. Η αποσάθρωση του υποκειμένου καθιστά και τις όποιες πολιτικές αποβλέπουν στη λύση των προβλημάτων, ανεφάρμοστες και ατελέσφορες.

Το ζήτημα είναι γενικό και αφορά το Σύστημα στο σύνολό του. Μόνο οι τρόποι μετοχής σ’ αυτό διαφέρουν. Σε μας το πρόβλημα σκιαγραφείται πολύ καθαρά στο πεδίο της εθνικής ταυτότητας, καθώς από τις θετικές νεωτερικές νοηματοδοτήσεις της περάσαμε, πλησίστιοι, στον εθνομηδενισμό.3 Ο εθνομηδενισμός, ο γραικυλισμός στα καθ' ημάς, είναι το οικοσύστημα του ανθρωπολογικού μηδενισμού. Η αντιμετώπιση του μηδενισμού, με τη διπλή αυτή έννοια, είναι το μέγα πρόβλημα της ιστορικής φάσης που διανύουμε. Το ζητούμενο είναι εδώ η ανάδειξη του Προσώπου, του ανθρωπολογικού τύπου όπου αίρεται η πόλωση ατομικισμού – κολεκτιβισμού και πραγματώνεται η ατομικότητα της αλληλεγγύης, της αυτονομίας αλλά και της προσφοράς, της ελευθερίας αλλά και της δικαιοσύνης.

Το εξοργιστικό είναι ότι ενώ το πρότυπο αυτό υπάρχει μόνο στην ελληνο-ορθόδοξη παράδοση, εμείς κάναμε, στο διάστημα αυτό, ό,τι μπορούσαμε για να αποκόψουμε την παιδεία μας από την παράδοση αυτή. Οι αλλεπάλληλες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις (βασική συνιστώσα του προγράμματος της Μεταπολίτευσης) ισοδυναμούν με πολιτιστική αυτοκτονία, επειδή κλείνουν τον δρόμο προς τη μετανεωτερική εποχή. Εδώ ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και Αριστερά, συμπίπτουν πλήρως.

Αλλά ας δούμε τα αποτελέσματα της εικοσιπενταετούς διαχείρισης, όπως έχουν αποκρυσταλλωθεί στο κοινωνικό πεδίο.

5. Το ελληνικό βαμπίρ

Κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος είναι στην Ελλάδα σήμερα το καταναλωτικό παράσιτο.

Ο παρασιτικός καταναλωτισμός αποτελεί εγκαθιδρυμένο σύστημα. Στο κέντρο του βρίσκεται ο πελατειακός κοινοβουλευτισμός, η βασική λειτουργία του οποίου είναι να εκποιεί το κράτος στους ψηφοφόρους του και το έθνος στους δανειστές του. Γύρω του τα ποικίλα «διαπλεκόμενα» και οι «στρατοί κατοχής» (συντεχνίες, κομματικές νομενκλατούρες, συνδικαλιστικές μαφίες). Όλοι μαζί συγκροτούν έναν ιδιόμορφο οργανισμό, ο οποίος χρησιμοποιεί το κράτος σαν κέλυφός του και τρέφεται από τα παντοειδή ελλείμματα (στην άμυνα, στην οικονομία, στην παιδεία, παντού) - ελλείμματα που το ίδιο δημιουργεί. Ο οργανισμός αυτός διασωληνώθηκε μάλιστα τόσο καλά με τα ευρωκοινοτικά Ταμεία που ελπίζει να βγει σώος και αβλαβής από τη «λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης». Προέκυψε από τη συγχώνευση κοινωνικού παρασιτισμού, εθνικού γραικυλισμού και πελατειακού πολιτικού συστήματος, αλλά η ανθρωπολογική του βάση βρίσκεται στον αχαλίνωτο μηδενιστικό ατομικισμό, που χαρακτηρίζει το διαχρονικό ελληνικό άτομο στη φάση της ολοκλήρωσής του. Είναι το εθνικό μας βαμπίρ, το γνωστό κι από άλλες εποχές της ελληνικής ιστορίας. Οικοσύστημά του: το «τέλος των ιδεολογιών» (εθνικών και κοινωνικών).

Η λέξη «κρίση» είναι πολύ φτωχή, αθώα και προπαντός παραπλανητική, για να αποδώσει το φαινόμενο. Μιλάμε για ένα απαίσιο γλοιώδες ον, που τρέφεται από το αίμα του έθνους και του οποίου το δόντι έχει την ιδιότητα να εξουδετερώνει την αντίσταση του ξενιστή του, δημιουργώντας του αρχικά ροζ ψευδαισθήσεις και στη συνέχεια κοινωνική απάθεια. Το ον αυτό, αν και διαμορφώθηκε στα πλαίσια του ΠΑΣΟΚ, αφομοίωσε όλα τα κόμματα, τα ΜΜΕ και αποσάθρωσε και τα τρία βάθρα της παπανδρεϊκής δημοκρατίας. Ας δούμε συνοπτικά τη διαδικασία σχηματισμού του.

Η κατάρρευση της εμφυλιοπολεμικής πόλωσης, η τόσο αναγκαία και ζωτική για τον τόπο, απελευθέρωσε έναν αχαλίνωτο ατομικισμό. Ο ατομικισμός αυτός δεν δέχεται καμιά κοινωνική υποχρέωση. Το μόνο που ξέρει είναι «τα δικαιώματά του». Διαπερνά δε όλα τα κοινωνικά στρώματα και όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Μοιάζει να διαμορφώνει ένα νέο είδος «ταυτότητας». Τα χαρακτηριστικά της έχουν αποσαφηνισθεί με ενάργεια: Το πρωτόγονο ζορμπαλίκι (το «καμάκι», το σουβλάκι, το συρτάκι και τα παιδιά του Πειραιά, ταιριαστά με το δημόσιο ραχάτι, τον χυδαίο ιδεολογικό μεταπρατισμό και τη θρησκειοποιημένη και φολκλορική «επίσημη» Ορθοδοξία). Ζωώδεις προτεραιότητες χρήματος και εξουσίας, βολέματος και αυτασφάλισης,4 πάνε μαζί με το «κούφιο νταηλίκι» να καις τη δική σου Νομαρχία5 υπό τα έντρομα βλέμματα του κράτους και να κάνεις εκβιαστικό συνδικαλισμό εκ του ασφαλούς.

