Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Δημήτρης Λιαντίνης. Φωτισμένος Δάσκαλος, τραγικός αυτόχειρας, αυτοσυνεπής - συνεπώς μόνος ες αεί - , φωτίζει με τη σκέψη του το ζόφο της πατρίδας μας.

ΔΕΝ είναι παράδειγμα να το δείχνουμε στα παιδιά μας ο «χρυσός αιώνας» του Περικλή του Δ. Λιαντίνη
_____________________________________
"Το τέταρτο σημείο της άγνοιας και της πλάνης στη διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών είναι η λάθος εικόνα που έστησαν μέσα μας οι δάσκαλοι ότι η ψηλότερη τάχα κορυφή της κλασικής Ελλάδας είναι ο Περικλής και ο «χρυσός αιώνας» του.
Η εκδοχή αυτή στην αξιολόγηση γενικά της ιστορίας της αρχαίας Ελλάδας έχει γίνει κύρια θέση. Και βέβαια ανταποκρίνεται σε μία μορφή της αλήθειας.
Δεν είναι όμως η ουσιαστική της μορφή, που πηγάζει από τη μονιμότητα και χύνεται στη διάρκεια των πραγμάτων και των δράσεων. Δεν είναι δηλαδή η αλήθεια, που προορίζεται να δείχνει το «εσαεί» όπως θα ‘λεγε ο Θουκυδίδης.

Η θέση ότι ο αιώνας του Περικλή, 460-430 π.Χ. είναι η κορυφή της κλασικής Ελλάδας εκφράζει την προφάνεια και την επιπολή. Και η αλήθεια της δεν ημπορεί παρά να είναι η προφανής και η επιπόλαιη.
Γιατί η αλήθεια που φαίνεται δεν είναι κατά κανόνα και η αλήθεια που είναι. Κι εδώ μιλάμε για την πρώτη. Μιλάμε για την αλήθεια που την υπαγορεύουν τα θεατά και τα δρώμενα. Η αίσθηση του κατευθείαν και η αντίληψη του άμεσου.

Θα μπορούσε κανείς στη γλώσσα της φυσικής να το ειπεί ως εξής: η εκδοχή ότι η εποχή του Περικλή συμπίπτει με την ύπατη στιγμή της ελληνικής ώρας είναι η στατική θέση του τρισδιάστατου, όπου το χώρο τον ορίζουν τα σημεία. Δεν είναι η δυναμική θέση του τετραδιάστατου, όπου το χώρο τον ορίζουν τα γεγονότα.
Αυτό σημαίνει πως η αλήθεια για το χρυσό αιώνα του Περικλή έρχεται από τη νευτώνεια παράσταση της φυσικής, που δεν ακυρώνεται βέβαια ποτές, αλλά κάπου όμως ξεπερνιέται. Σε αντίθεση με τη σχετικιστική παράσταση της φυσικής, που μέσα στην περατότητά της είναι άπειρη.

Ακόμη πιο απλά, που θα ειπεί πιο σίγουρα: η θέση ότι η εποχή του Περικλή είναι ο κόρυμβος της κλασικής Ελλάδας αφήνει έξω την παράμετρο του χρόνου, που είναι η ανάποδη όψη του χώρου. Η θέση αυτή, δηλαδή, δεν αντικρύζει το ιστορικό προτσές μέσα στην ενιαία διάσταση του χωροχρόνου, αλλά ξεχωρίζει το χώρο από το χρόνο.
Η νευτώνεια θέση βλέπει τον Περικλή στατικά. Τον θεωρεί, για παράδειγμα, την ώρα που χτίζει την Ακρόπολη, και εκεί τον απομονώνει. Δεν τον βλέπει δυναμικά. Δεν τον βλέπει σε συνάρτηση, για παράδειγμα, με ό,τι προηγήθηκε και με ό,τι ακολούθησε. Γιατί τότε θά ’βλεπε έναν Περικλή που κληρονόμησε από τους προγόνους τη δόξα και τη λάμψη των Μηδικών, και κληροδότησε στους απογόνους το όνειδος και τη συφορά του πελοποννησιακού πολέμου.

Σε πρώτη λοιπόν φάση και σε πρώτη οπτική αποδέχεται κανείς την κατανόηση ότι στην εποχή του Περικλή η ιστορία της Ελλάδας άγγιξε το θριαμβικό της άκρο.
Γιατί εκείνη την ώρα τις πράξεις των ελλήνων τις μαστιγώνει το οργιαστικό ρίγος της δύναμης και της δημιουργίας. Και τα έργα τους τα λούζει η ωκεάνεια αίσθηση της κυριαρχίας και της κατάφασης. Μία γενετήσια σύμπληξη άπειρης μάζας και άπειρης ενέργειας λύνει ολόκληρο το παρελθόν, αλλά δεν ημπορεί να δέσει το μέλλον του ανθρώπου.
Και πράγματι, στην εποχή του Περικλή έχουμε χτίστες και τεχνίτες πολλούς. Και θα δώσουν κρότους και ήχους που δεν ξανακούστηκαν.

Στο στοχασμό έχουμε τον πρώιμο Σωκράτη. Ενώ βαδίζει, μπροστά του βυθίζουνται αγαλινά προς το λυκόφως οι τελευταίοι μεγάλοι προσωκρατικοί. Ο Ηράκλειτος, ο Παρμενίδης, ο Εμπεδοκλής, ο Λεύκιππος, ο Αναξαγόρας, ο Πίνδαρος.

Στην τραγωδία έχουμε το μέγα μεσημέρι του Σοφοκλή. Ο τραγικός των Οιδιπόδων κατευοδώνει τον πρεσβύτη Αισχύλο, την ώρα που καλωσορίζει το θαλασσοπλήγα Ευριπίδη.

Στην ιατρική έχουμε την τιμημένη ανάρρηση του Ιπποκράτη, που έζεψε τη θεραπευτική με τη φιλοσοφία στο έκκεντρο σημείο της σωματικής και της πνευματικής δίαιτας. Τι σημαίνει φιλοσοφική ιατρική το καταλαβαίνουμε για καλά σήμερα, καθώς βλέπουμε καθαρά ότι η αιτία που προκαλεί στους ανθρώπους τον καρκίνο είναι ο τρόπος που ζούμε. Το αφύσικο της κατοικίας δηλαδή, το αφύσικο της εργασίας, το αφύσικο της αναπνοής, το αφύσικο της κίνησης, το αφύσικο της αγωγής, το αφύσικο της ψυχαγωγίας. Ο Ιπποκράτης με τη φιλοσοφική ιατρική του σήμερα είναι περισσότερο επίκαιρος από το Λεύκιππο με την ατομική φυσική του.

Στη γλυπτική έχουμε τα μαστοράτα του Πολύκλειτου, του Μύρωνα, του Φειδία. Τα λιθουργεία αυτών των μαστόρων είναι επί γης τα τελεστήρια του ρυθμού και της αρμονίας, που τις συστοιχίες τους στον ουρανό θα τις έβλεπε κανείς στους εύστολους αστερισμούς του Ωρίωνα του Ηνίοχου, του Μεγάλου Κύνα.

Στην αρχιτεκτονική έχουμε την Ολυμπία της Ήλιδας και την Ακρόπολη της Αττικής. Δύο ιερά της φύσης.

Στην πολιτική έχουμε τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών. Ωστόσο, είναι μια πολιτική επιστήμη που θέλει να αντικρύζει τον άνθρωπο σαν ευφροσύνη του σήμερα, και σαν αγνόηση του αύριο. Γιατί λίγο ακόμη και η πολιτική του Περικλή θα ξεδιπλώσει τους πανάθλιους Κλέωνες, τους αρριβίστες Αλκιβιάδες, τους αναξιόπαθους Νικίες.

Μ' ένα λόγο η εποχή του Περικλή είναι μεγάλη, γιατί ’ναι η ώρα που ανθίζει το ρόδο. Ο ήλιος στυλώνεται στο μεσούρανο, και η μέρα γίνεται έκρηξη. Τώρα ο άντρας, στα σαράντα πέντε του χρόνια, τοιμάζεται να φορέσει το στέμμα του βασιλιά.
Από την άποψη αυτή η εποχή του Περικλή είναι ο χρυσός αιώνας της Ελλάδας. Και θά ’χε όλο το δίκαιο η παιδεία μας να τον προβάλλει στους νέους παράδειγμα της πρέπουσας αγωγής. Εάν δεν είχε λησμονήσει το ουσιώδες.

Λησμόνησε, δηλαδή, ότι το ρόδο που άνοιξε θα μαραθεί, και ο καρπός που έγινε θα πέσει. Ότι σαν έφθασε να μεσουρανήσει ο ήλιος, γρήγορα θα πάρει την κατρακύλα κατά τη σπηλιά της νύχτας. Και τον Ιούλιο Καίσαρα την ώρα που ήταν να του φορέσουν το στέμμα στο κεφάλι, τον σφάξανε είκοσι τρεις μαχαιροφόροι.

Όλα αυτά για την αγωγή σημαίνουν ένα. Ότι προτείνοντας πρότυπο στους μαθητές τον αιώνα του Περικλή, ανατρέφουμε τους νέους μας με το φύραμα της γεροντικής. Για να μορφώσουμε τη ζωή που ξεκινά, λαβαίνουμε κανόνα τη ζωή που φεύγει. Στην απειλή του μαρασμού εμπιστευόμαστε το λίκνο του σφρίγους.
Τώρα μπορεί να δείξει κανείς από μέσα, γιατί η εποχή του Περικλή δεν είναι ο αιώνας του χρυσού ή του αργύρου, σύμφωνα με τη γνωστή κλίμακα εκφυλισμού των γενεών, αλλά είναι ο αιώνας του χαλκού και του σιδήρου. Είναι, δηλαδή, η εποχή της σοβούσας παρακμής και της προχωρημένης αποσύνθεσης.

Αμέσως μετά τη νίκη στις Πλαταιές η ψυχολογία του πολίτη της Αθήνας, και της άλλης Ελλάδας, άλλαξε.
Ένα βαρομετρικό υψηλής αγερωχίας που ανεβαίνει στον κομπασμό, και ένας άνεμος οίησης που ξαμολιέται μ’ όλους τους συριγμούς του θράσους, πήραν τη θέση του σεμνού και του μετρημένου, του ακοίμητου, και του ελαφρά μελαγχολικού έλληνα της εποχής των Μηδικών. Μ' ένα λόγο έγινε αυτό που πάντα γίνεται, όταν η επιτυχία σπάζει τα φρένα του νου. Οι έλληνες, και κυρία οι αθηναίοι, «καβάλησαν καλάμι».

Στον καιρό τους το «καβάλησαν καλάμι» ο Αισχύλος το δίδασκε πρωΐ και απόγευμα στα θέατρα με τη δική τους γλώσσα: προσέχετε την ύβρη, τους έλεγε. Δεν υπάρχει χολερότερη χολέρα στον άνθρωπο. Κι όταν η ύβρη ανθίσει, τότε θα θρέψει το στάχυ της τύφλας. Και ύστερα θα θερίσετε τις θημωνιές του μεγάλου θρήνου.
Ο πικρός Αισχύλος ειδοποιεί τους συμπολίτες του, σα να βλέπει ολοκάθαρη μπροστά του τη συφορά της αθηναϊκής στρατιάς στη Σικελία ύστερα από εξήντα χρόνια.

Ο γκρεμισμός των αθηναίων στην ύβρη φαίνεται χαρακτηριστικά από τρία πατήματά τους σε σάπιο σανίδι.
Το ένα είναι η ιμπεριαλιστική τους τροπή που αρχίζει πολύ ενωρίς. Την επαύριο κιόλας των Μηδικών ο Θεμιστοκλής θα εξαπατήσει τους δωριείς, και θα χτίσει κρυφά τα Μακρά Τείχη.
Ανόητοι, λέει στους αθηναίους του Θεμιστοκλή ήδη και του Κίμωνα ο Πλάτων. Χωρίς μυαλό και χωρίς δίκαιο γιομίσατε την πόλη με κάστρα και με πολεμικά λιμάνια. Με τειχιά και πλοία, και φόρους και εισφορές για τον πόλεμο. Και με πολλή άλλη τέτοια ασυλλογισιά.

Το άλλο είναι η ανεπαίσθητη κατολίσθηση του αθηναίου πολίτη από την τάξη του σύμμαχου στην ατιμία του καταχτητή των ελλήνων. Είναι εκείνο που η ιστορία το λέει μεταβολή της αθηναϊκής Συμμαχίας σε αθηναϊκή Ηγεμονία.
Από τη στιγμή που οι αθηναίοι βλέπουν στους έλληνες των νησιών και των παραλίων ό,τι έβλεπε ο πέρσης βασιλιάς στους έλληνες της Ιωνίας, το έγκλημα πια έχει συντελεστεί. Η λαμπρή δημοκρατία του Κλεισθένη και του Σόλωνα είναι νεκρή. Και η πόλη του Περικλή έχει σημαδευτεί με το σημάδι του Κάιν.

Το τρίτο και πικρότερο είναι η συμπεριφορά των αθηναίων στους μηλίους, όπως την εκθέτει ο Θουκυδίδης στο πέμπτο βιβλίο της ιστορίας του. 
Είτε σας αρέσει είτε όχι, λένε οι αθηναίοι πρέσβεις στους κατοίκους της Μήλου, και στον πόλεμο θα κατέβετε και στο πλευρό μας θα σταθείτε. Εμείς σας προστάζουμε. Γιατί ’μαστε οι δυνατοί και σεις οι αδύνατοι. Και στέκεται υπέρτατος νόμος που ορίζει οι δυνατοί να κάνουν και οι αδύνατοι να παθαίνουν. Θα σκύψετε, λοιπόν, το κεφάλι, θα πάθετε ό,τι δε θέλετε, και στο τέλος θα πείτε και «σπολλάτη».

«Οἱ προύχοντες πράσσουσι και οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν». Αυτή είναι η δίκοπη φράση του Θουκυδίδη, που μετριέται στις πέντε δέκα σκληρότερες προτάσεις που άρθρωσε η γλώσσα των ανθρώπων. Σκληρή και από την άποψη της αδικίας, και από την άποψη της πραγματικότητας.
Βέβαια γνωρίζουμε ότι οι μήλιοι δεν έστερξαν να υποταχθούν στη βούληση των αθηναίων. Στον άδικο πόλεμο εζήτησαν τη δίκαιη ουδετερότητα. Οι αθηναίοι πολιόρκησαν το νησί, κυρίεψαν την πόλη, σφάξανε τους άντρες, σκλάβωσαν τις γυναίκες, και τη γη τους την παίξανε στο ζάρι.