Ο τύπος αυτός ξεπήδησε ξαφνικά, από τη μια μέρα στην άλλη, υπερώριμος και σε πλήρη εξάρτυση, -σαν την Αθηνά από το κεφάλι του Δία. Τα χαρακτηριστικά του μας λένε ότι έχουμε να κάνουμε με το ελληνικό άτομο, που μέτρο «πάντων χρημάτων» έχει τον εαυτό του. Μόλις βρήκε το οικείο περιβάλλον του, δηλαδή συνθήκες πολιτικής ελευθερίας και «τέλους ιδεολογιών», το άτομο αυτό αναγεννήθηκε εν ριπή οφθαλμού και μέσα από τις στάχτες αιώνων, όπως το πεθαμένο του σύμβολο, ο Φοίνικας. Παραδόξως, λοιπόν, η κατάρρευση του ελληνικού νεωτερικού ατόμου (κατάρρευση της «μετακενωτικής»-διαφωτιστικής και της «ελληνο-χριστιανικής» - εθνοφυλετικής ταυτότητας) δεν οδηγεί στην ατομική παθητικότητα και απροσωπία, όπως συμβαίνει στα κέντρα της νεωτερικότητας, ούτε στον φονταμενταλιστικό-κολεκτιβιστικό πυρετό, που παρατηρούμε π.χ. στην ισλαμική περιφέρεια. Μας μεταφέρει στην τελευταία και «μεταμοντέρνα» φάση του δικού μας προνεωτερικού τύπου εξατομίκευσης.

Η αναγέννηση του ελληνικού ατομικισμού αρχίζει με τη μετατροπή του Δημοσίου σε «βαλσαμοποιείο», για «τα δικά μας παιδιά», στη συνέχεια σε προκάλυμμα ενός μαφιόζικου κλεπτοκρατικού καθεστώτος και ολοκληρώνεται με την προσπάθεια εκλογίκευσης και «εκσυγχρονισμού» του συστήματος αυτού.

5.1 Πρώτη φάση: το «βαλσαμοποιείο»

«Βαλσαμοποιείο». / Για «τα δικά μας παιδιά». Είναι διάσημες φάσεις-φράσεις του νεοελληνικού κοινοβουλευτικού βίου: - Ας τραβηχτούν για λίγο οι ετερόχθονες από την εξουσία, για να μπορέσουμε κι εμείς «να ρίψωμεν βάλσαμον εις τας πληγάς μας» (ψήφισμα Παλαμήδη 1844). Να βολέψουμε κι εμείς «τα δικά μας παιδιά» (Κ. Μητσοτάκης 1993).6

Τον πρώτο καιρό, όταν ο Ανδρέας, ο τροπαιοφόρος άγιος των μη προνομιούχων, άνοιξε τις πόρτες του κράτους στους αποκλεισμένους από τη Δεξιά, το Δημόσιο λειτούργησε, κανονικότατα, σαν βαλσαμοποιείο. Το κόστος το κάλυψε, ο σοφός μας οικονομολόγος, με εξωτερικό δανεισμό (αξιοποιώντας την «υψηλή πιστοληπτική ικανότητα της χώρας», δηλαδή τη γεωπολιτική υπεραξία που είχε για τη Δύση το «οικόπεδο Ελλάς», στα πλαίσια του ανταγωνισμού των δύο υπερδυνάμεων).7 Το «κράτος της δεξιάς», μεταβαλλόμενο σε βαλσαμοποιείο, έγινε στη φάση αυτή «παλλαϊκό κράτος», προκαταλαμβάνοντας πλήρως όλα τα σχετικά οράματα της παραδοσιακής αριστεράς. Για να τεθεί όμως υπό τον έλεγχο του «λαού» ήταν ανάγκη να καταλυθούν οι ιεραρχικές δομές του και η συστατική τους εργασιακή πειθαρχία. Υποτίθεται ότι στη θέση τους θα έμπαιναν η σοσιαλιστική αυτοπειθαρχία και η υψηλή υπευθυνότητα, που απορρέουν από τη σοσιαλιστική συνειδητότητα. Όμως τίποτε απ’ αυτά δεν αναφάνηκε για να καλυφθεί το κενό. Απλώς ισοπεδώθηκαν και παρέλυσαν τα πάντα και μόνο το μισθολόγιο των ΔΕΚΟ δεν έπαψε να ακολουθεί την ανιούσα. Μάταια οι Κασσάνδρες περίμεναν την κατάρρευση. Όλο αυτό το διάστημα το παπανδρεϊκό κράτος, που δεν είναι πλέον κράτος στην κυριολεξία, αλλά «μη-κράτος», αναπαράγεται κανονικότατα. Χωρίς κανένα αξιοσημείωτο πρόβλημα.

5.2 Δεύτερη φάση: ο σχηματισμός του βαμπίρ

Ποιο είναι το μυστικό της απρόσκοπτης αναπαραγωγής του; Είναι προσεκτικά κρυμμένο αλλά απλούστατο: Με το να διατηρείται σκόπιμα σε παράλυτη κατάσταση, το ελληνικό μη-κράτος λειτουργεί σαν ξενιστής, κέλυφος, προπέτασμα και προστατευτική «παραλλαγή», για το βαμπίρ που έχει εγκαταβιώσει μέσα του. Η άτυπη εξωθεσμική λειτουργία του παρασιτικού αυτού οργανισμού είναι τέλεια οργανωμένη σε επάλληλα και διαπλεκόμενα αδιαφανή δίκτυα, που ξεκινούν από το αθηναϊκό λεκανοπέδιο και έχουν τα περιφερειακά τους παραρτήματα σε όλη τη χώρα. Ως ενιαίο τώρα δίκτυο έχει διεισδύσει παντού. Έχει διαβρώσει και τις τέσσερις «ανεξάρτητες» εξουσίες: νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική και τύπο (γραπτό και ηλεκτρονικό). Επιπλέον έχει αποσαθρώσει και τα «τρία πόδια» της παπανδρεϊκής δημοκρατίας: τον κοινοβουλευτισμό, τα συνδικάτα και τους συνεταιρισμούς. Καθώς απλώθηκε σε όλη τη διαθέσιμη έκταση έχει αποκτήσει την ικανότητα να ενσωματώνει εύκολα οποιαδήποτε «συλλογική εκπροσώπηση». Μοναδικός σκοπός του είναι η συστηματική απομύζηση των πόρων του έθνους και η καλλιέργεια του κατάλληλου κλίματος ανοχής στη διαφθορά, ώστε να μπορεί να συνεχίζει απερίσπαστα το έργο της απομύζησης.

Ως κοινωνικό φαινόμενο δεν υπακούει σε καμιά κλασική εννοιολόγηση (ταξική ανάλυση κ.λπ.). Είναι ελληνική ιδιοτυπία και χρειάζεται ειδικές (ελληνικές) έννοιες, για να καταστεί κατανοήσιμο. Η απουσία ειδικών εννοιών μας εμποδίζει να το δούμε ως αυτό που πράγματι είναι: δηλαδή ως σύστημα με εσωτερική νομιμότητα, με νόμο αναπαραγωγής. Έτσι όμως δεν μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε ούτε ιδεολογικά ούτε πολιτικά. Γίνεται αντιληπτό, όταν γίνεται, ως αθροιστικό σύνολο ηθικών παρεκτροπών, ενός μεγάλου ή μικρού αριθμού ανθρώπων, οπότε και αντιμετωπίζεται με ξορκισμούς, ηθικολογίες και ευχολόγια. Κατά κανόνα ο κόσμος βλέπει απλώς τα επιφαινόμενα: το «παράλυτο κράτος» ή τη «γραφειοκρατία». Και έντεχνα πείθεται ότι «φταίνε οι δημόσιοι υπάλληλοι». Στη φαινομενολογία αυτή το αφανές παρασιτικό μπλοκ προσπαθεί να στηρίξει ευρύτερες συναινέσεις. Όχι για να άρει την «παραλυσία του κράτους», αλλά για να μειώσει απλώς το κόστος του. Η παραλυσία του κράτους-ξενιστή είναι όρος αναπαραγωγής για το πολιτικο-κοινωνικό του παράσιτο.

Το αρχικό βαλσαμοποιείο μετεξελίχθη, λοιπόν, σε άτυπη αλλά άριστα οργανωμένη κλεπτοκρατία, η οποία έχει τόσο καλά εδραιωθεί, ώστε όλη η πολιτειακή ελίτ την αποδέχεται σαν κάτι το εντελώς φυσικό και αυτονόητο. Όποιος δοκιμάσει να την αμφισβητήσει απλώς θα βρεθεί εκτός νυμφώνος. Φυσικά ο λαός, το μέγα θύμα αυτής της επιχείρησης, δεν τους αποδέχεται. Γι’ αυτό και στις δημοσκοπήσεις δείχνει εμπιστοσύνη σε θεσμούς όπως ο Στρατός και η Εκκλησία, ενώ ξέρει πολύ καλά πόσο ξεχαρβαλωμένοι είναι σ' ένα τέτοιο περιβάλλον. Συγχρόνως δηλώνει κατηγορηματικά απόλυτη έλλειψη εμπιστοσύνης στους πολιτικούς και στα ΜΜΕ. Δεν αντιλαμβάνεται όμως, ότι όλο αυτό το δυσκαταγώνιστο σύστημα, δεν είναι παρά η κεφαλαιοποίηση σε εθνικό επίπεδο του δικού του καθημερινού ατομικισμού. Ότι είναι η δική του έλλειψη συλλογικού πνεύματος αυτό που τρέφει το βαμπίρ. Τους συγκεκριμένους πολιτικούς αυτός τους εκλέγει, για εκπροσώπους του και πάτρωνες, με πρωταρχικό κριτήριο τις προσωπικές σχέσεις, τις εκμαυλιστικές εκδουλεύσεις και τις προσδόκιμες εξυπηρετήσεις. Πεπεισμένος από τις αλληλοκαταγγελίες των ίδιων των πολιτικών, ότι εγκληματούν εις βάρος των εθνικών συμφερόντων, ότι χρηματίζονται, ότι προδίδουν την πατρίδα για ψύλλου πήδημα κ.τ.τ. δικαιολογεί στον εαυτό του την δική του καθημερινή ατομική μικρο-παρανομία. Για παράδειγμα: κλέβει τον Φ.Π.Α., κρύβει εισοδήματα, ως επαγγελματίας, λουφάρει κανονικά, ή λαδώνεται, ως δημόσιος υπάλληλος.

Ο ελληνικός ατομικισμός, καθώς ύπατο κριτήριο έχει τα απροσδιορίστως μεταβαλλόμενα γούστα του υπερτροφικού Εγώ του, απονοηματοδοτεί τελείως τους κανόνες της συντεταγμένης συμβίωσης, ακόμα κι αυτούς που το ίδιο έχει καθορίσει. Η λογικότητα του νεωτερικού ατόμου (όχι στην «τραυματική» εκδοχή, την εθνικιστική-ευσεβιστική και τη διεθνιστική-ταξική, που γνωρίσαμε, αλλά στην «αυθεντικά» ευρωπαϊκή) δεν μπορεί να αποτελέσει αυτορυθμιστική αρχή για το ελληνικό άτομο. Κι εδώ βρίσκεται η αιθεροβασία και το ασύγγνωστο λάθος του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Το ελληνικό άτομο δεν είναι «λογικό», γιατί έχει πίσω του πολλαπλές ανθρωπολογικές διαδρομές. Όταν οι άλλοι πήγαιναν αυτό γύριζε, κατά το κοινώς λεγόμενο. Γνωρίζει π.χ. ότι «η λογική είναι υποδεέστερη της ρητορικής». Ότι το Εγώ είναι πάνω και πίσω από τη λογική. Ξέρει πολύ καλά ότι τα κίνητρα και οι σκοποί του προηγούνται της λογικής, την οποία επικαλείται. Δεν «παραμυθιάζεται», λοιπόν, με λογικά επιχειρήματα και «εκσυγχρονιστικά οράματα». Οι συλλογικοί κανόνες εκπίπτουν έτσι σε κατά συνθήκην ψεύδη, τα οποία ο ξύπνιος Έλληνας δεν καταδέχεται καν να τα λάβει υπόψη του, όταν τον παίρνει.