Η σφαγή της Μήλου, κατά την προσωπική μου εκτίμηση είναι η αποκορύφωση της κατάπτωσης της περίκλειας δημοκρατίας. Ο Περικλής βέβαια τώρα, 429π, έχει πεθάνει. Όλα όμως όσα γίνουνται είναι παιδιά του.
Από την άποψη της υπέρβασης και της ύβρης ο αδικημός των μηλίων από τους αθηναίους είναι όμοιος με τον αδικημό του Ξέρξη να μαστιγώσει τον Ελλήσποντο, και να ρίξει τις χειροπέδες στα νερά.
Και όπως ο Ξέρξης τιμωρήθηκε σε κάποια άλλα νερά, στη Σαλαμίνα, έτσι που τα ουαί του να φτάσουν ως τη μακρινή Ασία, όμοια και οι αθηναίοι τιμωρήθηκαν σε κάποιο άλλο νησί, στη Σικελία. Τρεις μέρες έκαμαν, και τ’ αυτιά τους δεν ήθελαν να πιστέψουν τη συφορά που τους βρήκε.

Κρατώ τη θέση, και όσο με τα χρόνια τη βασανίζω τόσο πιο στέρεη γίνεται, ότι δεν υπάρχει πιο συγκλονιστική στιγμή σε ολόκληρη την ελληνική ιστορία, από την άποψη του φιλοσοφικού βάθους και της παιδαγωγικής πυκνότητας, όσο η καταστροφή της αθηναϊκής στρατιάς στις Συρακούσες. Ο μονοήμερος χαμός στη στεριά και στη θάλασσα, η σφαγή των στρατιωτών στα ποτάμια Κακύπαρι και Ασσίναρο, ο κλεισμός των αιχμαλώτων στα φοβερά λατομεία.
Εκείνες οι «λιθοτομίες» θα μένουν το αρχέτυπο για όλα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, για όλα τα αρχιπέλαγα Γκουλάκ, για όλες τις Γιεζοφτσίνες. Και τα Γεντι-Κουλέ, και τα Επταπύργια.

Εάν λοιπόν η εποχή του Περικλή θεωρηθεί από τούτη την αθέατη όψη της νοσούσας δημοκρατίας και της μιλιταριστικής τροπής, τότε θα φανερωθεί ότι το πολιτικό ήθος και ο πολιτικός λόγος του ανθρώπου της δεν προσφέρεται παράδειγμα να το προτείνουμε στα παιδιά μας. Αντίθετα, είναι το παράδειγμα να τα αποτρέπει από το κακό και το λάθος.
Παράδειγμα να το δείχνουμε στα παιδιά μας είναι η δημοκρατία του Σόλωνα.

Τώρα, που θα μιλήσω για τη δημοκρατία του Σόλωνα, περιγράφω το πώς είδαν την παρουσία τους μέσα στη φύση και τη ζωή τους μέσα στην κοινότητα οι πολίτες της Αθήνας από το θάνατο του Σόλωνα, 560π, ως την επαύριο της νίκης των Πλαταιών, 479π.

Αυτές οι δυόμισυ γενεές ανθρώπων, στην ιστορία της Αθήνας στην ιστορία της Ελλάδας στην ιστορία της Ευρώπης και στην ιστορία του ανθρώπου καθόλου, είναι ο χρόνος που στη διάρκειά του ο πολιτικός άνθρωπος, ο homo politicus, σήκωσε το κεφάλι του μετάρσιο και έπληξε τα άστρα".

"Τώρα, που θα μιλήσω για τη δημοκρατία του Σόλωνα, περιγράφω το πώς είδαν την παρουσία τους μέσα στη φύση και τη ζωή τους μέσα στην κοινότητα οι πολίτες της Αθήνας από το θάνατο του Σόλωνα, 560π, ως την επαύριο της νίκης των Πλαταιών, 479π.
Αυτές οι δυόμισυ γενεές ανθρώπων, στην ιστορία της Αθήνας στην ιστορία της Ελλάδας στην ιστορία της Ευρώπης και στην ιστορία του ανθρώπου καθόλου, είναι ο χρόνος που στη διάρκειά του ο πολιτικός άνθρωπος, ο homo politicus, σήκωσε το κεφάλι του μετάρσιο και έπληξε τα άστρα.

Με αυτοσυναίσθημα, με δύναμη, με πολλή συλλογή και περισσότερη καρτερία ο σολώνειος πολίτης έπληξε τα άστρα όχι των γειτονικών μας αστερισμών, ούτε του Γαλαξία μας, ούτε της τοπικής ομάδας γαλαξιών. Αλλά τα άστρα στη μέση και στην άκρη του σύμπαντος. Από τη μεγάλη «έκρηξη» ως τη μεγάλη «ενδόρρηξη».

Σε λόγο πεζό θέλω να ειπώ ότι, όσο ο άνθρωπος θα ζει σε τούτο το γαλαζοπράσινο πλανήτη, και όσο η πολιτική του συνείδηση θα αναζητεί το τέλειο πολίτευμα για να συμβιώνει ειρηνικά και δίκαια στις κοινωνίες του, πάντα θα σημαδεύει σα στόχο τη δημοκρατία του Σόλωνα. Θα γυρίζει προς το κέντρο της, όπως η πυξίδα γυρίζει προς το βοριά.

Ακόμη, σε λόγο πεζό θέλω να ειπώ ότι, αν υπάρχουν σκεπτόμενα όντα σε άλλα σημεία του σύμπαντος, και έχουν δημιουργήσει προχωρημένους πολιτισμούς και τη δική τους ιστορία, ο τρόπος με τον οποίο θα έχουν οργανώσει τις κοινωνίες τους θα κατατείνει σταθερά στο μοντέλο της δημοκρατίας του Σόλωνα. Με δεδομένη, βέβαια, τη θέση των αστροφυσικών σήμερα ότι η δομή του σύμπαντος, από τα στοιχεία έως τους νόμους του, είναι ενιαία και ομότροπη.

Ποιο είναι το στοιχείο υποβάθρου στη δημοκρατία του Σόλωνα, που της δίνει το χαρακτήρα του πολυχρόνιου και του συμπαντικού;
Είναι η απλή κατανόηση ότι εγώ οφείλω να στέκομαι απέναντι στη φύση και απέναντι στην πόλη, όπως οφείλεις να στέκεσαι κι εσύ απέναντι στη φύση και απέναντι στην πόλη.

Πιο πέρα: εκείνο που ορίζει τη σχέση του ενός πλάσματος προς το άλλο μέσα στη φύση είναι το ίδιο που ορίζει τη στάση του ενός πολίτη προς τον άλλο μέσα στην πόλη, προσαρμοσμένο όμως στην ιδιαιτερότητα του είδους άνθρωπος, που είναι η νόησή του.

Πιο πέρα: εκείνο που ορίζει τη θέση του ενός πλάσματος προς το άλλο μέσα στη φύση με όλες τις αντιθέσεις, τις ανισότητες, τις διαφορές και τις ετερότητές τους που υπάρχουν και πάντα θα σώζουνται, είναι η δύναμη που γεννά την ισορροπία ανάμεσά τους, ώστε να εμφανίζεται και να κρατεί η τάξη.

Πιο πέρα: αυτή η δύναμη, που γεννά και τρέφει την τάξη μέσα στη φύση, από τους έλληνες και το Σόλωνα ονομάστηκε Δίκη.

Πιο πέρα: για να υπάρχει στην πόλη η τέλεια και η αχάλαστη τάξη που υπάρχει στη φύση, η Δίκη της φύσης πρέπει να μεταφερθεί στην πόλη.

Πιο πέρα: όταν η Δίκη της φύσης, προσαρμοσμένη στο είδος άνθρωπος, μεταφερθεί στην πόλη, τότε έρχεται στην πόλη η δικαιοσύνη των ανθρώπων.

Πιο πέρα και τέλος: όπως η Δίκη είναι η κυβερνήτρα της φύσης που έκαμε ο άγνωστος δημιουργός, όμοια και η δικαιοσύνη, το ανθρώπινο αντίκρυσμα της Δίκης δηλαδή, είναι η κυβερνήτρα της πόλης που έκαμε ο Σόλων.

Επειδή η δικαιοσύνη της πόλης του Σόλωνα τεχνουργεί την ομοιότητα των πολιτών σε βάση φυσική, δεν υπάρχει ισοκατανομή των αγαθών, ούτε εξομοίωση των ποιοτήτων, ούτε η αταξική κοινωνία. Και οι πολίτες της πόλης του Σόλωνα δεν είναι οι Ουριήλ, οι Γαβριήλ, και οι άλλοι άγγελοι. Ο Σόλων, ο μεγαλύτερος ριζοσπάστης και οραματιστής, είναι συντηρητικός.

Έτσι, η ισότητα της δημοκρατίας του Σόλωνα εδράζεται απάνου στη φυσική ανισότητα των πολιτών, που παρότι ανισότητα κατά το όμοιο, όλοι οι δάσκαλοι λόγου χάρη δεν έχουν το ίδιο ταλέντο, ωστόσο είναι ισότητα κατά το διάφορο, δάσκαλοι και πολιτικοί και μαστόροι λόγου χάρη είναι ίσοι απέναντι στην πόλη.

Την ισότητα των πολιτών κατά το διάφορο μέσα στην πόλη τη θεσπίζει η ίδια ισότητα των όντων κατά το διάφορο μέσα στη φύση. Ο λόφος, λόγου χάρη, έχει τον ιδικό του λόγο απέναντι στο όρος. Η κρήνη έχει την ιδική της φυσιογνωμία απέναντι στον ποταμό. Ο γαλάζιος αστέρας στέκεται άφταστος στον ουρανό, αλλά ο ταπεινός, λύχνος είναι ο χρειαζούμενος στην κάμαρη.
Και το ίδιο δίκαιο ορίζει την ισότητα κατά το διάφορο στα πλάσματα της φύσης. Ο βάτραχος συνυπάρχει με το φρύνο. Το αηδόνι έχει τη λαλιά και ο έποπας τα χρώματα. Η καρπερή ελιά και ο άκαρπος έλατος, οι αγκίδες της τσουκνίδας και τα νάζια του ηλιοτρόπιου.

Τέτοιας λογής και τόσο βαθύς είναι ο φυσικός λόγος που οργανώνει την ηθική τάξη στη δημοκρατία του Σόλωνα.
Η ισότητα κατά το διάφορο κάνει πολίτες όμοιους και ίσους τους πεντακοσιομέδιμνους και τους θήτες, τους διάκριους και τους πεδιακούς, το στρατηγό και το στρατιώτη μπροστά στους μήδους, τον άξιο ρήτορα και το σκύθη αστυνόμο στην Αγορά, τον επώνυμο άρχοντα και τον ανώνυμο χειρωνάκτη στο χώρο της δουλειάς τους.

Σα να λέμε, και σα να μη λέμε: εσύ κι εγώ κι ο άλλος έχουμε κοινή τη χαρά του ψωμιού και τη λύπη του θανάτου. Εσύ με τα άλογα ράτσας, εγώ με το φτωχό κλήρο, κι ο άλλος, ο μουζικάντης, που γυρίζει στα λαϊκά πανηγύρια έχοντας παραμάσχαλα την πανδούρα.

Οι πολίτες του Σόλωνα αγαπούσαν την πόλη τους, όπως αγαπούν, χωρίς να το ξέρουν, οι μοσκιές το Μάη, οι μέλισσες τη μελισσοφωλιά, και τα κυπαρίσσια την αψηλή ησυχία τους.

Τι ωραία που έζησε, και τι ωραία που πέθανε ο Τέλλος ο αθηναίος, έλεγε κάποτε ο Σόλων .
Ο Τέλλος ο αθηναίος ήταν πολύ πιο πλούσιος από το λυδό Κροίσο. Είχε πλούτο τη γνώση πως η ζωή είναι ένα τραγούδι μακρινό, που έρχεται αργά και φεύγει γρήγορα. Αν κατέχεις να χορεύεις στον ήχο του, όλες οι μέρες σου γίνουνται γλέντι.
Ενώ ο Κροίσος ο λυδός είχε πλούτο του το χρυσάφι, που δεν έφτανε να του σταθεί στην απειλή της τύχης, στην αρρώστεια του νου και της σάρκας, στο φόβο του θανάτου.

Μ’ ένα λόγο, η δημοκρατία του Σόλωνα είναι το πιο τίμιο πολίτευμα που δημιούργησε ο άνθρωπος, γιατί ο κάθε πολίτης της Αθήνας έταξε στην πρώτη γραμμή τη σχέση του με τον εαυτό του σα μερίδιο της φύσης (μοίρα το λέγανε τότε), και σε δεύτερη γραμμή τη σχέση του με τους συμπολίτες σα συμβίωση και αφορμή σύγκρισης.

Μ’ ενδιαφέρει λιγότερο, δηλαδή, αν ο τάδε πολίτης είναι πιο ακουστός από μένα, απ’ όσο μ’ ενδιαφέρει να με κοιτάξει ευφρόσυνα ένα κορίτσι μέσα στους μπαχτσέδες, ή να κοιτάξω λυπημένα ένα άστρο που βασιλεύει και να συλλογιστώ ότι έτσι ταχιά θα βασιλέψω κι εγώ.

Αυτή η φρόνιμη ιεράρχηση να προτάξεις τον εαυτό σου σαν ερώτημα υπαρκτικό, και ύστερα να ρωτήσεις τη σχέση σου με τους άλλους, έκαμε τον αθηναίο πολίτη τέλεια αντικειμενικό.
Τόσο αντικειμενικά βλέπει η λεμονιά το χειμώνα που την παγώνει, βλέπει η νύφη την ημέρα που στεφανώνεται, και τα σύκα τους συκολόγους που τα τσιμπολογούν.

Στην εποχή του Σόλωνα ο κάθε πολίτης της Αθήνας ήταν σα νά ’τανε ο μόνος άνθρωπος κάτω από τον ήλιο.
Να αναθρέψουμε τα παιδιά μας με τη φιλοσοφία και την ψυχολογία εκείνης της εποχής είναι σα να μοιράζουμε στο καθένα ολόκληρο το Αιγαίο πέλαγος.