«Ο ζημιών το έθνος ουδένα ζημιοί». Ιδού η κατευθυντήρια αρχή της «χειραφετημένης από ιδεολογίες» ελληνικής ατομικότητας. Η αρχή αυτή, που διατυπώθηκε τόσο περιεκτικά στην ελλαδική Βουλή τον περασμένο αιώνα, αποτελεί το ύπατο δόγμα, τη θεμελιακή νοηματοδοτική πηγή, του αμοραλιστικού-παρασιτικού είδους «συλλογικότητας», που συνεπάγεται η έξαλλη ελληνική εξατομίκευση. Βεβαίως η ανάδυση του ελληνικού ατομικισμού, στην εποχή του «τέλους των ιδεολογιών» και του μεταμοντέρνου μηδενισμού, δεν έχει μόνο αρνητικές πλευρές. Κρύβει κι ένα ισχυρό δυναμισμό αναγκαίο για την επιβίωση. Πώς όμως, ο δυναμισμός αυτός θα μπορέσει να μεταμορφωθεί, ώστε να αναιρεθούν τα αρνητικά του αποτελέσματα, η συλλογική μας παθολογία; Αυτό είναι το μέγα ερώτημα. Μέγα και προς το παρόν πρακτικώς αναπάντητο.

5.3 Τρίτη φάση: ο «εκσυγχρονισμός» του βαμπίρ

Αν το ελληνικό «μεταμοντέρνο παράδειγμα» μπορούσε να κρατηθεί αιωνίως στη φάση του βαλσαμοποιείου, θα είχε αγγίξει την τελειότητα, -για τη νοοτροπία του ελληνικού ατόμου πάντα.

Το δυστύχημα όμως είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος να κρατηθεί εκεί. Το βαλσαμοποιείο λειτουργεί με δανεικά και επιπλέον μεταβάλλεται γρήγορα σε κλεπτοκρατία, που απομυζά κάθε ικμάδα του. Αρχή της είναι η περίφημη «αρπαχτή». «Να τα φάμε όλα εδώ και τώρα». Και τα τρώει όλα. Επιπλέον το βαλσαμοποιείο δεν είναι μόνο του στον κόσμο. Υπάρχουν πριν απ' όλα οι κουτόφραγκοι των Βρυξελλών, που θέλουν να ξέρουν πού πηγαίνουν τα λεφτά τους. Υπάρχει η παγκοσμιοποίηση, η οποία δεν δείχνει καμιά συμπάθεια για τα παρασιτικά κρατιστικά κατεστημένα όπου γης, όπως έδειξε η σχετική εμπειρία με τις περιβόητες «τίγρεις» της Νοτιοανατολικής Ασίας. Τέλος υπάρχουν και οι …Τούρκοι. Η Ο.Ν.Ε. είναι βέβαια το υπήνεμο λιμάνι, στο οποίο αν προλάβουμε να μπούμε «σωθήκαμε». Αλλά η απειλή είναι εδώ και μας ακολουθεί κατά πόδας: «τουρκικός επεκτατισμός» και «διεθνής κερδοσκοπία». Τούρκοι και Αγορές αξιοποιούν τα εξοπλιστικά και τα οικονομικά μας ελλείμματα. Φυσικά αν μπορούσαμε να τα καλύψουμε δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Αλλά δεν μπορούμε και ο λόγος είναι σαφής: αποτελούν τους μαστούς από τους οποίους τρέφεται το παρασιτικό - φαυλοκρατικό - κλεπτοκρατικό μας βαμπίρ. Οίκοθεν νοείται, λοιπόν, ότι το δημιούργημα αυτό του ελληνικού μεταμοντερνισμού δεν μπορεί να πάει μακριά, όπως είναι.

Αυτός είναι και ο λόγος που μπήκαμε ήδη στον «εκσυγχρονισμό»: στην «ενάρετη» φάση της ελληνικής κλεπτοκρατίας. Στη φάση αυτή το βάλσαμο περιορίζεται αυστηρά (μόνο για «τα πολύ δικά μας παιδιά»). Στην απεριόριστη ρεμούλα μπαίνει κάποιος φραγμός. Για πρώτη φορά αρχίζουν να τίθενται κανόνες και να επιτυγχάνεται μια ασυνήθιστη, για τα ελληνικά δεδομένα, βελτίωση των οικονομικών δεικτών. Προκειμένου να διασωθεί το ελληνικό βαμπίρ αναγόρευσε το Μάαστριχ σε νέα Μεγάλη Ιδέα και τη «Σύγκλιση» σε ύπατο στόχο της όλης «εθνικής» του «στρατηγικής».

Κατά τραγική όμως ειρωνεία από την επιτυχία της «εκσυγχρονιστικής» διάσωσης του παρασιτικού αυτού οργανισμού, εξαρτάται και η επιβίωση του ίδιου του ελληνικού λαού. Ο διαχωρισμός του λαού από το βαμπίρ είναι αδύνατος, με τη δεδομένη ανθρωπολογική μας κατάσταση. Το βαμπίρ είναι σαρξ εκ της σαρκός του ελληνικού ατόμου. Είναι το δικό του έλλειμμα συλλογικότητας, αυτονομούμενο σε παρασιτική κοινωνική οντότητα.

Αυτό που φαίνεται ως γενικευμένος εκπασοκισμός είναι, λοιπόν, η ειδική μορφή που παίρνει στην εποχή του μεταμοντερνισμού ο αναγεννημένος αχαλίνωτος ελληνικός ατομικισμός. Θα ήταν άδικο να τον «χρεώσουμε» στον Παπανδρέου. Απλώς στο πρόσωπο του μακαρίτη βρήκε το «χαρισματικό» του πρότυπο.

Πρώτη δημοσίεύση στο περιοδικό ΑΡΔΗΝ,  τχ.18 Μαρτ-Απρ. 1999.

πηγή: antifono.gr

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

Ένα άρθρο γραμμένο από τον  Dr TAWFIK HAMID, διακεκριμένο Αιγύπτιο ακαδημαϊκό. 

Μου το έστειλε φίλος αγαπητός. Το αναδημοσιεύω πιστεύοντας (ίσως ανοήτως) πως παρόμοια κείμενα βοηθούν τους άφρονες (αν τούτο είναι δυνατόν) όλων των πλευρών....