Έχω την ιδέα πως η ακίνητη πέτρα που πάνω της ακουμπάει η δημοκρατία του Σόλωνα είναι η έννοια της Δίκης.
Τι είναι η στέρνα του νερού για το περιβόλι; Και ο επιούσιος άρτος στο τραπέζι του δίκαιου; Και το δόρυ του Αλέξανδρου στη μάχη; Τι είναι το αστραφτερό μάτι του γαμπρού για τον υμέναιο;
Όλα αυτά είναι θεμελιώδη και κυρίαρχα, που πρωτολογούν και ορίζουν. Το ίδιο είναι και η ιδέα της Δίκης για τη δημοκρατία του Σόλωνα.

Και πάρα πέρα η Δίκη είναι που έδωκε στη δημοκρατία του Σόλωνα το χρίσμα να γίνει το αρχέτυπο των πολιτευμάτων μέσα στο ξετύλιγμα της πολιτικής περιπέτειας του ανθρώπου.

Εάν οι διανοητές και οι επιστήμονες που γράψανε τα περισπούδαστα έργα για την ηθική και την πολιτική, από την Πολιτεία του Πλάτωνα ως την Ηθική του Σπινόζα και το Κεφάλαιο του Μαρξ, είχαν αγνοήσει το πλήθος των στοιχείων που ερεύνησαν, και δούλευαν μόνο την ιδέα της Δίκης, θα μας είχαν δώσει πολύ πιο φιλάνθρωπο, αδρό, και τελεσφόρο έργο για τη δίκαιη πολιτική μας συγκατοίκηση.
Γιατί όλα τα άλλα πολιτικά σημαίνοντα σε σύγκριση με την ιδέα της Δίκης επουσιώνουνται, ξεθωριάζουν, απομαγνητίζουνται, δευτεραγωνιστούν.

Η Δίκη, παρότι απεριχώρητη έννοια, είναι απλή. Όπως συμβαίνει με όλα τα θεμελιώδη του κόσμου.
Δίκη θα ειπεί να συμπεριφέρεται μετρημένα ο άνθρωπος στη σχέση του με τον εαυτό του, στη σχέση του με το συνάνθρωπο, και στη σχέση του με τα φαινόμενα και τις δράσεις του κόσμου. Η πράξη του να τον υψώνει σταθερά στο επίπεδο της φυσικής αληθινότητας.

Δίκη θα ειπεί να μη χαρίζεσαι ποτέ στον εαυτό σου μπροστά στο άδικο, στο ψέμα, στην αδυναμία, σ' αυτό που το νομίζεις συφέρο σου. Και όλες σου τις επιθυμίες να τις αφήνεις να ευδοκιμήσουν και να αυξηθούν όσο και το μπόι σου. Ούτε χιλιοστό περισσότερο.

Αν είναι να μάθουμε τα παιδιά μας αυτή τη Δίκη, τότε χαλάλι να κλείσουμε τα σχολειά. Να καταργήσουμε τα μαθήματα. Να κόψουμε τη γλώσσα στις μάνες, στους σοφούς, και στους δασκάλους. Που όλο μας ορμηνεύουν και όλο μας κανοναρχούν. Και να πιαστούμε να φυτέψουμε το δέντρο της στις απλωσιές της γης. Παντού.

Στην εποχή του Σόλωνα το λουλούδι που έδωκε στην πόλη του αυτό το φυτό ήταν ένας τύπος ζωής δύσκολης, περήφανης, τρισεύγενης, και τραγικής. Η τραγωδία στο θέατρο γεννήθηκε στην Αθήνα επί Σόλωνος.
Και αντίστοιχα ο καρπός που έδωκε αυτό το φυτό, ο νόστιμος και ο στυλωτικός καρπός, ήταν η επόμενη μέρα της μάχης στο Μαραθώνα στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές. Τότε που η νίκη και η ιαχή της ζωής ανέβασαν τον άνθρωπο και την πόλη του στην κορυφή της φύσης. Τι θρίαμβος!

Και ακόμη αυτό. Επειδή η δυνατότητα του εχθρού μας γίνεται ο άριστος συνήγορος της αξίας μας, είναι χρήσιμο να θυμίσω πως στη μακριά μέρα της δημοκρατίας του Σόλωνα εκράτησε η τυραννίδα των Πεισιστρατιδών. Από τις δέκα το πρωΐ ως τις πέντε το απόγευμα την Αθήνα την κυβέρνησαν ηγεμόνες.
Ωστόσο αυτή η τυραννίδα, ετούτος ο χολεριασμένος γεωργιανός χωροφύλακας που είπε κάποτε για το Στάλιν ο Λένιν, είναι η μαρτυρία και το δοκίμιο του θριάμβου της δημοκρατίας του Σόλωνα. Γιατί δεν κατάφερε να τη ζημιώσει. Δεν την επήρωσε σε χέρι, ή πόδι, ή μάτι.

Αντίθετα, η σκουριά του δεσποτισμού των Πεισιστρατιδών έδειξε άπεφθο το χρυσό της δημοκρατίας του Σόλωνα.
Δείγμα φανερό της δύναμης και της ευρωστίας της λαβαίνω τα μοτίβα του έρωτα και του θανάτου. Τις δύο κραταιές στιγμές που ορίζουν τη φύση και την πορεία του σύμπαντος.
Για το πρώτο μαρτυρεί ο ψυχικός δεσμός του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα. Όπως παλαιά του Πάτροκλου και του Αχιλλέα. Αυτός ο ελληνικός έρωτας τους έσπρωξε να σκοτώσουν τον τύραννο Ίππαρχο. Από τότε ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων έλαβαν το χαρακτήρα του τυραννοκτόνου, και καταστάθηκαν το Παλλάδιο της αντίστασης ενάντια σε κάθε πολιτική βία.

Για το δεύτερο μαρτυρεί το επιτύμβιο της Αρχεδίκης. Ο σεμνός θάνατος δικαίωσε τη σεμνή ζωή, και ο έπαινος αποτέθηκε σεμνά στη γραμμένη ταφόπετρα.
Η Αρχεδίκη είναι μια άλλη Καλλιπάτειρα που δε βρήκε το Μαβίλη της. Ήταν γυναίκα και κόρη, και μάνα, και αδερφή τυράννων. Έζησε όμως και μεγάλωσε μέσα στο ρωμαλέο κλίμα της δημοκρατίας του Σόλωνα. Λόγος που ήταν ικανός να της παρασταθεί να κρατηθεί στην περιωπή του μέτριου και του ενάρετου βίου. Η επιγραφή που χάραξαν στον τάφο της, στη Λάμψακο, είναι μια δωριστί αρμονία. Είναι ο ίδιος μουσικός τρόπος που βρίσκουμε στα επιτύμβια του τραγικού ποιητή Αισχύλου, και του τραγικού μάντη Μεγιστία:

«Ετούτος ο τάφος την Αρχεδίκη σκεπάζει, την κόρη
του Ιππία, άριστου τον καιρό του στους έλληνες.
Είχε πατέρα, αδέρφια, γιους, άντρα τυράννους•
μα δεν ξιπάστηκε ο νους της από την άτσαλη ύβρη»

Που στη δημοκρατία του Σόλωνα η άτσαλη ύβρη ήταν το αντίθετο της σεμνής Δίκης. Όπως, αλλίμονο! και στο δικό μας υβριστικό καιρό, και σε κάθε καιρό."

Δημήτρης Λιαντίνης – "Τα Ελληνικά".

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2013

Jean Richepin της Γαλλικής Ακαδημίας, “Μεγάλη Ελληνική Μυθολογία”. Κάποια σπαράγματα του προλόγου σε μετάφραση Κοσμά Πολίτη. Μου το έστειλε φίλος αγαπητός και το αναρτώ πιστεύοντας πως κάποιοι, ίσως, το διαβάσουν.


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Αν είχα την απόλυτη βεβαιότητα πως θα μπορούσα ν’ αφιερώσω σ’ αυτές εδώ τις σελίδες όλη την επιστήμη που θα ‘πρεπε, θα το απόφευγα σαν την πανούκλα, τ’ ορκίζομαι στις γυμνές Χάριτες!
            Όχι πως μου ήταν ποτέ ή πως μου είναι τώρα αποκρουστική, ή καημένη. Τα νιάτα μου τράφηκαν με το γάλα της, και σε καμιά εποχή της ζωής μου δεν έπαψα να δίνω δείγματα της ευγνωμοσύνης μου, και ασφαλώς θα συμβαίνει το ίδιο ως τον ύστατο παλμό της καρδιάς μου. Πόσες φορές, στην ώριμη ηλικία, ακόμα και πολύ αργότερα, ακόμα χθες και σήμερα, ενώ αρχίζω να κατεβαίνω την κοιλάδα του σκοταδιού, εδώ που βαδίζω από δω και μπρός – πόσες φορές μου έχει συμβεί, πόσες φορές θα μου συμβεί ακόμα να θηλάσω το σεπτό στήθος της, και με πόση τονωτική απόλαυση!
            Ούτε και έχω όπως, είναι ευνόητο, την παραμικρή απέχθεια για τους αμέτρητους εργάτες, που οι υπομονετικές εργασίες τους χορήγησαν την αναγκαία τροφή στην καλή μητέρα τροφό, για να μείνει το γάλα της πάντα πλούσιο και αστέρευτο. Σε διάστημα μεγαλύτερο από μισό αιώνα, διάβασα το μερίδιο μου, πολύ άφθονο μάλιστα, από όλα τα βιβλία, μ’ αυτά που την είχαν τροφοδοτήσει από την αρχαιότητα ως σήμερα, ο καθένας με τον δικό του τρόπο και όσο καλύτερα μπορούσε, ποιητές, φιλόσοφοι, ρήτορες, κριτικοί, ερμηνευτές, δημιουργοί ή ερμηνευτές μύθων, συνειδητοί ή ασύνειδοι μυθογράφοι, που μέσα τους είδε και βλέπει ακόμα, η γριά τροφός να στοιβάζονται στις ετοιμόρροπες αποθήκες της τόσο πολύτιμο χόρτο, αλλά και τόσα αγριόχορτα, επίσης και τόσο σπάνια λουλούδια, απ’ όπου οι αθάνατες μέλισσες του ωραίου τρυγούν και θα τρυγούν αιώνια το πιο εξαίσιο μέλι τους.
            Μα τότε; Πρέπει, λοιπόν, για να γράψω τούτες τις σελίδες, να το πάρω απόφαση και να σκαλίσω μέσα σ’ αυτές τις αποθήκες, με το αγκιστρωτό ραβδί του ρακοσυλλέκτη, που μου προσφέρει ειρωνικά η σοφία; Να μασκαρευτώ με κάποιο αξιοθρήνητο αποφόρι, παρμένο από το παλιατζίδικο της σχολαστικότητας, μετατρέποντάς το σε στολή θυρωρού-ξεναγού, που οδηγεί απίθανους περιηγητές μες από αίθουσες μουσείου;
            Όχι, όχι, χίλιες φορές όχι!  Ενεργώντας έτσι, θα ‘κανα, κατά την γνώμη μου, την πιο βδελυρή ιεροσυλία απέναντι σ’ αυτό το φαντασμαγορικό και πάντα ζωντανό κήπο της μυθολογίας. Μπροστά σε ένα τέτοιο έγκλημα, η αγάπη μου για την ελληνική ψυχή εξανίσταται με όλες τις δυνάμεις της. Είναι τόσο παλιά, τόσο βαθιά, τόσο θερμή, που είναι αδύνατον να την εξαναγκάσω να το δεχτεί. Προτιμώ ν’ ακούσω αυτό που μου ψιθυρίζει με αρμονική φωνή στ’ αφτί:
            «Εκεί μέσα πρέπει να μπαίνεις, και να κάνεις και τους άλλους να μπαίνουν, με το χαμόγελο στα χείλια και με ανάλαφρη περπατησιά, σχεδόν φτερωτή, με βήμα ρυθμικό που να μοιάζει με χορό»
            Α!, αυτό που χρειάζεται πραγματικά σ’ αυτές τις σελίδες, το αισθάνομαι, το ξέρω πολύ καλά: είναι κάτι διαφορετικό απ’ τον γραπτό λόγο! Αυτός, αλήθεια, είναι ακίνητος, αδρανής, πετρωμένος, πραγματικά νεκρός, όμοιος μ’ εκείνα τα έντομα και μ’ εκείνες τις πεταλούδες που τις σκοτώνουν καρφιτσώνοντάς τες πάνω σε χαρτόνια και τις μεταβάλλουν σε αλύγιστα πτώματα. Αυτό που χρειάζεται εδώ, είναι ο προφορικός λόγος, που τον ζωντανεύει η ίδια η γέννησή του, και που πάει, έρχεται, τρέχει, πετάει, αποκρίνεται, ζει, διαδίδει τη ζωή του, την πολλαπλασιάζει και τη σπέρνει, πλαταίνοντάς τη με την πνοή, με τους παλμούς της καρδιάς, τις εκρήξεις της σκέψης, τις αποχρώσεις της φωνής, τις χειρονομίες που τον συνοδεύουν, και με ολόκληρο το σώμα και ολόκληρο το είναι σε δράση. Είναι ο μαγικός λόγος, που η τέφρα του εξακολουθεί να αρωματίζει τους διαλόγους του Πλάτωνα. Είναι αυτός που άνθιζε πάνω στα χείλια του θεϊκού Σωκράτη, μεταβάλλοντας τον καταπληκτικό εκμαιευτή  των πνευμάτων σ’ επινοητή του ανθρώπου, επίγειου, επιτέλους, Θεού του εαυτού του.
            Με τι ν’ αντικαταστήσουμε αυτόν το λόγο, το μόνο θαυματουργό; Αλίμονο, με τίποτα – τ’ ομολογώ με ταπεινοσύνη.
            Και όμως, ναι! Ο,τιδήποτε αξίζει περισσότερο, σε τούτη την περίσταση, και από την πιο σοφή διατριβή. Ας δοκιμάσουμε, με κάθε θυσία, αυτό το ο,τιδήποτε, όσο κι αν φαίνεται παράλογο και χιμαιρικό.
            Ας δοκιμάσομε ένα είδος ομιλίας, δίχως σχέδιο ή μέθοδο, στην τύχη, με τις ιδιοτροπίες στροβιλιστού και αυτοσχέδιου χορού, που οι φιγούρες του, δηλαδή οι ιδέες, δε θα υπακούσουν ούτε καν στους νόμους του συνειρμού. Σε αντιστάθμισμα, ανάμεσα στα καπρίτσια και στα χοροπηδήματά τους, ο αναγνώστης θα μπορεί να παρεμβάλλει τις δικές του ιδέες, τα αισθήματά του, τις αναμνήσεις του, τα όνειρά του. Έτσι, εγώ υποβάλλοντας πράγματα στην τύχη, εκείνος απαντώντας σ’ αυτά σιωπηλά, θα υπάρξει μεταξύ μας επικοινωνία και διάλογος και μια οποιαδήποτε αναπαράσταση, όσο αόριστη κι αν είναι, της γόνιμης ζωής, που μονάχα ο ζωντανός λόγος μπορεί να μεταδώσει.
Πάντως αυτή η εισαγωγή στο φαντασμαγορικό κήπο της μυθολογίας, θa χει τουλάχιστον το αναμφισβήτητο πλεονέκτημα να μη μοιάζει με καμιά άλλη.
            Ίσως μάλιστα να μην έχει παρά μόνο αυτό το πλεονέκτημα. Είναι λίγο, το παραδέχομαι – ωστόσο, είναι κιόλα κάτι, και με πολλή μετριοφροσύνη, αρκούμαι σ’ αυτό.

***
            Αυτό που ονομάζουμε θρησκεία, αποτελείται από δύο ουσιαστικά στοιχεία: το δόγμα και τη λατρεία.
            Δόγμα, είναι ένα σύνολο από δοξασίες, καθορισμένες μια για πάντα, αναλλοίωτα.
            Λατρεία, είναι η εξάσκηση, με ένα τελετουργικό επίσης καθορισμένο και αναλλοίωτο, αυτού του δόγματος.
            Η διατήρηση του δόγματος και η εξάσκηση της λατρείας έχουν για εκτελεστές και λειτουργούς ανθρώπους ειδικούς, τους ιερείς.
            Λοιπόν, (κι αυτό, πριν απ’ όλα, πρέπει να καταλάβουμε καλά, όταν μπαίνομε στον κόσμο της μυθολογίας των αρχαίων Ελλήνων), δεν υπήρχε στους αρχαίους Έλληνες τίποτα που θα μπορούσε να μοιάζει με επίσημο δόγμα και επίσημη λατρεία. Δεν υπήρχε επίσημη θρησκεία του κράτους.  
            Πάνω σε παλιά πελασγικά ή σημιτικά τελετουργικά, οι πρώτοι Έλληνες επινόησαν, πασχίζοντας να τα καταλάβουν και να τα ερμηνεύσουν, μύθους και αφηγήσεις, δίνοντας ελεύθερο πεδίο στην πλούσια και γόνιμη φαντασία τους. Αλλά οι ποιητές και οι καλλιτέχνες τους, που χρησιμοποιούσαν αυτούς τους μύθους και τις αφηγήσεις, μπορούσαν να τους μεταμορφώνουν απεριόριστα.
            Εκτός από μερικές πολύ σπάνιες εξαιρέσεις, όπως η οικογένεια των Ασκληπιαδών (γιατροί, απόγονοι του Ασκληπιού) και των Ευμολπιδών (Ελευσίνια Μυστήρια), δεν υπήρχε ιερατική τάξη, που ν’ αποτελείται από τακτικούς ιερείς. Όπως και όλοι οι άλλοι αξιωματούχοι, οι ιερείς εκλέγονται στην Αθήνα για ορισμένο χρονικό διάστημα, ανανεώσιμο, και ήταν πολίτες που εκτελούσαν, όπως οι άλλοι πολίτες, όλα τα πολιτικά και στρατιωτικά τους καθήκοντα. Τους θύτες τους εκλέγανε κατά προτίμηση ανάμεσα στους μαγείρους, σαν πιο ενδεδειγμένους για να σφάζουν και να τεμαχίζουν τα ζώα που θυσιάζονταν στους θεούς.
            Οι μεγάλες τελετές της δημόσιας λατρείας ήταν καλλιτεχνικά και αναπαραστατικά πανηγύρια, τραγούδια, χοροί, θεατρικές παραστάσεις, που οι διοργανωτές τους ήταν κυρίως χορηγοί, ποιητές, καλλιτέχνες, και που τα δευτερεύοντα πρόσωπα προέρχονταν από το πλήθος.
            Από τούτες τις διάφορες διαπιστώσεις προκύπτει – δεν είν’ έτσι; - πως οι Έλληνες δεν είχαν ποτέ αυτό που οι σημερινές κοινωνίες, και άλλες αρχαίες κοινωνίες, έχουν επινοήσει και εφαρμόσει με το όνομα ή τη μορφή θρησκείας του κράτους.  
            Μ’ αυτό το κλειδί που έχουμε τώρα για να ανοίξουμε την πόρτα του μυθολογικού κήπου, ας μπούμε κι’ ας χορέψομε χαρούμενα το χορό των ιδεών και  των ονείρων που μπορούμε να δρέψουμε εκεί μέσα!

***
            Για τον Ηρόδοτο, τον πατέρα της ιστορίας, ολόκληρη η Ιστορία συνοψίζεται στην πάλη, που αδιάκοπα ανανεώνεται, μεταξύ της Ευρώπης και της Ασίας, δηλαδή, με δυο λόγια, στο υπέρτατο καθήκον που επέβαλλε στον εαυτό του ο Έλληνας για να μην αφήσει το Βάρβαρο να τον καταβροχθίσει. Και το ζήτημα δεν ήταν ν’ αμυνθεί μονάχα, σα μια λεία που αντιστέκεται στον κυνηγό, αλλά πάνω απ’ όλα να διασώσει την ελληνική ψυχή, που την απειλούσε μ’ εκμηδένιση η βαρβαρική ψυχή. Επειδή ο διορατικός και προφητικός Ηρόδοτος καθορίζει ειδικά αυτό, που και σήμερα εξακολουθεί να ‘ναι αλήθεια:
            «Αυτό που ξεχωρίζει ανέκαθεν τον Έλληνα από το Βάρβαρο, είναι πως ο Έλληνας ρέπει ανέκαθεν προς τη γνώση και είναι λιγότερο προσιτός στις παράλογες ευπιστίες».
            Αποσαφηνίστε το, αν θέλετε να δείτε ό,τι υπονοεί:
            «Ο Βάρβαρος είναι στην ουσία μυστικιστής, κι ο Έλληνας είναι στην ουσία λογικός»
Ο Κικέρων έχει πει για το Σωκράτη πως είχε κάνει τη Φιλοσοφία να ξανακατέβει από τον ουρανό στη γη. Δεν είναι αρκετό αυτό που είπε. Ο Σωκράτης, στην πραγματικότητα, ξανάφερε από τον ουρανό στη γη, όχι μονάχα τη Φιλοσοφία, και ειδικά τη μεταφυσική, αλλά επίσης και προπάντων την ίδια τη θρησκεία. Τα σχόλιά του σχετικά με το «γνώθι σ’ αυτόν» δεν υπολείπονται σε τίποτα από τούτο το τολμηρό απόφθεγμα:
            «Μάθε τι αξίζεις άνθρωπε, και γίνε Θεός του εαυτού σου»
            Αυτός ο πρωτοπόρος έχει πει κι αυτό το «Άνοιξε πόρτα» του μέλλοντος, που η ανθρωπότητα τ’ ονειρεύεται και που δεν το’ δε ακόμα να πραγματοποιείται:
            «Δεν είμαι μονάχα πολίτης της Αθήνας: είμαι ταυτόχρονα και πολίτης του κόσμου».
            Σημειώσετε, παρακαλώ, μια και το ‘φερε ο λόγος, κάτι που θα σας διαφωτίσει σχετικά με τη θαυμάσια ανεξιθρησκεία του αθηναϊκού λαού: Ο άνθρωπος που δίδασκε με τόση τόλμη ιδέες και αρχές τόσο αντίθετες καταδικάσθηκε σε θάνατο, είν’ αλήθεια γι’ αυτή την αιτία, αλλά με πλειοψηφία έξι ψήφων, ούτε μία περισσότερο, πάνω σε πεντακόσιους πενήντα εφτά ψηφίσαντες: και τον είχαν αφήσει πάνω από τριάντα χρόνια να διδάσκει τις ιδέες του στη νεολαία.
Σημειώστε ακόμα και τούτο το γεγονός, που δείχνει πως αυτός που θεοποίησε τον άνθρωπο, αγαπούσε και τους χαριτωμένους ανθρωπόμορφους θεούς της πατρίδας του: γιος του αγαλματοποιού Σωφρονίσκου, θα μπορούσε να “χε γίνει κι’ ο ίδιος ανταγωνιστής του Φειδία – γιατί ο Παυσανίας λέει πως είχε δει στην Ακρόπολη, ακόμα τότε, ένα έργο του Σωκράτη, και μάλιστα πολύ ωραίο, ένα σύμπλεγμα «Χάριτες» που προανάγγελναν ένα μέλλοντα μεγάλο καλλιτέχνη.
            Α!, πώς να μη λατρεύεις αυτό το λαό και τη Μυθολογία του, όταν ένας φιλόσοφος με μορφή Σειληνού μπορούσε ταυτόχρονα ν’ απαρνιέται τους θεούς και να σκαλίζει στο μάρμαρο θεές, με τέχνη τόσο θεϊκή.

***
            Μπαλέτο ιδεών χωρίς συνειρμό ιδεών, είχα πει πριν αρχίσουμε το χορό μας μέσα στον ωραίο κήπο.
            Έ, λοιπόν ας διαψεύσουμε τον εαυτό μας για μια φορά! Μ’ εξαναγκάζει σ’ αυτό η λέξη «ανθρωπόμορφος» που είπα πιο πάνω. Υποχωρώ. Ναι, τέτοιοι ήταν οι θεοί των Ελλήνων, και για τούτο πάντα τους αγαπούμε.
            Ο μυστικιστής φαντάζεται ένα Θεό απρόσιτο, μέσα στο άπειρο, στο άγνωστο. Από κει πηγάζουν οι θρησκείες του, που αποσκοπούν στον αφανισμό μέσα σ’ αυτόν τον Θεό, με την έκσταση, έστω κι’ αν αυτός ο Θεός είναι τελικά η Νιρβάνα, δηλαδή το απόλυτο μηδέν.
            Ο Έλληνας, λογικός και διαλογιζόμενος, δεν παραδέχεται δεν παραδέχεται τίποτα που δεν μπορεί να περάσει από το φίλτρο του λογικού του. Ό,τι του φαίνεται άφταστο, παραιτείται από την προσπάθεια να το φτάσει. Ό,τι κρίνει πως είναι αδύνατον να το μάθει, δεν θέλει να το μάθει, τουλάχιστον μέχρι νέας διαταγής. Διατηρεί την ελπίδα πως ίσως μια μέρα να το κατανοήσει, αλλά, στο μεταξύ, βρίσκει περισσότερο αντάξιο και του Θεού και του ανθρώπου, να προσπαθεί ο άνθρωπος να κατανοήσει το Θεό, που ο ίδιος έχει πλάσει με τη φαντασία του. Και καταγίνεται σ’ αυτό με όλες τις δυνάμεις του, Σ’ αυτό κυρίως ασχολείται ο Σοφός.
            Από κει προκύπτουν οι θεοί του, μεγαλύτεροι, ωραιότεροι και πιο ευτυχισμένοι από τον ίδιο, αλλά, «κατ’ εικόνα και ομοίωσίν του», με τις δικές του αρετές και με τα δικά του βίτσια, που τα δικαιολογεί, ως και με τα ένστικτά του, που μ’ αυτό τον τρόπο τα θεοποιεί.
            Και γιατί όχι, τέλος πάντων; Και θα μπορούσε κανείς να μεμψιμοιρήσει μ’ αυτά όταν διαβάσει τα εξαίσια και διασκεδαστικά παραμύθια που έγραψαν οι ποιητές, όταν απολαμβάνει με τα μάτια του τα υπέροχα ομοιώματα που σκάλισαν στο μάρμαρο ή ζωγράφισαν τόσοι επιτήδειοι και μεγαλοφυείς καλλιτέχνες;
            Μεθύστε μ’ αυτούς τους μύθους και μ’ αυτές τις μορφές, όπως θα εμφανιστούν τυχαία μπροστά μας όσο θα χορεύουμε στον κήπο των θαυμάτων. Για τους ίδιους τους παλιούς θεούς, αν υπάρχουν ακόμα πάνω στον Όλυμπό τους, θα ‘ναι το πιο εκλεκτό νέκταρ κι η πιο γλυκιά αμβροσία.
            Πιστέψτε με, ας μην είμαστε πιο σεμνότυφοι από κείνους! Ενσαρκώνουν όλες τις ανθρώπινες χαρές.