I was born a Muslim and lived all my life as a follower of Islam.

After the barbaric terrorist attacks done by the hands of my fellow Muslims everywhere on this globe, and after the too many violent acts by Islamists in many parts of the world, I feel responsible as a Muslim and as a human being to speak out and tell the truth to protect the world and Muslims as well from a coming catastrophe and war of civilizations.

I have to admit that our Islamic teaching creates violence and hatred toward non-Muslims.  We Muslims are the ones who need to change. Until now we have accepted polygamy, the beating of women by men, and killing those who convert from Islam to other religions.

We have never had a clear and strong stand against the concept of slavery or wars, to spread our religion and to subjugate others to Islam and force them to pay a humiliating tax called jizia.

We ask others to respect our religion while all the time we curse non-Muslims loudly (in Arabic) in our Friday prayers in the mosques.
What message do we convey to our children when we call the Jews "descendants of the pigs and monkeys"? [Yet, both Arabs and Jews are descendants of Ibrahim (Abraham)!] Is this a message of love and peace, or a message of hate?

I have been into [Christian] churches and [Jewish] synagogues (Hindu) temples where they were praying for Muslims. While all the time, we curse them, and teach our generations to call them "infidels" ;, and to hate them.

We immediately jump in a 'knee jerk reflex' to defend Prophet Mohammad when someone accuses him of being a pedophile while, at the same time, we are proud with the story in our Islamic books that he married a young girl seven years old [Aisha] when he was above 50 years old.

I am sad to say that many, if not most of us, rejoiced in happiness after September 11th and after many other terror attacks. Muslims denounce these attacks to look good in front of the media, but we condone the Islamic terrorists and sympathize with their cause. Until now our 'reputable top religious authorities have never issued a fatwa or religious statement to proclaim Bin Laden as an apostate, while an author, like Rushdie, was declared an apostate who should be killed according to Islamic Shari'a law just for writing a book criticizing Islam.

Muslims demonstrated to get more religious rights as we did in France to stop the ban on the hijab (head scarf), while we did not demonstrate with such passion and in such numbers against the terrorist murders. It is our absolute silence against the terrorists that gives the energy to these terrorists to continue doing their evil acts.

We Muslims need to stop blaming our problems on others or on the Israeli/Palestinian conflict. As a matter of honesty, Israel is the only light of democracy, civilization, and human rights in the whole Middle East.

We kicked out the Jews with no compensation or mercy from most of the Arab countries to make them "Jews-free countries" while Israel accepted more than a million Arabs to live there, have their own nationality, and enjoy their rights as human beings.
In Israel, women cannot be beaten legally by men, and any person can change his/her belief system with no fear of being killed by the Islamic law of 'apostasy, ' while in our Islamic world people do not enjoy any of these rights.

I agree that the 'Palestinians suffer, but they suffer because of their corrupt leaders and not because of Israel. It is not common to see Arabs who live in Israel leaving to live in the Arab world. On the other hand, we used to see thousands of Palestinians going to work with happiness in Israel, its 'enemy. If Israel treats Arabs badly as some people claim, surely we would have seen the opposite happening.

We Muslims need to admit our problems and face them. Only then we can treat them and start a new era to live in harmony with human mankind. Our religious leaders have to show a clear and very strong stand against :
polygamy, pedophilia, slavery, killing those who convert from Islam to other religions, beating of women by men, and declaring wars on non-Muslims to spread Islam.

Then, and only then, do we have the right to ask others to respect our religion.

The time has come to stop our hypocrisy and say it openly: 'We Muslims have to change !

H Ελλάδα ως γλωσσικό γεγονός

Χάρης Φεραίος*

ΤΟ ΑΘΛΗΜΑ του ανθρώπου το πρώτο, στην έκτη μέρα της Δημιουργίας, ήταν η «σύλληψη» του εαυτού του και του κόσμου! Τούτο υπήρξε βεβαίως γλωσσικό επίτευγμα, κατά το ότι τοποθέτησε τα δύο αυτά στοιχεία στον χώρο της γλώσσας, δίνοντάς τους δηλ. όνομα.
Όντως: Ο άνθρωπος αποδέσμευσε πρώτα τον εαυτό του από τον κόσμο, όπου, συμφυρμένος με τα άλλα στοιχεία του, περιπλανιόταν, αγνοώντας και την ύπαρξή του και τον κόσμο. Δίνοντας λοιπόν στον κόσμο όνομα, του έδωσε συνάμα όρια χώρου και όρια χρόνου. Δεν ήταν πια ο κόσμος ο χώρος μέσα στον οποίο πλάνης βρισκόταν ο άνθρωπος, αλλά το πνεύμα του ανθρώπου ήταν τώρα το «δοχείο» του κόσμου. Εκεί του καθόρισε τα όριά του, του έδωσε σχήμα και μορφή και όρισε αυτός τον τρόπο που θα ερχόταν σε επαφή μαζί του. Τώρα τα άλλα αντικείμενα του κόσμου, πέρα από τη χρήση τους, απόκτησαν και ουσία, και αυτή η ουσία καθόριζε τη χρήση. Απ' αυτή τη στιγμή διαπίστωσε ο άνθρωπος και τη διάσταση του χρόνου. «Εισέρχεται» λοιπόν στην Ιστορία.
Αυτό υπήρξε μια νέα δημιουργία! Προηγουμένως ο άνθρωπος είχε ανάγκες, τις οποίες δεν «κατείχε». Τώρα έχει επιθυμίες, και τις γνωρίζει. Μόλις η ανάγκη ικανοποιηθεί, παύει να υπάρχει. Η επιθυμία ζει πάντοτε και πριν και μετά την ικανοποίηση. Έχει δηλ. διάρκεια. Έτσι, μετά τον κόσμο, ο άνθρωπος κατέκτησε ακολούθως και την ύπαρξή του. Και όπως ο Σπύρος Κυριαζόπουλος λέει, «Τώρα υπάρχει και συγχρόνως έχει την ύπαρξίν του, θέλει και συγχρόνως γνωρίζει την θέλησίν του…». Αφού έτσι ξεχώρισε, και όρισε τον εαυτό του ο άνθρωπος, κύκλωσε μετά τον «αντι-κείμενο» πια κόσμο, και περιορίζοντάς τον στον χώρο της γλώσσας, τον υπόταξε. Άρχισε έτσι και να δημιουργεί τον κόσμο στο πνεύμα του. Με δημιουργό αυτή τη φορά τη γλώσσα. Αυτό, ως γλωσσικό γεγονός, ολοκληρώνει το πρώτο μέγα άθλημα του ανθρώπου. Από τη στιγμή που μπορούσε ο ίδιος να «αναδημιουργεί» τον κόσμο, «ανήλθε» και στον πολιτισμό.
Ο μύθος δηλοί, ό,τι άλλωστε είπαμε ξανά απ' αυτή τη στήλη: Η γλώσσα δεν είναι απλώς ένα εξάρτημα με το οποίο ο άνθρωπος εξωτερικεύει τον εαυτό του ή τον κόσμο, αλλά το μέσο με το οποίο εσωτερικεύει και τον κόσμο και τον εαυτό του. Η γλώσσα δηλ. είναι που συλλαμβάνει τον άνθρωπο, και τον κόσμο, και εκείνη είναι που ξαναδημιουργεί και τον άνθρωπο και τον κόσμο. Η γλώσσα μπορεί να εσωτερικεύει το σύμπαν, ώστε να δημιουργεί ύστερα το παν!
 