***
            Υπάρχουν, ναι ή όχι, μεταφυσικές και κοσμογονίες, κρυμμένες κάτω από τούτες τις χαριτωμένες, και κάποτε τρομαχτικές, και, μερικές φορές, πολύ μπερδεμένες αλληγορίες;
            Και ναι και όχι! Έχει γίνει τόση κατάχρηση σε κάτι τέτοιες ερμηνείες, που καλό είναι να δυσπιστεί κανείς λιγάκι. Οι καθαυτό μυθολόγοι, οι λεπτεπίλεπτοι ερμηνευτές, έχουν εξονυχίσει, περισσότερο απ’ ό,τι θα ‘πρεπε, μύθους που η προέλευσή τους είναι συχνά λαϊκή, ή έργα της φαντασίας ποιητών, που είχαν μπολιάσει καινούργιους μύθους πάνω σε παλιούς, έτσι που ο ένας μύθος να γεννάει τον άλλον επ’ άπειρο.
            Ωστόσο, ορισμένοι μύθοι, ιδίως οι θεογονικοί, είχαν για αναμφισβήτητη να εκφράσουν κοσμογονικές αρχές. Παράδειγμα: ο μύθος του Ησίοδου σχετικά με τον Έρωτα οργανωτή του χάους και δημιουργό. Δίχως να λογαριάσουμε πως ο Έλληνας, που έβαλε την Έριδα στην ακολουθία του Έρωτα, ίσως να θέλησε, μ’ αυτό το ειρωνικό και χαμογελαστό συνταίριασμα, να συμβολίσει την παγκόσμια έλξη και την παγκόσμια διάχυση,  ρυθμό της αναπνοής του κόσμου.
            Αλλά πού μπορεί να φθάσει κανείς ακολουθώντας αυτόν το δρόμο; Και δεν είναι πιο φρόνιμο, πιο μέσα στα όρια του μέτρου, πιο λογικό, αληθινά πιο σύμφωνο με τον ελληνικό χαρακτήρα, ν’ αρκεστούμε στους αφηγητικούς μύθους δίχως να τους παραφορτώνουμε με φαντασμαγορίες μεταφυσικές, τις διπλά και τριπλά ακατανόητες, που λέγονται υπερβατικές;

***
            Ευλογημένος να ‘ναι ο Β. Μπερνάρ, που από το 1894 στο έργο του «Προέλευση των αρκαδικών τύπων λατρείας» καθάρισε επιτέλους το νου και το μνημονικό μας απ’ όλη τη σαβούρα, ειδικά γερμανική, που επέβαλλε στη μεσογειακή Μυθολογία μια γένεση αναγόμενη στις μεταναστεύσεις των Αρίων, και που κοιτίδα τους ήταν τα οροπέδια της κεντρικής Ασίας! (αν ήταν δυνατόν να υπάρξει πολιτισμός στις παγωμένες στέπες της Σιβηρίας).
            Ευλογημένος να ‘ναι ακόμα, που κάτω από τόσα και τόσα ρουμάνια, ανακάλυψε εντελώς καινούργια μονοπάτια στον κήπο της Μυθολογίας, διατυπώνοντας, λόγου χάρη, αρχές σαν αυτές εδώ, που θα μας οδηγήσουν γρήγορα και ασφαλώς σε γωνιές και σε παραμεριές γεμάτες λουλούδια, που ούτε καν τα φανταζόμασταν:
            «Ο μυθολόγος θα ‘πρεπε να θεωρεί την κοινή μυθολογία, όχι σαν την πηγή αλλά σαν τη συμβολή μυθολογικών διαλέκτων. Πριν να καταπιαστεί με τη Μυθολογία των Ελλήνων, πρέπει ν’ ανασυστήσει την Μυθολογία των Αρκάδων, των Σπαρτιατών, των Αθηναίων, των Θεσσαλών, των Βοιωτών κ.λ.π. Η συνθετική μέθοδος, που ήταν σε χρήση ως τώρα, πρέπει να αντικατασταθεί με μια μέθοδο αναλυτική και τοπική»

***
            Μην ξεχνούμε τον Λουί Μενάρ, εξαίρετο ποιητή και σπάνιο φιλόσοφο, που πρώτος αυτός, στο βιβλίο του «Ελληνικός Πολυθεϊσμός», διατύπωσε αυτή την άποψη, που εισδύει ως το βάθος της ελληνικής ψυχής, δηλαδή πώς η ψυχή αυτή επινόησε στο ολόκληρο και μας κληροδότησε αυτό που ο Μενάρ αποκαλεί τόσο υπέροχα «Δημοκρατικό Θρησκευτικό Κράτος».
            Πόσο βαθιά κατανόηση και τι φως που ρίχνει πάνω σε ολόκληρη αυτήν τη Μυθολογία! Τις πολλαπλές, διαφορετικές και συχνά τόσο αντιφατικές (φαινομενικά) δυνάμεις μέσα στη φύση, οι Έλληνες τις είχαν ενσαρκώσει σε θεούς. Έτσι η λογική τους παραδεχότανε πως θελήσεις άγνωστες σ’ εμάς κυβερνούν ή φαίνονται να κυβερνούν τον κόσμο. Ωστόσο, πλάι σ’ αυτές τις θελήσεις, όχι κάτω απ’ αυτές αλλά ακριβώς πλάι, διαπίστωσαν μέσα στον ίδιο τον εαυτό τους, τη θέληση του ανθρώπου, που μπορούσε να κατορθώσει, με την τάξη, με το νόμο, με την επιστήμη, να ταξινομεί και να χρησιμοποιεί αυτές τις δυνάμεις, ακόμα και να τις μετατρέψει σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις ελπίδες του ανθρώπου.
            Τι σύλληψη ρωμαλέα κι ενθαρρυντική, τι πίστη στο λογικό μας! Επειδή η Φύση, στο κάτω - κάτω, δεν είναι ούτε καλή ούτε δίκαιη, αν όμως ο άνθρωπος τη θέλει καλή και δίκαιη, η δική του θέληση θα θριαμβέψει τελικά.
            Σ’ αυτό το σημείο, ο Μενάρ συναντάται με το Σωκράτη. Μέσα στη χίμαιρα θα πείτε ! Τι μ’ αυτό; Και, άλλωστε, ποιος ξέρει; όπως και να ‘ναι, πρόκειται για κάτι ωραίο και υπέροχο, κι αξίζει να το διακινδυνέψουμε – κι ο ευγενικός μεσογειακός πολιτισμός πάντα το διακινδύνεψε, και πάντα με επιτυχία, ως ακόμα τούτο τον τελευταίο καιρό, που ο Έλληνας νίκησε άλλη μια φορά το Βάρβαρο, κι η ανθρώπινη Δημοκρατία επέβαλλε το Δίκαιο στη τυραννία της Δύναμης.        
***
            Ναι, βέβαια, η Παλλάς Αθηνά, η θεά του καθαρού Λόγου, βγήκε από το κεφάλι του Δία, κι επομένως δεν έχει μητέρα. Πρέπει, από τούτο το σύμβολο, να συμπεράνουμε πως το ελληνικό πνεύμα περιφρονούσε τη Γυναίκα; Αν σας το πουν, μην το πιστέψετε.
            Σκεφτείτε πως η Κυπρίς Αφροδίτη, η θεά της Ομορφιάς, δε γεννήθηκε ούτε από πατέρα  ούτε από μητέρα, αλλά από τον αφρό των κυμάτων, από κείνον το λαμπυριστό αφρό, που το κάθε σημείο του έχει καθρεφτίσει ολόκληρο τον ουρανό, όλα τα’ αστέρια  κι’ όλες τις ηλιαχτίδες, κι όλα τα σύννεφα με τις φαντασμαγορίες τους που πάντα παραλλάζουν και ξαναγεννιούνται – και συγκρίνεται την κυριαρχία της Κυπρίδας με την κυριαρχία της Παλλάδας, και παραδεχτείτε πως είναι, από τις δύο, η πιο δυνατή σε όλους τους μύθους.
            Θα διαπιστώσετε τότε πως ο Έλληνας, τόσο βαθιά λογικός και στοχαστής, ήταν επίσης, και ίσως ακόμα πιο βαθιά, προπάντων καλλιτέχνης. Αν τολμούσα, πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, να θεωρήσω τον εαυτό μου «μυθοποιό», όπως λέει ο Πλάτων, θα ‘φτιαχνα πρόθυμα έναν καινούργιο μύθο, και θα ‘δινα στον Έλληνα δυο μητέρες, την Παλλάδα και την Κυπρίδα – κι αυτή η τελευταία θα ‘ταν η πιο όμορφη μανούλα του κι η πιο αγαπημένη. 
            Επειδή η Ομορφιά, η αγάπη του Ωραίου, η αγάπη του Έρωτα, η χάρη και το χαμόγελο – αυτά, για τον Έλληνα, συνοδεύουν πάντα και παντού τη Σοφία και τη Λογική. Και αληθινή κυρίαρχη του Ολύμπου του και της Μυθολογίας του, είν’ αυτή που ο μεγάλος Ρωμαίος ποιητής Λουκρήτιος της έχει δώσει αυτό το όνομα που θριαμβεύει και ακτινοβολεί παγκόσμια: hominum divumque voluptas: ανθρώπων και θεών ηδονή.

***
            Καινούργιο σκόνταμα στο πρόγραμμά μας: ένας γρήγορος συνειρμός ιδεών ανάμεσα σε δύο σκερτζόζικα χορευτικά βήματα ! Τ΄ αφιερωμένα στην Κυπρίδα λουλούδια ήταν το ρόδο κι η μυρτιά, και για ευνοούμενα πουλιά είχε τον κύκνο, το περιστέρι και το σπουργίτη.
            Πριν ξαναπιάσουμε το χορό, χασομερήσετε λίγο για ν’ απολαύσετε όλους τους συμβολικούς χυμούς που κλείνουν μέσα τους αυτές οι πέντε λέξεις: το ρόδο, η μυρτιά, το περιστέρι κι ο σπουργίτης.
            Οι νεαροί Αθηναίοι εκπαιδεύονται, όλοι ομοιόμορφα, σε δωρεάν σχολεία, φοιτώντας υποχρεωτικά σ’ αυτά από έξι ως δεκαοχτώ χρονών. Αποστήθιζαν όλα τα καλύτερα μέρη των καλύτερων ποιητών, κυρίως ολόκληρο τον όμηρο, όπως αναφέρει ρητά ο Αριστοφάνης. Μπορούμε λοιπόν να πούμε πως ήταν διαποτισμένοι από τη Μυθολογία και πως τίποτα δεν μπορούσε να τους ξεφύγει.
            Προσθέσετε σ’ αυτό πως τους μάθαιναν να διαβάζουν, να γράφουν, να λογαριάζουν, να κολυμπούν και να τρέχουν και ξέχωρα μουσική και χορό.
            Μόνο από τα δεκαοχτώ έως τα είκοσι χρόνια τους μάθαιναν τα δικαιώματα και τα καθήκοντα του πολίτη. 
            Και να ο θαυμάσιος όρκος που έδινε ο εικοσάχρονος Αθηναίος, πριν να μπει στη Δημόσια ζωή,  μπροστά στους γονείς του και στους άρχοντες:
            «Ορκίζομαι να υπακούω τους νόμους, να σέβομαι τους θεσμούς των προγόνων, να μην ατιμάσω τα όπλα μου, να μην εγκαταλείψω ποτέ τον ομόστιχο σύντροφό μου στη μάχη, να πολεμήσω ως την τελευταία πνοή μου για να υπερασπίσω τους βωμούς και το έδαφος της πατρίδας, και τέλος να καταβάλω κάθε προσπάθεια για να αφήσω την πατρίδα μου σε καλύτερη κατάσταση απ’ ότι τη βρήκα».
(είδατε πουθενά όρκο σε Θεούς ; αυτοί είναι οι Έλληνες που μεγαλούργησαν)
            Και ύστερα (ο καλός πολυγράφος Αθηναίος δεν το αναφέρει, αλλά το μαντεύουμε) πήγαινε να θυσιάσει στην Κυπρίδα ένα περιστέρι ή έναν σπουργίτη, πιθανόν και τα δυο μαζί.

***
            Αυτοί οι Αθηναίοι, το άνθος της Ελλάδας, ήταν περισσότεροι από τριακόσιες με τετρακόσιες χιλιάδες, αλλά η Αθήνα, την εποχή της ακμής της, κυβερνούσε είκοσι εκατομμύρια συμμάχους και υπηκόους και αποτελούσε το κέντρο τους. Η επιρροή της απλωνόταν στη Μικρά Ασία, στα νησιά, στη Σικελία, στη Μεγάλη Ελλάδα, ακόμα και στη δική μας Προβηγκία και στην Ισπανία. Απ’ όλες τούτες τις χώρες ερχότανε κόσμος στα πανηγύρια της.  Και γυρίζανε στον τόπο τους συναποκομίζοντας τις ιδέες της, τους μύθους της, τη χάρη και το χαμόγελό της. Από τον Όλυμπό της κυλούσαν όλα τα ρεύματα, φουσκώνοντας αυτήν τη θάλασσα που υπήρξε η κοιτίδα και παραμένει η δεξαμενή του μεσογειακού πολιτισμού. Η Παλλάς Αθηνά, δεσπόζοντας την Αθήνα από το ύψος του Παρθενώνα, και η Κυπρίς Αφροδίτη, σμίγοντας με όλους τους ρόδινους και πράσινους αφρούς των κυμάτων της, είναι για πάντα οι προστατευτικές θεότητές της. Σήμερα, σ’ εμάς το χρωστούν πως εξακολουθούν να ‘ναι αθάνατες. 



Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2013

    Η Ευρωπαϊκή δυσπραγία φαίνεται να έχει ρίζες βαθιά στο παρελθόν. Ο         Γεώργιος- Στυλιανός Πρεβελάκης προσπαθεί να τους ανασύρει και να τους καταστήσει κατανοητούς.

Η απόφαση της Ουκρανίας να αναστείλει την προετοιμασία για την υπογραφή συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαιώνει και ενισχύει την απαισιοδοξία για την Ευρώπη. Μοιάζει να αποτελεί καμπή: η ελκτική δύναμη της Ευρώπης έχει εξασθενήσει σημαντικά. 
Η μειωμένη ακτινοβολία προς τα έξω συνοδεύει την αυξανόμενη αμφισβήτηση εκ των έσω. Παλαιότερα, η κριτική προερχόταν κυρίως από την Αριστερά. Σήμερα, την αντιευρωπαϊκή εκστρατεία την αναλαμβάνουν τα ακροδεξιά κόμματα. Εθισμένο στις εξ αριστερών επικρίσεις, το ευρωπαϊκό κατεστημένο ερμηνεύει την ανερχόμενη αμφισβήτηση ως αποτέλεσμα της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Όμως, η επιτυχία των ακροδεξιών αντι-ευρωπαϊστών τροφοδοτείται κυρίως από το συμβολικό κενό της Ευρώπης. Τα μεταναστευτικά ρεύματα και οι ευρύτεροι μετασχηματισμοί της Παγκοσμιοποίησης καθιστούν το ερώτημα «ποιοι είμαστε» περισσότερο επιτακτικό από το «τι έχουμε». 
Ορισμένοι ηγέτες αρχίζουν να υποψιάζονται την φύση του προβλήματος. Ο Ιταλός Πρωθυπουργός, ο Ενρίκο Λέτα, πρόσφατα αναφέρθηκε στο συμβολικό πλεονέκτημα της ακροδεξιάς. Επεσήμανε ότι «μόνον οι λαϊκιστές διαθέτουν σήμερα αφήγημα για την Ευρώπη», ενώ οι λοιποί «πρέπει να βρούμε το δικό μας νέο αφήγημα»· όπως, επί παραδείγματι, ο Helmut Kohl με τον François Mitterrand στο Verdun το 1984. 
Η αναφορά στο αμερικανογενές «narrative», όρος με άλλη έννοια στην ελληνική, αποτελεί πρόοδο, εν συγκρίσει με τον κυρίαρχο ευρωπαϊκό λόγο ο οποίος έχει περιθωριοποιήσει ό,τιδήποτε μη τεχνοκρατικό και οικονομιστικό. Ταυτοχρόνως, όμως, δείχνει την έλλειψη προετοιμασίας της Ευρώπης για τις επερχόμενες πολιτικές θύελλες, αρχής γενομένης από τις Ευρωεκλογές του 2014. 
Η ιδέα να δημιουργηθεί ένα νέο φιλο-ευρωπαϊκό «αφήγημα» παραπέμπει στην συνηθισμένη μεθοδολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επίλυση αντιφάσεων και προβλημάτων. Φαντάζεται κανείς μια «Επιτροπή Σοφών», η οποία θα επιφορτιστεί να διατυπώσει «το νέο ευρωπαϊκό όραμα». Εξ ορισμού το «αφήγημα» παραπέμπει στις γνωστές τεχνοκρατικές μεθόδους οι οποίες παρακάμπτουν τις πολιτικές διαδικασίες.
Το ευρωπαϊκό ζήτημα δεν είναι τεχνοκρατικό. Είναι κατ’εξοχήν πολιτικό. Για να διαμορφωθεί πίστη στην Ευρώπη πρέπει οι πληθυσμοί της να πεισθούν ότι, έναντι των θυσιών, υλικών και συμβολικών, τις οποίες επιβάλλει η συμμετοχή στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, η Ευρώπη προασπίζεται υλικά και πνευματικά αγαθά τα οποία υπερβαίνουν το με στενά κριτήρια οριζόμενο βιοτικό επίπεδο ή τα διάφορα «κεκτημένα». Προϋπόθεση για ουσιαστικό διάλογο για την Ευρώπη αποτελεί η επαναφορά της γλωσσικής, ιστορικής και γεωπολιτικής παιδείας η οποία εξοβελίστηκε, βορά στο χαλαρό ευρωπαϊκό consensus. Καμία τεχνητή «αφήγηση» δεν μπορεί να υποκαταστήσει την επώδυνη και χρονοβόρα διαδικασία για την αποκατάσταση του συμβολικού ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Όσο καθυστερεί και, καθώς ελλείπει ο εναλλακτικός λόγος, οι εύκολες απαντήσεις των απανταχού λαϊκιστών θα αντλούν επιλεκτικά από το εγκαταλελειμμένο ιστορικό υλικό. Και θα επικρατούν. 
Είναι πολύ αμφίβολο αν μπορεί να καλυφθεί το συμβολικό κενό σύντομα, ώστε να αποφευχθούν καταστροφικές αναταράξεις. Το επίπεδο της πολιτικής και πνευματικής προετοιμασίας των φιλο-ευρωπαϊκών δυνάμεων προαναγγέλλει σοβαρές ήττες για τις επόμενες αντιπαραθέσεις. Όμως, από την άλλη, μόνο με ισχυρούς κλονισμούς είναι δυνατόν να επιστρέψουν οι ευρωπαϊκές ελίτ στην πολιτική πραγματικότητα, από την οποία τους έχουν αποσπάσει οι τεχνοκρατικές ουτοπίες και η υπεροψία στην οποία οδηγούσε φυσιολογικά η εξαιρετικά ευνοϊκή συγκυρία των μετα-ψυχροπολεμικών χρόνων. 
Αντίθετα από ό,τι ελπίζαμε, η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρώπη δεν έλυσε τα προβλήματα. Η κρίση απεκάλυψε τις κρυμμένες αρνητικές πτυχές της ευρωπαϊκής υπερ-προστασίας η οποία ανευθυνοποίησε την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Σήμερα οι πολιτικοί ορίζοντες διαγράφονται σκοτεινοί. Απειλείται, επομένως, ο κύριος στόχος για τον οποίο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέμεινε για την ένταξη της Ελλάδας: η πολιτική και γεωπολιτική εξασφάλιση. 
Δεν αμφισβητείται η χρησιμότητα της συμμετοχής μας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι· κάθε άλλη εκδοχή είναι δυσμενέστερη. Χρειάζεται, όμως, να συνειδητοποιήσουμε την ανάγκη να στηριζόμαστε και στις δικές μας δυνάμεις, τόσο στον οικονομικό, όσο και στον γεωπολιτικό τομέα. Η επανεπένδυση στην πολιτική συμβολική συνιστά ευρωπαϊκό, αλλά και εθνικό ζήτημα.

πηγή: Aντίφωνο, "Εστία" 26 Νοεμβρίου 2013

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013


Κάποιες σκέψεις, καθόλου ανερμάτιστες (θα έλεγα μάλλον χρήσιμες), που καλόν θα είναι να τις έχουμε κατά νου:

Του Φώτη Γεωργελέ:

1. Η τρόικα ζητάει νέα μέτρα. 

Τίποτα δεν ζητάει η τρόικα. Η τρόικα μόνο μετράει. Θα ’χουμε έλλειμμα και το 2014; Τότε από κάπου πρέπει να καλυφθεί. Σ’ αυτό τον πεζό κόσμο έτσι γίνεται. Όταν ξοδεύεις παραπάνω από όσα εισπράττεις και κανείς δεν σου δανείζει, από κάπου κόβεις. Όταν έχεις 24 δις παραπάνω έξοδα από έσοδα και κανείς δεν σου δανείζει, επιβάλλεις λιτότητα. Εκτός αν είσαι ο Χάρι Πότερ και φέρνεις πετρέλαιο από τον Τσάβες και δανεικά από τη Ρωσία και την Κίνα. Αν έχουμε δίκιο και δεν υπάρχει έλλειμμα το 2014, τότε δεν θα χρειάζονται νέα μέτρα. Αν έχει δίκιο ο Στουρνάρας και έχουμε έλλειμμα μόνο 500 εκατομμύρια, τότε θα πάρουμε εύκολα μέτρα. Αν το έλλειμμα φτάσει τα 2,9 δις, τότε το πράγμα δυσκολεύει. Η συζήτηση για το αν θα πάρουμε μέτρα και όχι γιατί έχουμε ακόμα έλλειμμα, είναι άλλη μια παραπειστική συζήτηση από αυτές που συνηθίζουμε σ’ αυτή τη χώρα.

2. Γιατί θα ’χουμε πάλι έλλειμμα το 2014;

Γιατί ο ισοσκελισμός του προϋπολογισμού δεν γίνεται με βιώσιμο τρόπο. Γιατί δεν εφαρμόζουμε όσα συμφωνούμε και ψηφίζουμε. Δεν κλείνουμε τις χρεοκοπημένες κρατικές επιχειρήσεις, εφαρμόζουμε το ενιαίο μισθολόγιο μόνο στο μισό δημόσιο, υπολογίζουμε 630 εκ. από την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης αλλά εξοικονομούμε μόνο τα μισά γιατί στο μεταξύ έχουμε βγάλει 150.000 επιπλέον σε πρόωρη σύνταξη με 7-8 πλασματικά χρόνια. Γιατί ακόμα ψάχνουμε αυτούς που θα μετατεθούν από τη μία υπηρεσία στην άλλη και δεν τους βρίσκουμε. Γιατί έχουν απολύσει μόνο 230 «επίορκους», τι κομψή λέξη. Γιατί σε κάποιον που απουσίαζε 6 χρόνια από την υπηρεσία του τού επέβαλαν 3μηνη στέρηση αποδοχών. Γιατί δεν μειώνουμε πραγματικά το κόστος του δημοσίου αλλά προσπαθούμε να το καλύψουμε με υπερφορολόγηση, η οποία έχει πάψει να αποδίδει. Τα «μνημόνια» ήταν μια κλασική περίπτωση αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Αρνούνται να κάνουν ό,τι πρέπει και μετά λένε: Είδες που ήταν λάθος η συνταγή;

3. Ναι, αλλά και η Γερμανία πρέπει να καταλάβει ότι η λιτότητα είναι αδιέξοδη.

Και; Πού είναι η υπόλοιπη πρόταση; Τι θα γίνει αν το καταλάβει η Γερμανία; Δηλαδή, αν πούμε ότι η λιτότητα είναι αδιέξοδη και το πει και η Μέρκελ, μετά θα εξαφανιστούν τα ελλείμματα; Δηλαδή, αν έχουμε και το 2014 έλλειμμα και δεν θέλουμε άλλη λιτότητα, τι θα γίνει; Ποια είναι η πρόταση που λείπει; Αν έχεις προσέξει, όλοι αυτοί οι καλοί άνθρωποι που κατακεραυνώνουν τη λιτότητα κάθε μέρα, σταματάνε εκεί. Δεν ασχολούνται με πεζά πράγματα, με αριθμούς. Η υπόλοιπη πρόταση που λείπει, είναι: δώστε μας κι άλλα λεφτά. Γιατί 5 χρόνια δεν καταφέραμε να ’χουμε ένα κράτος που ξοδεύει όσα εισπράττει. Γιατί εμείς τόσα γουστάρουμε να χαλάμε. Αυτοί που λένε τέρμα η λιτότητα χωρίς να λένε και πώς δεν θα δημιουργούνται νέα ελλείμματα, ζητάνε απλώς το κόστος να το πληρώσουν οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι και να το εξοφλήσουν τα παιδιά τους. Είναι, πραγματικά, μια πολύ προοδευτική προσέγγιση.

4. Η λιτότητα είναι άδικη και εξοντωτική.

Φυσικά. Καλύτερα πλούσιος και υγιής, παρά φτωχός και άρρωστος. Το θέμα είναι ότι όταν χρεοκοπείς και δεν σου δανείζουν, κόβεις. Όσοι μιλάνε για λιτότητα γενικά, κρύβουν ότι η λιτότητα είναι εξοντωτική γιατί δεν είναι δίκαιη. Γιατί το κράτος μετακύλισε το κόστος του στον ιδιωτικό τομέα. Γιατί οι φοροφυγάδες συνεχίζουν να φοροδιαφεύγουν, και πληρώνουν περισσότερα αυτοί που πληρώνουν πάντα. Γιατί τα ευνοημένα στρώματα της μεταπολίτευσης διατήρησαν τα προνόμια επιβαρύνοντας τα ασθενέστερα, που έχασαν δουλειά, κοινωνική περίθαλψη, τα πάντα. Δεν γίνεται να είσαι καλός με όλους. Οι σοβαροί δημοσιογράφοι που κατηγορούν σε όλους τους τόνους τη «λιτότητα», θυμίζουν όλο και περισσότερο πολιτικούς. Δεν θέλουν να γίνουν αντιπαθείς σε κανέναν. Έχουν βρει τη λυδία λίθο. Όλα θα μείνουν όπως είναι και κάποιοι θα πληρώνουν. Πάντα οι άλλοι.

5. Χρειάζονται λεφτά για ανάπτυξη.

Άλλη μία εντελώς πρωτότυπη ανακάλυψη. Αλλά εμείς δεν χρειαζόμαστε τα λεφτά για την ανάπτυξη. Χρειαζόμαστε τα λεφτά για να κάνουν τα κόμματα τους επιχειρηματίες. Για να έχουμε κρατική «πολεμική», τρομάρα μας, βιομηχανία και δεκάδες άλλες χρεοκοπημένες κρατικές επιχειρήσεις. Σε δύο απ’ αυτές χτες μάθαμε ότι εξακολουθούν σήμερα να παίρνουν 15 μισθούς, ότι οι μισοί από τους εργαζόμενους βαφτίστηκαν διευθυντές, χωρίς να έχουν κάποιοι ούτε απολυτήριο λυκείου, ότι παίρνουν καταργημένα επιδόματα, ότι ο γενικός διευθυντής εισπράττει 7.063 μηνιαίως. Σε θυγατρική εταιρείας χρεοκοπημένης που η τρόικα θέλει να κλείσει και εμείς δίνουμε αγώνα να διατηρήσουμε. Μάθαμε ακόμα ότι από τις 10.000 offshore ελέγχθηκαν 34. Ότι σε ολόκληρα τμήματα του δημοσίου οι 20 ώρες υπερωρίες μάξιμουμ το μήνα δίνονται προκαταβολικά σε όλους, ανεξαρτήτως αν τις δούλεψαν ή όχι. Ότι μόνο το πρώτο εξάμηνο έδωσαν 500 εκ. για εφάπαξ σε όσους έβγαλαν πρόωρα στη σύνταξη. Ότι η task-force απηύδησε και μας έστειλαν αυτοί 100 ονόματα πιθανών φοροφυγάδων, μπας και φιλοτιμηθούμε. Έχουμε ελλείμματα όχι για να βοηθήσουμε την ανάπτυξη, αλλά για να διατηρήσουμε το ίδιο χρεοκοπημένο, ληστρικό, άδικο σύστημα. Όποιος λέει «όχι στη λιτότητα», μας κοροϊδεύει. Χρειάζεται και πολύ μεγάλη μάλιστα λιτότητα. Δίκαιη λιτότητα. Που θα την πληρώσουν οι βολεμένοι, ο ελληνικός παρασιτισμός.

6. Όλα αυτά είναι προσχηματικά, το θέμα δεν είναι μερικά δισεκατομμυριάκια, η Ευρώπη θέλει να μας έχει σε μνημόνια.

Ώπα, να και ο άρχοντας. Τα «δισεκατομμυριάκια» όταν τα πληρώνουμε εμείς είναι χαράτσια, ματώνει ο ελληνικός λαός, όταν τα πληρώνουν άλλοι είναι «-άκια». Η Ευρώπη δεν θέλει κανένα άλλο μνημόνιο. Γιατί αυτό σημαίνει κι άλλα δανεικά. Εμείς ζητάμε κι άλλα. Ήταν για 2 χρόνια, έγινε 4, πάμε για το πέμπτο και τελειωμό δεν έχει. Όλες οι υπόλοιπες χώρες με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βγαίνουν από το πρόβλημα, εμείς κάνουμε ακόμα σημειωτόν. Κατηγορώντας τους Γερμανούς. Κι εκλιπαρώντας για τα λεφτά τους.

7. Δεν τους χρειαζόμαστε άλλο, θα βγούμε στις αγορές.