***
Η ανάλυση αυτή σημαίνει, ότι η γλώσσα δεν αποτελεί ένα απλώς κοινό χαρακτηριστικό όσων απαρτίζουν μια φυλή, που τη διακρίνει από άλλες, όπως είναι αίφνης το χρώμα του δέρματος, ή η κατατομή του προσώπου. Αφού είναι το μέσο που εσωτερικεύεται ο κόσμος, είναι και τεκμήριο του τρόπου με τον οποίο προσέλαβε αυτή η φυλή τη νομοτέλεια εκείνου του κόσμου. Είναι συνεπώς το τεκμήριο της όποιας πνευματικής συγκρότησης ενός λαού, και βεβαίως ενός έθνους.
Εδώ αρχίζει το δεύτερο μέγα έργο της γλώσσας. Διότι ως χώρος όπου συλλαμβάνεται η δομή του κόσμου, είναι και η μήτρα όπου γεννιέται ο πολιτισμός! Η γλώσσα, εκείνη που οδήγησε στην εσωτερίκευση του κόσμου, τώρα οδηγεί, ως λόγος, στην εξωτερίκευση αυτού που ο άνθρωπος συνέλαβε ως δομή του κόσμου. Του δίνει τον τρόπο να εκφράσει ό,τι δημιούργησε στο πνεύμα του, είτε εργάζεται με τις λέξεις είτε με τον λίθο είτε με τον ήχο. Ως «λόγος» πια, αλλά με την αρχαία του έννοια, που δεν είναι μόνο τρόπος ομιλίας, όσο τρόπος ύπαρξης.[1]* Ή για να το πούμε πιο περιγραφικά, τρόπος να συλλαμβάνεις, να οργανώνεις και τελικά να εξωτερικεύεις. Αυτή είναι η λειτουργία της γλώσσας που δημιούργησε και τους μεγάλους πολιτισμούς. Εκείνους που παιδαγώγησαν την ανθρωπότητα.
Εξέχον παράδειγμα γλώσσας, που γέννησε, αλλά και στη συνέχεια αναγέννησε πολιτισμό, είναι εκείνη που έφεραν τα ελληνόφωνα φύλα, ερχόμενα στην (μετέπειτα) Ελλάδα. Στην πραγματικότητα αυτή η «μετέπειτα» Ελλάδα, ως τρόπος πολιτισμού, είναι γλωσσικό γεγονός. Αυτό και θα αναλύσομε στο επόμενο.
 