Συγγνώμη, αυτές δεν ήταν οι «τοκογλύφοι»; Δεν ήταν οι γύπες των αγορών που πίνουν το αίμα των λαών; Τώρα είναι νίκη να πέσουμε πάλι στα χέρια τους; Εγκλωβισμένο το πολιτικό σύστημα στον «αντιμνημονιακό» αγώνα, προτιμάει να δανειστεί με 8,5% παρά με 1% που δανείζεται τώρα. Προκειμένου να απαλλαγεί από τα «μνημόνια». Για να μπορούν όλοι να λένε ότι έδιωξαν τις τρόικες, όχι μονάχα ο Τσίπρας στα όνειρά του. Και να χρεώσουν με τόκους τα παιδιά τους. Για να χρεοκοπήσουμε ξανά σε λίγο και να ξαναζητάμε να μας ξανασώσουν. Στην πραγματικότητα, πιστεύουν ότι θα απαλλαγούν έτσι από την επιτήρηση. Ότι θα μπορέσουν δηλαδή να ξανακάνουν ό,τι έκαναν πάντα. Να μοιράζουν, να ξοδεύουν, να λεηλατούν, να δανείζονται και να στέλνουν το λογαριασμό στους επόμενους. Πέφτουν έξω. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Με ή χωρίς μνημόνια, με τρόικες ή χωρίς, το σύστημα δεν διασώζεται. Μόνο αλλάζει. Αλλιώς θα βρισκόμαστε στον ίδιο πάντα φαύλο κύκλο. Το παιχνίδι της παραπλάνησης συνεχίζεται.

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο του Φώτη Γεωργελέ. Σας τον παρουσιάζω:

Ο Φώτης Γεωργελές είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Κοινωνιολογία και Πολιτική Οικονομία στο Παρίσι. Έχει εργαστεί σε εφημερίδες και περιοδικά, στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Έχει διευθύνει το Έψιλον της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, το Μ2 της Μεσημβρινής, το ΚΛΙΚ, το ΜΕΝ και τον ΚΛΙΚ FM. Σήμερα είναι εκδότης της ATHENS VOICE, του athensvoice.gr και των περιοδικών LOOK, HOME, SOUL. Βιβλία του που έχουν κυκλοφορήσει: «Κρυμμένες Αλήθειες και Ψεύτικα Διλήμματα», Εκδ. Μεταίχμιο, «Νυχτερινές Πτήσεις», Εκδ. Κέδρος, «Ροκ Μυθιστόρημα», Άρης Σάρτας, Εκδοτικός Οίκος Α.Α. Λιβάνη, «Α112-Ένα Ταξίδι στον Άγριο Κόσμο των Media», Εκδοτικός Οίκος Α.Α. Λιβάνη, «Luna», κείμενο-σενάριο Φώτης Γεωργελές, σχέδιο Φώτης Πεχλιβανίδης, Εκδοτικός Οίκος Α.Α. Λιβάνη. Η «Luna» εκδόθηκε και στις ΗΠΑ.

Η βουλευτής του Σύριζα, άθελά της, επανέλαβε ό,τι λένε οι πολίτες αυτής της χώρας καθώς άναυδοι παρακολουθούν όσα κωμικοτραγικά διαδραματίζονται μπροστά τους: Βοήθεια…
Οεκφωνητής αποχαιρετάει το ακροατήριό του με την ευχή των ανταρτών του Λαϊκού στρατού. «Ψυχή βαθιά», βγαίνει στο βουνό, θα συναντήσει τον Διαμαντόπουλο, στα «γουναράδικα». Ψυχή βαθιά, συναγωνιστές, το σύνθημα γίνεται αφίσα, οι στρατιώτες κατεβάζουν την ελληνική σημαία-κεραία της ΕΡΤ. Ο Καμμένος εκφωνεί το τελευταίο διάγγελμα του 1941, οι δυνάμεις κατοχής κατέλαβαν το Ραδιομέγαρο, ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΕΤΕ. Η Ζωή με μια ντουντούκα φωνάζει βοήθεια, η Ραχήλ στα κάγκελα, σκαρφαλωμένη στην πόρτα αναπαριστά τη μεγαλειώδη σκηνή, μια νέα Πέπυ Ρηγοπούλου στην πόρτα του Πολυτεχνείου καθώς το τανκ του Ντερτιλή ετοιμάζεται να εισβάλει. Είστε επίορκοι, φωνάζει, υπηρετείτε τους ανθρώπους που κυβερνούν παράνομα τη χώρα. Ψωμί παιδεία ελευθερία, φωνάζει ο Στρατούλης, το σύνθημα της δικτατορίας, συμπληρωμένο από την αγανάκτηση της πλατείας, η χούντα δεν τελείωσε το ’73. Χούντα με κοινοβουλευτικό μανδύα καταγγέλλει ο Λαφαζάνης, πραξικόπημα, λέει ο Κατρούγκαλος με το κύρος του καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου. 10 μέρες πριν την επέτειο της χουντικής επέμβασης στο Πολυτεχνείο, η τροϊκανή κυβέρνηση εισέβαλε με τον ίδιο τρόπο στην ΕΡΤ, πάντα επικολυρικοί οι δημοσιογράφοι.
Στον ίδιο δρόμο που περπατούσε ο ήρωας Γρηγόρης Λαμπράκης,στη Μεσογείων, οι νέοι ήρωες, ο Βούτσης, είναι έτοιμοι να πάρουν τη σκυτάλη. Όχι στην κρατική βία και τρομοκρατία, στην κατάλυση της νομιμότητας και την υπονόμευση της δημοκρατίας από την κυβέρνηση των δοσίλογων. Φτιάξτε φυλακές, συστήνει ο Παναγούλης, οι υπηρέτες του μνημονίου θα μπουν στα ίδια κελιά που ήταν ο δικτάτορας Παπαδόπουλος και η παρέα του. Αν δεν τους λιντσάρει ο λαός, όπως τον Αμερικανό πρέσβη στη Λιβύη. Ο Βασίλης, που ήταν νέο παιδί στη χούντα και δεν την ένιωσε, 23 χρονών μωρό, λίγο μεγαλύτερος απ’ αυτούς που ήσαν μέσα στο Πολυτεχνείο, χαίρεται που θα ζήσει κι αυτός μια δικτατορία στη ζωή του. Λαέ, θυμήσου, το χώμα που πατάς, λευτέρωσε ο Άρης και το ΕΑΜ ΕΛΑΣ, φωνάζουν στην Καλαμάτα. Στο Βίτσι και στον Γράμμο σας χώσαμε στην άμμο, απαντούν οι απέναντι.
Βοήθεια. Ζουν ανάμεσά μας. Βοήθεια. Το κακό είναι ότι δεν μπορούμε να γελάσουμε, όπως άλλοτε. Δεν έχουμε πια χιούμορ, το χάσαμε. Σ’ αυτή τη χώρα 4 χρόνια τώρα, πολλοί άνθρωποι παλεύουν με τα δόντια να κρατήσουν τη δουλειά τους, να κρατήσουν το σπίτι τους, να βρουν μια δουλειά να ζήσουν. Δεν μπορούν να γελάσουν. Βλέπουν τη «μονομαχία στο Ελ Πάσο» και λένε έλεος, όχι άλλο κάρβουνο, φτάνει με την παράνοια τόσα χρόνια. Πες μας κάτι σοβαρό. Δεν βλέπεται πια αυτό το έργο. Έχει έρθει η ώρα να μιλάμε σαν ενήλικοι, σοβαροί άνθρωποι, κι όχι σαν ήρωες ταινίας του Τζέιμς Πάρις. Φίλε, έλεος. Αν έχουμε δικτατορία και οι δυνάμεις κατοχής εισέβαλαν στη χώρα, τότε ψυχή βαθιά παλικάρι μου, παραιτήσου και βγες στο αντάρτικο. Μην παίρνεις τα 10δες εκατομμύρια κομματικής επιχορήγησης από τα λεφτά της Μέρκελ, μην εισπράττεις το βουλευτικό μισθό πολυτελείας από τους «δοσίλογους». Όσους έμπαιναν στη Συμβουλευτική του Μαρκεζίνη τους λέγαμε χουντικούς, δεν γίνεται αντάρτικο με κρατική επιχορήγηση στα κανάλια των τηλεοράσεων. Τι είπες; Πολιτικοί είσαστε, λέτε και μια κουβέντα παραπάνω; Όμως με αυτές τις ίδιες κουβέντες, τις ίδιες λέξεις, τα ίδια επιχειρήματα, κάποιοι δέρνουν, μαχαιρώνουν, σκοτώνουν, βάζουν βόμβες, δολοφονούν, αυτοκτονούν. Οι λέξεις στην ταραγμένη εποχή μας, στη διαταραγμένη κοινωνία μας, είναι σφαίρες. Είσαι σίγουρος ότι θες εσύ να προμηθεύσεις τα πολεμοφόδια;
Ζούμε μια κομβική στιγμή ως κοινωνία. Πέσαμε από τον γκρεμό, φτάσαμε στον πάτο και τώρα ήρθε η στιγμή να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε. Θα μείνουμε εκεί, στη μιζέρια, ή θα αρχίσουμε ξανά να ανεβαίνουμε προς τα πάνω; Η ιστορική στιγμή έχει αλλάξει. Τώρα ο κόσμος περιμένει τις απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα. Πώς θα γίνει, πώς θα τα καταφέρουμε.
Το αντιμνημονιακό μέτωπο δεν υπάρχει ως πολιτικός χώρος, ποτέ δεν υπήρχε. Ήταν απλώς ο χώρος υποδοχής των αντιδράσεων μιας ανυποψίαστης, ανέμελης κοινωνίας που έπεσε ξαφνικά από το βουνό στην άβυσσο και έπρεπε να εκτονώσει τις πρώτες ψυχολογικές της αντιδράσεις. Την άρνηση και την οργή. Τώρα η κοινωνία σηκώνεται ξανά σιγά-σιγά. Κι αυτά που ψάχνει είναι η σοβαρότητα, οι προτάσεις, το εθνικό σχέδιο. Το 2010 και το 2011 είναι χθες, αλλά σε πολιτικό χρόνο είναι αιώνες μακριά. Δεν επαναλαμβάνονται.
Το αντιμνημονιακό μέτωπο, ο Σύριζα, η Χρυσή Αυγή, ο Καμμένος… μόνο να γράψεις αυτά τα τρία ονόματα μαζί δίπλα-δίπλα, καταλαβαίνεις την αδιέξοδη παλαβομάρα της κατασκευής «αντιμνημονιακό μέτωπο». Ο Σύριζα, λοιπόν, βρίσκεται επίσης σε ένα κομβικό σημείο. Πρέπει τώρα να πει μερικά πράγματα, τι κάνουμε τώρα, ποια Ελλάδα θέλουμε για το μέλλον. Μπορεί να αρέσουν στον ελληνικό λαό, μπορεί να μην αρέσουν. Αλλά αυτά που έλεγε μέχρι τώρα ήταν για άλλη εποχή. Όπως το 2010 η κοινωνία δεν ήθελε να ακούσει καμία λογική φωνή, ήθελε μόνο βρισίδι να ξεσπάσει, εχθρούς να κατηγορήσει, έτσι τώρα δεν αντέχει άλλο την παράνοια του καφενείου, την τσάμπα μαγκιά των τηλεοπτικών παραθύρων. Θέλει προτάσεις, νέες ιδέες. Αλλιώς, ο Σύριζα το έχει ξαναδεί το έργο, το 2008. Όμως τώρα είναι ακόμα σοβαρότερα τα πράγματα, γιατί αυτή η ανάγκη δεν έχει καν να κάνει με εκλογικές νίκες. Αν νικήσει έτσι όπως είναι, τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσει, κι εμείς μαζί του, θα είναι τέτοια που τα σημερινά θα μοιάζουν παιχνιδάκι.
Τα κόμματά μας οφείλουν να ενηλικιωθούν γιατί δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Λειτουργούν ακόμα ως παίκτες, μετράνε τις μάρκες, ποντάρουν, κάνουν μπλόφες, χωρίς να τους περνάει καν απ’ το μυαλό ότι οφείλουν να αλλάξουν παιχνίδι. Όσο μένουν έτσι, όσο δεν απαντούν στην ανάγκη της κοινωνίας για αλήθειες και σοβαρότητα, η εκκρεμότητα θα συνεχίζεται. Και όλο και πιο συχνά θα ακούνε την κραυγή «βοήθεια!». Μόνο που θα τη λένε όσοι τους ακούνε.