Ό,τι καταδεικνύει πως η Ελλάδα ως τρόπος πολιτισμού, αποτελεί γλωσσικό γεγονός, είναι καθεαυτή η διαδικασία γένεσης της τρίτης φάσης του, που καλείται Κλασσική. Θυμίζω ότι κατερχόμενα στην Ελλάδα τα ελληνόφωνα φύλα δεν έφεραν μαζί τους καμιά τέχνη. Αντίθετα βρήκαν εδώ να ακμάζει ένας λαμπρός αριστοκρατικός, εύθυμος πολιτισμός κομψότητας και χάρης, ο Μινωικός, τον οποίο, ως Αχαιοί, αναδημιούργησαν σε Μυκηναϊκό. Τον δεύτερο μεγάλο πολιτισμό που γεννούσε η Ελλάδα.
Πολύ ενωρίς όμως συνειδητοποίησαν, ότι ο πολιτισμός αυτός δεν ήταν αντάξιος, ούτε του λαμπρού πολιτισμού που βρήκαν, σημαντικότερο δε, ούτε αυτού που εκείνοι κόμισαν ερχόμενοι στην Ελλάδα: Της παντοδύναμης δηλ. ελληνικής τους γλώσσας! Γλώσσας όντως μοναδικής, καθώς είναι η μόνη της οποίας οι λέξεις έχουν αιτιώδη σχέση (όχι συμβατική) με αυτό που ονομάζουν. (Ως ετυμολογία είναι, όπως θεωρεί ο Πλάτων, η «αιτιώδης σχέση λέξεων και όντων»). Γλώσσα δε με αυστηρή (μαθηματική) εσωτερική δομή, που της επιτρέπει να αναπαράγει λέξεις με γεωμετρική πρόοδο (οι ελληνικοί λεκτικοί τύποι ανέρχονται στα 90 εκατομμύρια, ενώ οι λατινικοί μόλις στα 9!), και, ιδίως, να αναπαράγεται εξελισσόμενη ως μορφή, με τη φάση των πολιτισμών που παράγει. (Ομηρική, Αττική, Ελληνιστική κοινή...). Κάτι σημαντικότερο λοιπόν διαισθάνονταν, ότι μπορούσε να δημιουργήσουν, ως συγκερασμός, αυτή η γλώσσα και εκείνη η τέχνη.
Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, και όταν ήλθαν οι Δωριείς, το τελευταίο και αυστηρότερο των ελληνόφωνων φύλων, έθεσαν και τυπικά τέρμα στο, τριών μόλις αιώνων, Μυκηναϊκό «πείραμα», έζησαν μετά στη συλλογή για τρεις σιωπηλούς αιώνες, (τους καλούμενους «σκοτεινούς») μέτρησαν ό,τι εύκοσμο βρήκαν, προσμέτρησαν ό,τι κοσμογονικό κόμιζαν, ώσπου απ' εκείνη τη συλλογή ξεπήδησε φωτεινό μετέωρο ο Όμηρος, απ' όπου γεννήθηκε (τρίτος ελληνικός) ο λαμπρός Κλασσικός πολιτισμός: Ο πολιτισμός του «λόγου». Εκφραζόμενου δε όχι μόνο στις έμψυχες λέξεις, αλλά και στον άψυχο λίθο. Διότι και ο λίθος που ανυψώθηκε ώστε να αποτελέσει τους κίονες του Παρθενώνα, δεν είναι μια ξηρή γεωμετρική σύνθεση δομικών στοιχείων, έστω και ύψιστης κομψότητας. Είναι σαν μια πρώην εύπλαστη ύλη, (της πρώτης ημέρας της δημιουργίας) η οποία, «θεία εντολή», («είπε και γεννήθηκεν», που λέει ο Ελύτης) ανυψώθηκε για να στηρίξει τον θριγκό, (απολιθωμένη σε «γόνιμη στιγμή»[2]) ακολουθώντας σ' αυτή τη διαδικασία (μείωσης-έντασης) τη νομοτέλεια του ελληνικού λόγου! Του οποίου μάλιστα τη «δομή» συμβολίζοντας, εκφράζει αισθητικά.
Γλωσσικό γεγονός λοιπόν ο κλασσικός πολιτισμός της Ελλάδας! Τόσο ως Αντιγόνη του Σοφοκλή, όσο και ως Θεά Νίκη του Φειδία, και Παρθενώνας του Ικτίνου. Και σημαντικότερο: Γλωσσικό γεγονός ήταν η Ελλάδα, όχι μόνο στην ακμή της. Γλωσσικό γεγονός, που υπήρξε και σωτήριο, ήταν και στην παρακμή της! Το «παραδοξολόγημα» θα ερμηνευθεί βεβαίως:
Είναι γνωστό, ότι στην εσχατιά της πρώτης π.Χ. χιλιετίας, ο ελληνισμός είχε φτάσει σε έσχατο όριο πνευματικής παρακμής! Σε βαθμό, που έμοιαζε φαντασιακή η επιβίωσή του ως ιστορικού λαού. Αφότου, αντικατέστησε το (πολιτικό) άθλημα του «κοινωνείν» με το σοφιστικό… «δικαίωμα» του «ιδιάζειν», κατέληξε να ενσαρκώνει τον αποκρουστικό τύπο του «γραικύλου», των ρωμαϊκών χρόνων. Άτομο πια, (όχι πολίτης) εγκλωβίστηκε, ακοινώνητο, σε έναν ασφυκτικό κλοιό επιθανάτιου ρόγχου.
Από τον θανάσιμο εναγκαλισμό τον εξήγαγε και πάλι η γλώσσα: Κι αν όλα τα είχε χάσει ο γραικύλος, δεν έχασε εκείνη τη γλώσσα του. Γλώσσα που, εξ ανάγκης, οι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν, ως συνεκτικό θεμέλιο της κοσμοκρατορίας τους, και στην οποία ήταν φυσικό, διά των Αποστόλων του, να μιλήσει ο Χριστός. Γλώσσα, θυμίζω, που κατ' εξοχήν λειτουργεί ως μέσο εσωτερίκευσης του κόσμου. Εκείνη λοιπόν η «κοσμογόνος» ελληνική γλώσσα εσωτερικεύοντας το άγγελμα του Χριστού, για τον καινό τρόπο αναζήτησης της «αλήθειας», (αρχέγονου ελληνικού «αιτήματος») αμέσως «ανέγνωσε» τον νέο τρόπο του «κοινωνείν», (αρχέγονη ελληνική αρετή) σε νέα τώρα «κοινωνία της άνω πόλης»! Συγκλονισμένη εξήλθε από τη νάρκη, περιήλθε σε τρεις πάλι αιώνες συλλογής, και γέννησε μετά τον τέταρτο υπέρλαμπρο ελληνικό πολιτισμό, και τέταρτη μεταμόρφωση γλώσσας, βεβαίως τη Βυζαντινή κοινή.
Γλωσσικό γεγονός, λοιπόν, η σωτηρία του ελληνισμού από την παρακμή, και κατεξοχήν γλωσσικό γεγονός η Βυζαντινή κοσμο-πολιτεία λαών. Γλωσσικό όμως γεγονός και η περιπέτεια της πέμπτης μεταμόρφωσης της γλώσσας, της Νεοελληνικής κοινής. Περί της «περιπέτειας» όμως, στο επόμενο.  
 
Είδαμε στα προηγούμενα, πώς η γλώσσα δημιούργησε ό,τι σήμερα είναι γνωστό ως πολύμορφος, και ιδίως (αν παραφράσομε τον Αισχύλο) πολυθρέμμων ελληνικός πολιτισμός. Και, που είναι το καταλυτικό, διαπιστώσαμε πώς εκείνη η κοσμογόνος γλώσσα, έσωσε την Ελλάδα από ιστορικό θάνατό της στους ρωμαϊκούς χρόνους, καθόσον, παρηκμασμένοι οι τότε πρόγονοι, με χαμένο κάθε ίχνος πνευματικής αρετής, διατήρησαν εντούτοις ζώσα την ελληνική τους γλώσσα. Κι εκείνη τους έδωσε ως ανταμοιβή άλλη μια χιλιετία πολιτισμικής κοσμοκρατορίας.
Πνευματική παρακμή έπληξε πάλι τον ελληνισμό, ένα σχεδόν αιώνα πριν την Άλωση (το έτος 1354), τότε που «εγκατέλιπε» τη δική του «πηγήν ύδατος ζωής» και «ώρυξεν εαυτώ φρέαρ συντετριμμένον», προσπαθώντας να «ξεδιψάσει» στα πηγαδίσια λασπόνερα του Θωμά Ακινάτη, αναμένοντας τάχα «ανατολή» κάποιου λαμπρού φωτός προερχόμενου από... δυσμών, «εκ της Εσπερίας»! Από δυσμών όμως (την Αδριανούπολη) ήλθε, 99 χρόνια μετά, μόνο ο Μωάμεθ! Πέρασαν έτσι άλλα 368 χρόνια σκότους. Στα οποία όμως, σε γόνιμη εθνική σιωπή ο ελληνισμός, συγκεντρώθηκε πάλι σε ενδοσκόπηση, παρασκευάζοντας νέα αναγέννησή του. Και παρότι «εν δουλεία», παρήγαγε πέμπτη μεταμόρφωση της παντοδύναμής του γλώσσας, την περίκομψη Νεοελληνική κοινή! Εν όψει βεβαίως νέου γλωσσικού γεγονότος: Της πέμπτης πολιτισμικής του εξόρμησης, με περίλαμπρο τώρα μετέωρο ως προπομπό, τον Διονύσιο Σολωμό.
Πλην όμως! Το νέο αυτό γλωσσικό γεγονός, ως νεοελληνική φωταδιστική περιπέτεια πια, ήδη οδηγεί το έθνος ξανά στα έσχατα. Παρωνυχίδα τους δε είναι απλώς η κατ' έτος επαναλαμβανόμενη γλωσσική πανωλεθρία των μαθητών μας στις εξετάσεις. Άλλο είναι το τεκμήριο της συντέλειας. Και όχι τόσο η τηλεοπτική αγραμματοσύνη, εκφερόμενη και με πρωτοφανή αυθάδεια, με εκείνα τα, «οι προγόνοι μας» και «οι προέδροι μας» και οι «φιλάθλοι μας», ή η αντίστοιχη των «παραθυροδίαιτων» βουλευτών μας, για κάποιο «δεκαετή ομόλογο», και την «επιδεινόμενη κατάσταση». Είναι ο ανελλήνιστος λόγος των, εντούτοις άψογων στην επιστήμη τους, νεαρών πανεπιστημιακών μας! Όταν ένας δημοσιογράφος λέει αυτάρεσκα στο τηλεοπτικό γυαλί «ειρήσθω εν παρόδω να πω», είναι φυσικά τραγέλαφος. Όταν όμως ένας καθηγητής λέει «λόγον του ότι» (αντί βεβαίως «λόγω του ότι») αυτό ακριβώς είναι η συντέλεια. Διότι πανηγυρικά πιστοποιεί πως οι λέξεις δεν έχουν πια αιτιώδη σχέση, με ό,τι ονομάζουν.[3]  Πράγμα που όπως είδαμε, αποτελώντας το κατ' εξοχήν ιδιοπρόσωπο της ελληνικής γλώσσας, της έδωσε και τη δυνατότητα αναμορφούμενη να επιβιώνει για τρεις χιλιάδες χρόνια, σηματοδοτώντας και παράλληλη επιβίωση του ελληνισμού, ως πολιτισμικού γεγονότος. Πώς θα αντιληφθεί όμως εκείνος ο νεαρός, ποια γλωσσική άβυσσος τον χωρίζει από τις λέξεις που χρησιμοποιεί, αφού ποτέ δεν τον δίδαξε το σχολείο του την αρχαία γλώσσα, και συνεπώς δεν αισθάνθηκε ποτέ ούτε τη γοητεία, ούτε συναισθάνθηκε τη λειτουργία δοτικής, μετοχής, ή απαρεμφάτου, και κυρίως τη διαδικασία γένεσης της Νεοελληνικής, εκείνης που φαντάζεται πως χρησιμοποιεί; Όταν δεν γνωρίζει την ετυμολογία των ελληνικών λέξεων, τότε αυτές δεν αποτελούν παρά συμβατική ομαδοποίηση γραμμάτων του αλφαβήτου, και ουδέν πέραν τούτου. Όταν δεν γνωρίζει ότι η πιο κοινή νεοελληνική λέξη «αλήθεια», είναι προϊόν των αρχαίων «ου λήθη», με ό,τι αυτό σημαίνει σε σχέση με εκείνο που στο Α' μέρος αναφέραμε ως τρόπο «γλωσσικής εσωτερίκευσης» του κόσμου και της δομής του από τον άνθρωπο, (ως εσχατολογική δηλ. στάση του απέναντι στον αντι-κείμενο κόσμο), τότε θα διερωτηθεί και το έξης απλό: Αφού πρόκειται απλώς για συμβολισμό, γιατί να μη χρησιμοποιώ εκείνον λ.χ. της αγγλικής (truth) που είναι και συντομότερος! (Μια συλλαβή, όχι τέσσερις...) Αλλά ποιος θα τα σκεφθεί αυτά; Το (ούτως ή άλλως αντισυνταγματικό) Υπουργείο της Παιδείας, δέσμιο (έσωθεν και έξωθεν) συνδικάτων και κομμάτων, ή η (εθναρχικά υπεύθυνη) Εκκλησία, δέσμια εκείνη άλλης μονοτροπίας; Ας γνωρίζουν όμως όλοι: Λαός που δεν έχει γλώσσα εθνική, συνεκτική και οργανωμένη, που αλλιώτικα σκέφτεται και αλλιώτικα μιλά, είναι καταδικασμένος να χαθεί στο έρεβος της Ιστορίας. Λαός δε, που ενώ έχει γλώσσα, επιμένει να την αγνοεί, ο λαός αυτός όχι μόνο θα χαθεί, αλλά θα χαθεί κάτω από το ειρωνικό μειδίαμα της Ιστορίας. Γι' αυτό, λέει ο γράφων, όσοι δεν εργάζονται για τη γλώσσα, ας γνωρίζουν ότι εργάζονται για την εξαφάνισή τους.
 
[1] Εν αρχή ην ο «λόγος» δεν είπε ο «ελληνιστής» Ιωάννης...
[2] Κατά προσφιλή έκφραση του Π.Α. Μιχελή.   
[3] Την «αιτιώδη σχέση λέξεων και όντων» που έλεγε ο Πλάτων.
 
* O Χάρης Φεραίος είναι διδάκτωρ του ΕΜΠ.
 
πρώτη δημοσίευση: εφημερίδα Φιλελεύθερος, Ιούνιος 2014.
 
πηγή: Aντίφωνο