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2013

Το πέρασμα από την ελευθερία στη σύγχρονη αγριότητα


Βασίλης Καραποστόλης
Οι προστυχιές, οι χλευασμοί, οι βρισιές δεν είναι αποτέλεσμα της κρίσης
Δεν θα ’πρεπε να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι σήμερα η αχαλίνωτη συμπεριφορά γίνεται συνήθεια ή και νόμος. Προστυχιές, χλευασμοί και βρισιές σε όλη την κλίμακα της χυδαιότητας ανταλλάσσονται με μια ευκολία που θα άφηνε άναυδο έναν άνθρωπο περασμένης εποχής, μιας εποχής από εκείνες που δεν είχε ακόμη διασυρθεί τόσο πολύ η λέξη «φραγμός».
Οι ρίζες του προβλήματος είναι βαθιές. Και μην πείτε ότι φταίει η κρίση, οι δυσκολίες που ενέσκηψαν και τα σμπαραλιασμένα νεύρα ολωνών. Πάει πολύ πιο πίσω η υπόθεση και αν για μια στιγμή οι σκέψεις μας κατόρθωναν να βγουν έξω από τον καθημερινό κυκεώνα, θα επέτρεπαν να δούμε ότι δεν άνοιξαν από τη μία μέρα στην άλλη οι οχετοί. Είχε ήδη συντελεστεί μέσα στην οικογένεια, στα σχολεία και σε ολόκληρη την κοινωνία, μια θορυβώδης αποκήρυξη των «καλών τρόπων». Τους αποκάλεσαν «καθωσπρεπισμό» και νόμισαν ότι ξεμπέρδεψαν. Και δεν κατάλαβαν ότι ο τύπος ενός κανόνα όταν συγχέεται με το περιεχόμενό του παράγει εκτρώματα.
Ηταν, πράγματι, μια κάποια απελευθέρωση η απόρριψη της συμβατικότητας, της άκρας επιτήδευσης και της υποκρισίας πίσω από τις πολλές τσιριμόνιες. Μαζί μ’ αυτά όμως πήραν τα σκάγια και την έννοια της υποχρέωσης που έχουν οι άνθρωποι να μην εκσφενδονίζουν ο ένας προς τον άλλο τις επιθυμίες τους σαν να ήταν δικαιώματα που θα έπρεπε να ικανοποιηθούν απλώς και μόνο επειδή φανερώθηκαν. Η πράξη της φανέρωσης έγινε αυτή καθαυτή αξία. Δεν ενδιέφερε πια το τι διεκδικούσε κανείς από τους άλλους, ενδιέφερε μόνο το αν διέθετε την απροσποίητη εκείνη ορμή, τη φυλακισμένη επί αιώνες, ώστε να εκδηλώσει ανοικτά το ποιος ήταν ή, μάλλον, το ποιος θα ήθελε να είναι.
Η θρυαλλίδα της έκρηξης βρισκόταν εδώ. Γιατί και οι άλλοι προς την ίδια αυτο-φανέρωση θα προχωρούσαν. Οπότε όλοι δεν θα εκόμιζαν στις σχέσεις τους παρά τις επιθυμίες τους, που, επειδή θα ήταν μεταξύ τους όμοιες και ισόβαθμες, θα ήταν αδύνατον να ικανοποιηθούν. Οταν δύο άνθρωποι δείξουν ο ένας στον άλλο ότι θέλουν αμέσως, χωρίς καμιά αναβολή, να γίνουν σεβαστές οι απαιτήσεις τους, το πρώτο που θα συμβεί είναι να γεννηθεί αμοιβαίως η αποστροφή γι’ αυτό που ο καθένας εννοεί ως «σεβασμό».
Είναι η απέχθεια που νιώθουμε όταν η επιθυμία του άλλου εμφανίζεται γυμνή. Αυτή η γύμνια που μας ζυγώνει φέρνει μαζί της όλη την ανατριχίλα και τη φρίκη ενός πανάρχαιου παρελθόντος, τότε που από το στόμα των προϊστορικών προγόνων μας έβγαιναν αφροί από θυμούς και πόθους καθώς και άναρθροι ήχοι. Δεν είχε έρθει ακόμη η ώρα της γλώσσας, δεν είχαν αρχίσει τα αναγκαία παζαρέματα ανάμεσα σε εγωισμούς. Από τότε βέβαια έως σήμερα επινοήθηκαν πάμπολλα μέσα, ώστε τα πάθη να μην αφηνιάζουν και να κρατιούνται, όσο γίνεται, υπό έλεγχον. Το τίμημα ήταν η συμπίεση της αυθορμησίας, το αίσθημα ότι οι ηδονές μας ακρωτηριάζονται. Το όφελος ήταν η εξοικονόμηση δυνάμεων, που θα μπορούσαν να διατεθούν σε έργα από τα οποία θα ερχόταν μια απόλαυση πιο λεπτή, λιγότερο έντονη, αλλά και πιο σταθερή από εκείνη που θα έδινε η αρπαγή της λείας, η κατατρόπωση των αντιπάλων, ο πόλεμος ενάντια σε ό,τι μας αντιστέκεται.
Αλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο, οι ιστορικές εποχές χαρακτηρίστηκαν από το πώς αντιμετώπισαν αυτή την αντίθεση και πώς την έλυσαν. Πρωτόκολλα ευπρεπείας δεν υπήρχαν στην αρχαία Αθήνα, υπήρχε, όμως, φροντίδα ώστε είτε στην Αγορά βρισκόταν ο πολίτης είτε στο συμπόσιο να φέρεται έτσι όπως όριζαν το «έθος» και οι παραδεδεγμένες αρχές της κοσμιότητας.
Αργότερα, κατά την Αναγέννηση, στις αυλές της Φλωρεντίας, του Ουρμπίνο, της Φερράρα, της Μόντενα, οι νέοι διδάσκονταν το πώς «ένας κύριος δεν πρέπει να προσβάλλει κανέναν ούτε να τον κάνει να αισθάνεται κατώτερος με την επίδειξη της δικής του υπεροχής», σύμφωνα με το εγχειρίδιο του Καστιλιόνε «ο Αυλικός», που διαβαζόταν σαν ευαγγέλιο. Υστερα, η κυρίαρχη στάση άλλαξε, επικράτησε ο θεατρινίστικος φορμαλισμός του περιβάλλοντος του Λουδοβίκου ΙΔ΄. Τέλος, η εξέλιξη έφερε τις ακαμψίες και τη σεμνοτυφία της βικτωριανής αντίληψης – ήταν αυτή, κυρίως, η αντίληψη ενάντια στην οποία ξεσηκώθηκαν οι νεότερες γενιές, γαλουχημένες με τις φιλολαϊκές ιδέες της φυσικότητας και της απλότητας.
Σε κάθε περίοδο, πάντως, υπήρχε μεν καταπίεση, αλλά και η κερδισμένη σε αντάλλαγμα ικανότητα να πηγαίνει κανείς αντίθετα σε ορισμένες ροπές του – λογιζόταν ως επίτευγμα αυτό. Μόνο στη δική μας εποχή θεωρήθηκε κατόρθωμα η περιφρόνηση των περιορισμών εν γένει. Ας μη διαμαρτυρόμαστε, λοιπόν, που σπάζουν κλειδαριές και ανοίγουν με πάταγο κάποιες θύρες γερά ασφαλισμένες άλλοτε. Οι νέοι Κένταυροι είναι εδώ. Ελεύθεροι να λοιδορούν, να χειροδικούν, να τα κάνουν γυαλιά-καρφιά, άμα τους καπνίσει, και να σαρκάζουν με το σοκ που προκαλούν. Οι μανιασμένοι τους πρόγονοι, σύμφωνα με τον μύθο, αναχαιτίσθηκαν με τη βοήθεια του Θησέα, σε εκείνο το γαμήλιο τραπέζι των Λαπιθών όπου είχαν προσκληθεί. Σήμερα, ελλείψει τέτοιων ευγενών αρωγών, οι φιλήσυχοι Λαπίθες πρέπει μόνοι τους να τα βγάλουν πέρα. Και μόνοι τους, επίσης, να εντοπίσουν στις τάξεις τους αυτούς που θαυμάζουν κρυφά την πυγμή των Κενταύρων.

Μια ενδιαφέρουσα ανάλυση που περιγράφει τον τρόπο που ο λαός μας αντιδρά, όπως ακριβώς ο βασιλιάς Μοντεζούμα που αντάλλαξε το χρυσάφι του με τις χάντρες που του έδειξε ο Κορτέζ....


Του Ανδρέα Κούτρα*

Μεταφέρω από την ομιλία του κ.Τσίπρα στο Τέξας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής γνωστής και ως χώρα-φονιάδες των λαών. «Σήμερα βρίσκομαι στο LBJ School of Public Affairs και ξαναθυμάμαι πως η «Μεγάλη Κοινωνία» άλλαξε την Αμερική. Βλέπω ακόμα ότι παρά τις δυσκολίες, οι ΗΠΑ εξακολουθούν να προχωρούν προς αυτό το μεγάλο σχέδιο. Πόσο καλό θα ήταν να είχαμε το ίδιο πνεύμα και πρόγραμμα για την Ευρωζώνη.» Αν καταλάβατε, προσδοκά να κάνει την ΕΕ μια νέα Αμερική.
Σε άλλο σημείο ο κ.Τσίπρας λέει « ....σήμερα έχουμε οικονομική ένωση και κοινό νόμισμα και οι εναλλακτικές λύσεις είναι χειρότερες». Σοβαρά!! Πήρε καιρό να το καταλάβετε ή απλώς αναλόγως του ακροατηρίου αλλάζετε την ρητορική σας.
Και συνεχίζει «..η έξοδος δεν θα ωφελήσει καμία χώρα σε κρίση, αντιθέτως θα πυροδοτήσει νέα προβλήματα, όπως την διαχείριση ενός ασταθούς νέου νομίσματος, τραπεζική κρίση (Bank runs), πληθωρισμό, φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό όπως και φυγή ανθρώπων...».
Εδώ ακόμα και ο πιο καλόπιστος ψηφοφόρος του Συ.Ριζ.Α. ενδέχεται να πάθει εγκεφαλικό. Από το ξέσπασμα της κρίσης και μετά ο Συ.Ριζ.Α. και ο κ.Τσίπρας είχε κάνει σημαία του, τη μονομερή διαγραφή του χρέους, τη μονομερή αθέτηση των συμβάσεων που η Ελληνική δημοκρατία έχει υπογράψει, την ελκυστικότητα της περήφανης Δραχμής και πολλών άλλων πολιτικοοικονομικών μέτρων που απομονώνουν την Ελλάδα από την Ευρώπη. Ο πολιτικός του λόγος είναι όπως το νερό του Καματερού, «και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν» (κατ. Ματθαίον ευαγγέλιον).
Μέχρι πριν από λίγο καιρό κ.Τσίπρας και τα στελέχη του κόμματος του, κατηγορούσαν ως κινδυνολόγους, καταστροφολόγος και άλλα πολλά όσους του επεσήμαναν την πραγματικά καταστροφική για την χώρα και τους εργαζομένους πολιτική της απομόνωσης και της εξόδου από το Ευρώ (δείτε εδώ μια παλιά αλλά πάντα επίκαιρη ανάλυση). Τώρα μας λέει πως η Ενωμένη Ευρώπη και το Ευρώ είναι αμετάκλητες αλλαγές και προπαντός καλές. Η διαφορά συνεχίζει ο κ.Τσίπρας είναι στις επί μέρους πολιτικές όχι στην βασική κατεύθυνση.
Τον Οκτώβριο σε επίσκεψή του στις Βρυξέλλες ο κ.Τσίπρας είπε «πάμε να φύγουμε γιατί εδώ κινδυνεύουμε να γίνουμε Ευρωλιγούριδες». Τι έγινε το τελευταίο καιρό και κατέστην ο κ.Τσίπρας ευρωλιγούρης και αμερικανολάτρης. Γλυκάθηκε από τις ευκαιρίες και τα αξιώματα που προσφέρει η ΕΕ για τον ίδιο και το κόμμα του. Επείσθη από τον κ. Άσμουσεν στην κατ’ιδίαν συνομιλία τους πως η Ευρώπη δεν αστειεύεται και πως αν τολμήσει να πάει κόντρα θα τον πετάξουν στο καιάδα και αυτόν και την Ελλάδα;
Η αλήθεια μάλλον είναι διαφορετική. Ο Συ.Ριζ.Α. όπως και ο κ.Τσίπρας απλώς κάνουν ότι μπορούν για να κερδίσουν ψήφους με κάθε τρόπο. Οι απόψεις που εκφέρονται έχουν τα χαρακτηριστικά της φραπελιάς. Μπορείτε να τις βράσετε να τις κάνετε αλοιφή ή ακόμα και να τις μασήσετε. Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο θαυματουργό. Ο Συ.Ριζ.Α. έχει μαγικό ραβδάκι και θα μας πάει όλους πίσω στα ξένοιαστα και υπέροχα χρόνια του 2009. Τότε που είχαμε χρήματα, υγεία και νοσοκομεία αντάξια του Μετροπόλιταν της Αμερικής, σχολεία όπως το Ήτον της Αγγλίας και σκανδιναβική κοινωνική πολιτική.
Πολλοί θα μπορούσαν να πουν πως η πολιτική του Συ.Ριζ.Α. είναι ακραία λαϊκιστική και υβριστική προς τον κοινό νου. Και δεν θα έκαναν λάθος. Ο Συ.Ριζ.Α. και ο κ.Τσίπρας προσαρμόζουν την ρητορική τους ανάλογα με τις εκλογικές προσδοκίες τους. Αφού κατόρθωσαν να υφαρπάξουν την ψήφο πολλών συμπολιτών μας με την ριζοσπαστική ιδεολογία της φραπελιάς, τώρα που τους εγκλώβισαν αρχίζουν τις ανακυβιστίσεις. Φαίνεται πως οι σφυγμομετρήσεις δείχνουν πως η άρνηση των πάντων και η ευρωφοβία δεν τραβάνε άλλο και ο ψηφοθηρεύς κ.Τσίπρας προσαρμόζεται αναλόγως. Η πλειονότητα των ΜΜΕ σχεδόν αγνόησε αυτήν την 180 μοιρών στροφή, που δείχνει προς τους ολιγάρχες και το πελατειακό σύστημα πως είναι «δικό μας παιδί». Παίζει και αυτός με τους ίδιους κανόνες πολιτικού αμοραλισμού. 
Τι αξιοπιστία μπορεί να έχει ένα κόμμα και ένας πολιτικός που κάνει τα πάντα για να έρθει στην εξουσία. Ποια η διαφορά του κ.Τσίπρα από το «λεφτά υπάρχουν» του κ.Παπανδρέου ή την άρνηση του κ.Σαμαρά να υπογράψει το μνημόνιο που τώρα υπηρετεί. Αυτό ακριβώς δεν είναι που απεχθανόμαστε όλοι μας. Αυτό το λαϊκιστικό και πελατειακό σύστημα που κατέστρεψε την κοινωνία μας. Οι ίδιοι το βαπτίζουν πολιτικό ρεαλισμό ενώ πρόκειται για πολιτική εξαπάτηση.
Ο Συ.Ριζ.Α. και ο κ.Τσίπρας δεν γίνεται κομιστής του νέου, απλά θέλει να αντικαταστήσει το πελατειακό σύστημα με το δικό του. Δεν είναι κατά της κλεπτοκρατίας όπως επαγγέλλεται αλλά κατά αυτής της κλεπτοκρατίας.
Δυστυχώς ο Συ.Ριζ.Α. δεν έχει τίποτα να προσφέρει στην προοδευτική ανανέωση της χώρας. Αυτή θα γίνει μόνο από ένα νέο κόμμα που θα είναι διατεθειμένο να συγκρουστεί με το πελατειακό σύστημα και όχι να το αντικαταστήσει με το δικό του. Και αυτό το νέο κόμμα ελπίζουμε να δημιουργηθεί σύντομα μακριά από μεγαλόσχημους, αριθμολόγους (58, 75 κλπ) και αναγνωρίσιμους πολιτικούς γυρολόγους. 

* Ο Ανδρέας Κούτρας είναι οικονομικός αναλυτής και μέλος του Ινστιτούτου Νέας Πολιτικής. Eργάζεται στο Λονδίνο ως αναλυτής του Ευρωπαϊκού χρέους στην ITC Markets. Είναι επίσης επιστημονικός και γεωπολιτικός αναλυτής και μέλος της επενδυτικής επιτροπής της Steppen Wolf Capital LLC.